Για το ελληνικό παράδοξο κατά την προηγούμενη δεκαετία, όπου αυξανόταν ταυτόχρονα ΑΕΠ και ελλείμματα, και για τη νέα ήπειρο, τη... Λατινική Ευρώπη, που δημιουργείται με τα μέτρα της τρόικας, κάνει λόγο η ΓΣΕΕ.
Στην ετήσια έκθεση της εργατικής Συνομοσπονδίας για την ελληνική οικονομία, η οποία παρουσιάζεται επίσημα αύριο, χαρακτηρίζεται ως «ελληνικό παράδοξο» το γεγονός ότι η παρελθούσα περίοδος «ήταν μία περίοδος σημαντικής αύξησης του ΑΕΠ και της ανισοκατανομής του εισοδήματος, κατά την οποία θα έπρεπε να μειωθούν τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος». Και τα ελλείμματα δεν μειώθηκαν γιατί οι κυβερνήσεις «προσέφεραν απαλλαγές και....... απελευθέρωση της φοροδιαφυγής στα υψηλά εισοδήματα και εξ αυτού του γεγονότος (το Δημόσιο) κατέφυγε σε δανεισμό για να καλύψει την απώλεια εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού, με παράλληλη επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου τουλάχιστον κατά 20% για τις μελλοντικές γενεές των μισθωτών φορολογουμένων».
Παραθέτει μάλιστα και συγκριτικά στοιχεία για τη... φοροαπαλλαγή που απολαμβάνουν οι επιχειρήσεις. Σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ (2009), «η πραγματική φορολογική επιβάρυνση της εργασίας στην Ελλάδα (35,1%, 2007) αντιστοιχεί στον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (36,4%, 2006), ενώ η πραγματική φορολόγηση για τα κέρδη ανέρχεται σχεδόν στο ήμισυ του μέσου όρου της Ε.Ε. των 25 (15,9% για την Ελλάδα, έναντι 33,0% στην Ε.Ε. των 25)».
Γενική οπισθοδρόμηση
Συνακόλουθη των ανωτέρω είναι και η οπισθοδρόμηση των εργασιακών εισοδημάτων και κοινωνικών δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα: το επίπεδο σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις τιμές καταναλωτή «είναι 94% (ακριβή χώρα), η παραγωγικότητα της εργασίας είναι 92% (χώρα πολλών ωρών και έντασης εργασίας) και οι μισθοί είναι 82% (χαμηλοί μισθοί σε σχέση με το επίπεδο παραγωγικότητας και των τιμών), το επίπεδο των οποίων συμπαρασύρει και το επίπεδο των συντάξεων σε αντίστοιχα χαμηλά επίπεδα».
* Ως προς την αναδιανομή του πλούτου η ΓΣΕΕ υποδεικνύει τόσο τη μεγάλη ακίνητη περιουσία όσο και τις επιχειρήσεις. Υποστηρίζει μάλιστα ότι «οι μεγάλες περιουσίες θα έπρεπε να αναλάβουν το κύριο βάρος της προσαρμογής, οι φοροαπαλλαγές των επιχειρήσεων να επανεξετασθούν, ο έλεγχος των ανώτερων εισοδημάτων που φοροδιαφεύγουν να γίνει εξονυχιστικός κ.λπ. Η αναλογία των εισοδημάτων ιδιοκτησίας προς τις αμοιβές εργασίας (λαμβάνοντας υπόψη και την αυτοαπασχόληση) στην Ελλάδα το 2009 ανερχόταν σε 0,43, ενώ στις περισσότερες από τις άλλες χώρες της Ε.Ε. των 15 βρισκόταν στην περιοχή 0,1-0,3 (μέσος όρος ζώνης του ευρώ 0,25)».
Επιπροσθέτως προτείνει «αύξηση της φορολογίας κατά 10 μονάδες του ΑΕΠ, η οποία θα προέλθει κατά το ήμισυ από την πραγματική αποκατάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης και το άλλο μισό από την αναδιανομή του εισοδήματος και την επιβολή ενός πράσινου φόρου». Με αυτό τον τρόπο θα εξασφαλιστεί η πληρωμή των τόκων του δημοσίου χρέους, αλλά θα υπάρχουν και πόροι διαθέσιμοι. Υπολογίζεται δε ότι με επενδύσεις 4 δισ. ευρώ τον χρόνο δημιουργούνται 200.000 ώς 250.000 θέσεις εργασίας σε κοινωνικές υπηρεσίες.
Τα θύματα της προσαρμογής
Και η κατακλείδα της ΓΣΕΕ: Σε διαφορετική περίπτωση, το κράτος θα αποπληρώσει τα χρέη του προς τους μεγάλους πιστωτές του, που είναι οι τράπεζες, συλλέγοντας πόρους από τους φορολογούμενους με διαρκώς μειούμενους φορολογικούς συντελεστές επί των κερδών και των άλλων εισοδημάτων ιδιοκτησίας και διαρκώς αυξανόμενο βάρος επί των εισοδημάτων της εργασίας. Σε αυτή την πολιτική, όπου το χρηματιστικό κεφάλαιο δεν τιμωρείται για την κρίση που προκάλεσε, αλλά αποζημιώνεται από αυτούς στους οποίους θα έπρεπε να λογοδοτήσει, η δημοσιονομική προσαρμογή έχει έντονα άνισο πρόσημο, διότι καλούνται οι εργαζόμενοι, πρωτίστως δε οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, να αναλάβουν το βάρος της προσαρμογής. *
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ