p

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

Πιέζουν για νέο ψαλίδι στις δημόσιες δαπάνες

Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν (στο κέντρο), της Κομισιόν, Σέρβας Ντερούζ (αριστερά) και της ΕΚΤ, Κλάους Μαζούχ, σε συνέντευξη  Τύπου τον Ιούλιο στην Αθήνα. Τώρα η τρόικα ζητεί νέες περικοπές που θα αντισταθμίσουν την υστέρηση των δαπανών
Μαχαίρι στις αμυντικές δαπάνες αλλά και στις επενδύσεις, την ώρα που η χώρα βυθίζεται στην ύφεση, περιλαμβάνει η «συνταγή» της τρόικας για να αντισταθμιστεί η υστέρηση στα φορολογικά έσοδα και να κλείσει ο προϋπολογισμός του 2010 εντός των στόχων. Μάλιστα, αν αυτά τα μέτρα δεν αποδειχθούν επαρκή μπορεί να χρειαστούν και άλλα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των στελεχών της...

Ησυνταγή άναψε φωτιές κατά τις διαπραγματεύσεις του υπουργείου Οικονομικών με την αντιπροσωπεία της από την περασμένη Δευτέρα καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, η ελληνική πλευρά αντιτάχθηκε- για προφανείς λόγους, προκειμένου να στηριχθεί η ανάπτυξη- στη μείωση των επενδυτικών δαπανών κατά 500 εκατ. ευρώ επιπλέον, όπως ζητούσε η τρόικα.

ΔΝΤ και Ε.Ε. όμως ήταν ανυποχώρητοι, καθώς διαπίστωσαν ότι όχι μόνο υπάρχει υστέρηση στα έσοδα, της τάξης των 2-2,5 δισ. ευρώ, αλλά και στο σκέλος των δαπανών θα σημειωθούν υπερβάσεις, στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τα νοσοκομεία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Η αξιολόγηση που έκαναν για τους εν λόγω οργανισμούς στο πλαίσιο των επισκέψεών τους στα υπουργεία Υγείας, Εργασίας και Εσωτερικών δεν τους άφησε ικανοποιημένους. Και η τρόικα θέλει να επιτευχθεί με κάθε θυσία το αποτέλεσμα της πρώτης χρονιάς ως προς το έλλειμμα.

Το τετ α τετ. Ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Παπακωνσταντίνου, συναντήθηκε χθες με τους επικεφαλής της Π. Τόμσεν, Σ. Ντερούζ και Κ. Μαζούχ, και καθώς το γενικό κλίμα στις σχέσεις των δύο πλευρών είναι καλό, όπως φάνηκε και από την υποστήριξη που παρείχε η τρόικα στην κυβέρνηση στις συναντήσεις του κ. Παπακωνσταντίνου με τους ξένους επενδυτές στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις, η λύση αναμένεται να βρεθεί. Οπως συνήθως συμβαίνει όμως τους τελευταίους μήνες, η άποψη της τρόικας προφανώς μάλλον θα επικρατήσει.

Ετσι οι αμυντικές δαπάνες, κοινή συμφωνία, αναμένεται να περικοπούν κατά 900 εκατ. -1 δισ. ευρώ. Οπως διαβεβαιώνουν οι δύο πλευρές, πρόκειται για πραγματική αναβολή της εκτέλεσης αντίστοιχων παραγγελιών και όχι για λογιστική μεταφορά των δαπανών. Οι επενδυτικές δαπάνες θα περικοπούν- αν επικρατήσει η θέση της τρόικας - κατά 500 εκατ. ευρώ επιπλέον (στα 8,2 δισ. ευρώ, έναντι των ήδη μειωμένων 8,7 δισ. ευρώ). Αλλα 300 εκατ. ευρώ τουλάχιστον θα περικοπούν από διάφορες επιμέρους δαπάνες, που εντοπίζονται τώρα μία μία.

Η περαίωση. Τέλος, ένα μέρος της υστέρησης στα φορολογικά έσοδα προβλέπεται να καλυφθεί από τα έσοδα της περαίωσης, για τα οποία όμως, επίσης, υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι τα έσοδα που αντιστοιχούν στο 2010 θα φτάσουν τα 500-600 εκατ. ευρώ, ενώ η τρόικα δεν πιστεύει ότι θα ξεπεράσουν τα 300-400 εκατ. ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι θα χρειαστούν και άλλες περικοπές, δηλαδή και άλλα μέτρα. Πάντως, σύμφωνα με πληροφορίες, η τρόικα δεν θέλει να επιβληθούν νέα φορολογικά μέτρα, αφού αυτά θα περιληφθούν ούτως ή άλλως στον προϋπολογισμό του 2011.

Ο προϋπολογισμός του 2011 θα συζητηθεί επίσης, στο πλαίσιο της επίσκεψης της αντιπροσωπείας της τρόικας εδώ τις επόμενες ημέρες, καθώς η κυβέρνηση θα καταθέσει το προσχέδιό του στη Βουλή στις 4 Οκτωβρίου. Ουσιαστικά, όμως, τα μεγέθη του είναι ήδη προκαθορισμένα από την τρόικα, όπως προκύπτει από την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου της περασμένης εβδομάδας, η οποία τα αναφέρει συγκεκριμένα.

Σύμφωνα με αυτήν, ο στόχος για το έλλειμμα του 2011 μπαίνει πιο χαμηλά, στο 7,3% του ΑΕΠ, αντί του 7,6% που προβλέπει το Μνημόνιο. Αλλωστε και για φέτος το ΔΝΤ προβλέπει ότι το έλλειμμα θα κλείσει στο 7,9% του ΑΕΠ αντί του 8,1% που προβλέπει το Μνημόνιο, κάτι που έχει υπαινιχθεί και ο υπουργός Οικονομικών. Σε πραγματικούς όρους, ωστόσο, ο στόχος δεν αλλάζει έναντι του Μνημονίου. Η βελτίωση που εμφανίζεται οφείλεται στον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος αυξάνει το ονομαστικό ΑΕΠ και έτσι «μειώνει» το έλλειμμα που υπολογίζεται ως ποσοστό του ΑΕΠ.