Ωστόσο, αρκετοί αμφισβητούν την ιστορικότητα του προσώπου του Ενώχ, δεχόμενοι ότι αυτό αποτελεί συλλογικό τίτλο μιας τάξης ανθρώπων, εξελιγμένων πνευματικά, που δίδαξαν στους υπόλοιπους τις επιστήμες και τις τέχνες, όπως δέχεται το Θεοσοφικό σύστημα της Έλενας Μπλαβάτσκυ. Ο ίδιος κύκλος πιστεύει ότι συλλογικά είναι και τα ονόματα του Προμηθέα, του Ορφέα, του θεού Θωθ ή Ερμή, των Edris των μουσουλμάνων και άλλων προσώπων που αναφέρονται στη μυθολογία.
Στον Προφήτη Ενώχ αποδίδεται η συγγραφή ενός κειμένου, το οποίο περιέχει προφητείες για την έλευση του Μεσσία, για τη συντέλεια του κόσμου, μιλάει για την πτώση των αγγέλων και δίνει λεπτομερείς περιγραφές της κόλασης και του παράδεισου, των κινήσεων των πλανητών και των καιρικών φαινομένων καθώς και
πολλά άλλα. Το βιβλίο αυτό, οι διδαχές του οποίου θεωρούνται ότι μεταφέρθηκαν μέσω της προφορικής παράδοσης, δεν συμπεριλαμβάνεται στα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης και λογίζεται ως απόκρυφο κείμενο, αν και πιθανώς να έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο την Πεντάτευχο των εβραίων αλλά ακόμα και την ίδια την Αποκάλυψη του απόστολου Ιωάννη και τις επιστολές των αποστόλων.
Οι πρώτοι πατέρες της εκκλησίας επηρεάστηκαν έντονα από αυτό και το εγκωμίασαν, όπως ο Άγιος Ειρηναίος, ο Ιουστίνος, ο Άγιος Κλήμης ο Αλεξανδρείας, ο Αθηναγόρας, ο απόστολος Πέτρος και ο εβραίος ιστορικός Ιώσηπος. Παρ ‘ όλα αυτά, κανείς εξ’ αυτών δεν συμφώνησε με τη διήγηση της πτώσης των αγγέλων, όπως θα δούμε παρακάτω. Γεγονός πάντως είναι ότι δεν θεωρείται αιρετικό βιβλίο, έστω και αν δεν συμπεριλαμβάνεται στην Παλαιά Διαθήκη. Σύμφωνα με τους μελετητές το πιθανότερο είναι ότι γράφτηκε στην εβραϊκή γλώσσα, στα χρόνια της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας και αυτό γιατί πολλές περιγραφές του, όπως του Παλαιού των Ημερών, μοιάζουν με αντίστοιχες περιγραφές του προφήτη Δανιήλ. Σίγουρο είναι δε ότι υπέστη παραλλαγές κατά τις αντιγραφές του και ενώ ήταν πασίγνωστο στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους, τα ίχνη του εξαφανίζονται περίπου στα τέλη του 8ου με αρχές του 9ου μ.Χ αιώνα. Οι άγγλοι περιηγητές Bruce και Ruppel βρίσκουν ένα αντίγραφό του στην Αβυσσηνία, γραμμένο στην κοπτική γλώσσα και το 1811 γίνεται η μετάφρασή του στα αγγλικά από τον Επίσκοπο Lawrence και έπειτα και σε άλλες γλώσσες
Όπως προαναφέρθηκε, το σημείο που ξεσήκωσε αντιδράσεις ήταν η διήγηση της πτώσης των αγγέλων. Η χριστιανική παράδοση θεωρεί πως ένας άγγελος, ο Εωσφόρος, πιθανότατα ο μέχρι τότε ανώτερος στην αγγελική ιεραρχία, λόγω της αλαζονείας του που τον έκανε να θέλει να γίνει υπεράνω του Θεού, αποστάτησε και οι άγγελοι χωρίστηκαν σε δύο παρατάξεις: σε εκείνους που τον ακολούθησαν και σε εκείνους που απάντησαν στο κάλεσμα του Αρχάγγελου Μιχαήλ «στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου». Οι πρώτοι, μαζί με τον αρχηγό τους εξέπεσαν για πάντα από την ιεραρχία του Φωτός και μετατράπηκαν στους σκοτεινούς δαίμονες που από τότε επιβουλεύονται το Θείο έργο. Πάνω σε αυτή την άποψη έχουν δημιουργηθεί πολλές παραδόσεις από τη Ρωμαιοκαθολική και την Ορθόδοξη εκκλησία. Το βιβλίο του Ενώχ, όμως, έχει διαφορετική άποψη. Ας δούμε ποιά είναι αυτή.
« Και εγένετο όταν επληνθύνθησαν οι υιοί των ανθρώπων εν εκείναις ταις ημέραις εγεννήθησαν αυτοίς θυγατέραι ωραίαι και καλαί. Και εθεάσαντο αυτάς οι άγγελοι, υιοί ουρανού και είπον προς αλλήλους. Δεύτε εκλεξώμεθα εαυτοίς γυναίκας από των ανθρώπων και γεννήσωμεν εαυτοίς τέκνα. Και είπεν ο Σεμειαζάς προς αυτούς, ος ην άρχων αυτών. Φοβούμαι μη ου θελήσετε ποιήσαι το πράγμα τούτον και έσομαι εγώ μόνος οφειλέτης αμαρτίας μεγάλης. Απεκρίθησαν ουν αυτώ πάντες. Ομόσωμεν όρκω πάντες και αναθεματίσωμεν πάντες αλλήλους μη αποστρέψαι την γώμην ταύτην, μέχρις ουν αν τελέσωμεν αυτήν και ποιήσωμεν το πράγμα τούτον. Τότε ώμοσαν πάντες ομού και ανεθεμάτισαν αλλήλους εν αυτώ…»
« Και έλαβον εαυτοίς γυναίκας, έκαστος αυτών εξελέξαντο εαυτοίς γυναίκας και ήρξαντο εισπορεύεσθαι προς αυτάς και μιάνεσθαι εν αυταίς και εδίδαξαν αυτάς φαρμακείας και παοιδάς και ριζοτομίας και τας βοτάνας εδήλωσαν αυτάς. Αι δε εν γαστρί λαβούσιν ετέκοσαν γίγαντας μεγάλους εκ πηχών τρισχιλίων οίτινες κατήσθοσαν τους κόπους των ανθρώπων. Ως δε ουκ εδυνήθησαν αυτοίς οι άνθρωποι επιχορηγείν, οι γίγαντες ετόλμησαν επ’ αυτούς και κατησθίοσαν τους ανθρώπους και ήρξαντο αμαρτάνειν εν τοις πετεινοίς και τοις θηρίοις και ερπετείς και τοις ιχθύσιν και αλλήλων τας σάρκας κατεσθίειν και το αίμα έπινον. Τότε η γη ενέτυχεν κατά των ανόμων…»
Η διήγηση συνεχίζει αναφέροντας αναλυτικά τις τέχνες που δίδαξαν οι άγγελοι στις γυναίκες και το κακό που έσπειραν οι γίγαντες στη γη, μέχρις ότου οι τέσσερις ισχυρότεροι άγγελοι, ο Μιχαήλ, ο Γαβριήλ, ο Σουριήλ και ο Ουριήλ έριξαν το βλέμμα τους στη γη και διαπίστωσαν τι είχε συμβεί, οπότε και ενημέρωσαν το Θεό. Ο Θεός αποφάσισε να ριφθούν οι εκπεσόντες στα βάθη της αβύσσου για πάντα, οι γίγαντες να αφανιστούν από τα ίδια τους τα χέρια και το αμαρτωλό γένος των ανθρώπων να εκλείψει από τον Κατακλυσμό. Οι εκπεσόντες παρακάλεσαν τον Ενώχ να μεσολαβήσει για αυτούς στο Θεό αλλά Εκείνος τους απάντησε ότι οι άγγελοι μεσολαβούν για τους ανθρώπους και όχι το αντίστροφο. Συνεχίζοντας το κείμενο αναφέρει το εξαιρετικά ενδιαφέρον, ότι οι γίγαντες θα γεννήσουν πονηρά πνεύματα που θα καλούνται πνεύματα του κακού, δεν θα τρώνε, δεν θα πίνουν, θα είναι αόρατα και υπεύθυνα για κάθε συμφορά των ανθρώπων.
Έχουν υπάρξει διάφορες απόπειρες ερμηνείας της παραπάνω διήγησης, που αποτελεί και το «αιρετικότερο» σημείο του βιβλίου. Κατ’ αρχήν οφείλει να επισημανθεί πως ένα τέτοιο κείμενο μπορεί να είναι αλληγορικό και η πραγματική ερμηνεία του να βασίζεται σε «κλειδιά» χωρίς τη γνώση των οποίων δεν είναι δυνατό να ερμηνευτεί. Εγώ θα στηριχτώ σε όσα αυτολεξί περιγράφονται.
Ισχυρίζονται κάποιοι ότι η μετάφραση της λέξης «Ελωίμ» είναι λανθασμένη, επειδή αυτή δεν μεταφράζεται μόνο ως άγγελοι, όπως στον Ενώχ αλλά και ως υιοί του Θεού ή ενάρετοι άνθρωποι. Επομένως υιοί του Θεού, ενάρετοι άνθρωποι αναπαράχθηκαν με «κατώτερες» γυναίκες και για αυτό αμάρτησαν και όχι οι Άγγελοι του Θεού. Η αλήθεια είναι ότι η εβραϊκή λέξη «Ελωίμ» είναι πληθυντικός αριθμός, σημαίνει «θεοί» ή «δυνάμεις» και η φράση «bne Elohim» σημαίνει «υιοί των Θεών», όπως αναφέρεται και στη Γένεση στην επίμαχη φράση « ιδόντες δε οι υιοί του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων…» (Γεν. 6, 2). Η επεξήγηση του σημείου αυτού στη μετάφραση που έχω στη διάθεσή μου (Αδελφότης Σωτήρ υπό Ν. Βασιλειάδη) ισχυρίζεται ότι υιοί του Θεού είναι οι απόγονοι της ευσεβούς γενεάς του Σηθ από τον Ενώς και οι θυγατέρες των ανθρώπων είναι οι απόγονοι της γενεάς του Κάιν, η οποία χαρακτηρίζεται ως διεφθαρμένη.
Στο κείμενο, όμως του Ενώχ αναφέρεται « ήταν διακόσιοι εκείνοι που κατέβηκαν στα χρόνια του Ιάρεδ στην κορυφή του όρους Ερμώμ». Εάν λοιπόν επρόκειτο για ανθρώπους, από ποιό ψηλότερο προφανώς σημείο κατέβηκαν στο όρος; Για να κατέβει κανείς κάπου, πρέπει να βρίσκεται ψηλότερα και τι είναι ψηλότερα από ένα βουνό; Αυτό, μαζί με την ερμηνεία που στηρίζεται στους υιούς του Θεού ως απογόνους του Σηθ, μας φέρνει έντονα στο νου το απόκρυφο ψευδεπίγραφο βιβλίο του Αδάμ και της Εύας, όπου αναφέρεται ότι οι Πρωτόπλαστοι εκδιωχθέντες από τον Παράδεισο έζησαν στην κορυφή ενός πανύψηλου όρους και μετά τη δολοφονία του Άβελ, οι απόγονοι του Κάιν έζησαν στους πρόποδες του όρους και απαγορευόταν στους ευσεβείς της κορυφής να κατέβουν και να συγχρωτιστούν με τους μιαρούς συγγενείς τους στους πρόποδες. Αλλά, ακόμα και αυτό να δεχτούμε ως εξήγηση, το κείμενο αναφέρει για τους «καταβάντες επί του Αραντίς», επομένως δεν δεχόμαστε ότι οι ευσεβείς της κορυφής κατέβηκαν στους μιαρούς αλλά κάποιοι ψηλότερα από το όρος.
Η ερμηνεία της λέξης ως «άνθρωποι», όμως, δεν εξηγεί τα προϊόντα αυτής της ένωσης, δηλαδή τους γίγαντες ή Νεφιλίμ, όπως αναφέρονται στο κείμενο. Εάν επρόκειτο για ανθρώπους, για ποιό λόγο η αναπαραγωγή τους οδήγησε στη γέννηση Γιγάντων, οι οποίοι αναφέρονται και στη Γένεση; « οι δε γίγαντες ήσαν επί της γης εν ταις ημέραις εκείναις. Και μετ’ εκείνο, ως αν εισεπορεύοντο οι υιοί του Θεού προς τας θυγατέρας των ανθρώπων και εγεννωσαν εαυτοίς. Εκείνοι ήσαν οι γίγαντες οι απ’ αιώνος, οι άνθρωποι οι ονομαστοί». (Γεν. 6, 4). Ενώ στους Αριθμούς (33, 13) αναφέρει ότι ήταν υιοί των «Ανάκ» και υπενίσσεται ότι τελικά ο Κατακλυσμός δεν τους κατέστρεψε όλους αλλά κάποιοι τουλάχιστον επέζησαν στην περιοχή της Παλαιστίνης.
Ένα ακόμα επιχείρημα όσων δέχονται την εκδοχή της λανθασμένης μετάφρασης στηρίζεται στη Γένεση, όπου ο Θεός αναφέρει: « ου μη καταμείνει το πνεύμα μου εν τοις ανθρώποις τούτοις εις τον αιώνα δια το είναι αυτούς σάρκας» (Γεν. 6,3). Εάν εξετάσουμε το κείμενο, όμως, διαπιστώνουμε ότι η λέξη «άνθρωποι» μπορεί να αναφέρεται στους Γίγαντες και όχι στους γεννήτορές τους εκπεσόντες ή Εγρήγορους. Το νόημα δεν αλλάζει αν το θεωρήσουμε αυτό και συμφωνεί με το βιβλίο του Ενώχ, ότι «γεννηθέντες υπό πνευμάτων και σαρκός… εν τη γη η κατοίκησις αυτών έσται». Επομένως, θεωρώ ότι και αυτό το επιχείρημα που εκφράστηκε από τον Άγιο Αυγουστίνο δεν αποκλείει την ορθότητα του κειμένου του Ενώχ.
Το κεντρικότερο, όμως, επιχείρημα των επικριτών του βιβλίου είναι ότι, σύμφωνα με αυτούς, οι Άγγελοι δεν είναι δυνατό ως πνεύματα να τεκνοποιήσουν. Θα σταθούμε εδώ περισσότερο. Στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ο Χριστός αναφέρει ότι « εν γαρ τη αναστάσει ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται αλλ’ ως άγγελοι Θεού εν ουρανώ εισί». Στηριζόμενοι πάνω σε αυτό οι επικριτές του βιβλίου ισχυρίζονται ότι ο ίδιος ο Χριστός έχει δώσει τελεσίδικη απάντηση σε αυτές τις θεωρίες. Και πάλι, όμως, ο Θεάνθρωπος θα μπορούσε να εννοεί όχι τους Αγγέλους ως σύνολο αλλά εκείνους που επέλεξαν να μη μιανθούν, τους δίκαιους αγγέλους που απάντησαν στο κάλεσμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και παρέμειναν στον Παράδεισο. Δεν ξεκαθαρίζει σε καμία περίπτωση αν οι Άγγελοι έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν ζωή ή όχι. Οι Άγγελοι υποτίθεται ότι είναι άφυλα πνεύματα, τουλάχιστον στην Ορθόδοξη παράδοση που κατ’ ανάγκην απεικονίζονται με νεαρή αντρική μορφή στην εικονογραφία, όπως και οι Δαίμονες. Ωστόσο οι τελευταίοι έχουν κατηγορηθεί για ασέλγειες σε βάρος ζωντανών ανδρών και γυναικών, με τη μορφή των Incubi succubi. Δεν γνωρίζω εάν έχει αναφερθεί περίπτωση τεκνοποίησης αλλά υπάρχουν πολλές περιπτώσεις σεξουαλικών επαφών. Η Ιερά Εξέταση κατηγορούσε μάγισσες για ασελγείς πράξεις με δαίμονες, Άγιοι της εκκλησίας αναφέρουν ότι είχαν ταλαιπωρηθεί από αυτούς.
Η τεκνοποίηση από Θεούς και Θεές είναι κοινή παράδοση σε ολόκληρο τον κόσμο και η άμωμος σύλληψη του Χριστού και άλλων, έγινε με τη μεσολάβηση ενός πνεύματος και υποτίθεται πως και ο Αντίχριστος της χριστιανικής παράδοσης θα είναι προϊόν μιας τέτοιας άνομης σύλληψης.
Κάτι που συνήθως διαφεύγει της προσοχής όλων αυτών που έχουν ασχοληθεί με το θέμα που διαπραγματευόμαστε, είναι η στάση των θυγατέρων των ανθρώπων. Για ποιό λόγο δέχτηκαν χωρίς να φοβούνται (το λιγότερο) την επαφή με πνευματικές οντότητες που προφανώς διέφεραν εντελώς από αυτές; Σε ολόκληρη τη φύση, το θηλυκό πρέπει να νιώσει μια έλξη για το αρσενικό, το οποίο μπορεί να είναι ωραίο ή άσχημο, πάντως μοιάζει με τα άτομα του είδους του, εάν εξαιρέσει κανείς τουλάχιστον τις διαστροφές. Θα μπορούσαν λοιπόν οι Εγρήγοροι να είχαν εξαπατήσει τις γυναίκες, εμφανιζόμενοι με ανθρώπινη μορφή; Φυσικά και θα μπορούσαν, ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη αλλά και το βιβλίο του Ενώχ αναφέρουν ότι οι Άγγελοι μπορούν να αποκτούν ανθρώπινη μορφή όταν το θελήσουν, επομένως, λογικά, θα έπρεπε να εμφανιστούν μπροστά τους ως άνθρωποι. Αν δήλωσαν την ταυτότητά τους δεν το ξέρουμε, πάντως ίσως και να το έκαναν, αλλιώς ο Θεός δεν θα είχε λόγο να εξοργιστεί με τις γυναίκες, αφού έπεσαν θύμα απάτης. Αλλά ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης έχει τόσα ανθρώπινα ελαττώματα που κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τον τρόπο που θα αντιδρούσε.
Οι χριστιανικές αντιλήψεις φαίνεται να τοποθετούν την πτώση των Αγγέλων σε προανθρώπινες εποχές, πριν από τη δημιουργία του Αδάμ. Η Γένεση αναφέρει ότι η εξαπάτηση της Εύας από τον Όφι συνέβη στον Παράδεισο, επομένως η Πτώση πρέπει να είχε συμβεί νωρίτερα. Όμως, ο Ενώχ μας διηγείται ότι ήταν στα χρόνια του Ιάρεδ που κατέβηκαν οι Γρηγορούντες στο όρος Ερμώμ, δηλαδή σε εποχές που οι άνθρωποι ζούσαν ήδη στη Γη, εκδιωχμένοι από τον Παράδεισο εδώ και πολλές γενεές, τουλάχιστον έξι στον αριθμό. Και αν όντως το μήλο συμβολίζει τις γνώσεις που δεν έπρεπε ποτέ ένα πνεύμα να αποκαλύψει σε ανθρώπους, τότε θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι ο συγγραφέας της Γένεσης είχε υπ’ όψην του την αφήγηση του Ενώχ, αν και ο ίδιος ή κάποιοι άλλοι φρόντισαν να τη λογοκρίνουν και να την καλύψουν πίσω από ένα συμβολισμό.
Ο Λάμεχ, εγγονός του Νώε, παντρεύτηκε και όταν η γυναίκα του απέκτησε παιδί, τρόμος κατέλαβε την ψυχή του. Η σάρκα του παιδιού ήταν λευκή σαν το χιόνι και ρόδινη όπως το τριαντάφυλλο, ενώ και τα μαλλιά του ήταν και αυτά λευκά. Μόλις άνοιξε τα μάτια του φωτίστηκε το δωμάτιο και μόλις άνοιξε το στόμα του άρχισε να υμνεί το Θεό.
Ο Λάμεχ, φοβούμενος μήπως δεν ήταν δικό του το παιδί αλλά ενός αγγέλου, έστειλε τον πατέρα του τον Μαθουσάλα στον Ενώχ, που ήδη κατοικούσε με τους αγγέλους, για να τον συμβουλευτεί. Ο Ενώχ τον διαβεβαίωσε ότι ήταν δικό του παιδί, του εξιστόρησε την πτώση των Γρηγορούντων αγγέλων και του προφήτευσε ότι ο Νώε θα επιζούσε από τον κατακλυσμό που θα αφάνιζε τους ανθρώπους και τα προϊόντα των μιαρών ενώσεων με τους εκπεσόντες.
Σε πρώτη φάση η εικόνα του Νώε μοιάζει με αλβινισμό, νόσο κατά την οποία δεν παράγεται καθόλου μελανίνη στο σώμα. Κανένας albino, όμως δεν μπορεί να μιλήσει από τη στιγμή της γέννησής του.
Στην απορία του Λάμεχ φαίνεται πως η πεποίθηση για τις αναπαραγωγικές ικανότητες των αγγέλων ήταν κοινή και δεν θα μπορούσε να είχε επηρεαστεί από τον Ενώχ, αφού ο τελευταίος μόλις τότε αποκάλυψε στο Μαθουσάλα την πτώση των Εγρήγορων και τον επερχόμενο κατακλυσμό.
Θα μπορούσε η περιγραφή του Νώε να είναι μια συμβολική αναφορά στη δημιουργία της λευκής φυλής; Δυστυχώς δεν υπάρχουν επιβεβαιωμένα στοιχεία για τόσο μεγάλη αρχαιότητα των εβραίων ούτε και υπάρχουν αναφορές για την εμφάνιση των υιών του Νώε. Εδώ, όπως και στην ιστορία του κατακλυσμού, φαίνεται ίσως πιο έντονα από ποτέ η πιθανότητα επιρροής των αντιγραφέων ή και των συγγραφέων από προγενέστερές τους πηγές.
Ο Ενώχ ζούσε ήδη με τους αγγέλους σε έναν τόπο μακρινό μεν αλλά προσβάσιμο από το Μαθουσάλα. Που μπορεί να ήταν αυτός ο τόπος κανείς δεν γνωρίζει. Πάντως, μετά από κει ο Ενώχ ανελήφθη στους ουρανούς. Στέκουν λογικά οι απόψεις όλων εκείνων που ισχυρίζονται ότι δεν ήταν άγγελοι αλλά νοήμονα όντα από άλλους πλανήτες που συνευρέθησαν με τις θνητές κατεβαίνοντας από τα ιπτάμενα οχήματά τους και λόγω της διαφοράς στο γενετικό υλικό γέννησαν γίγαντες; Αυτό το αφήνω στην κρίση σας.
Το βιβλίο του Ενώχ παρουσιάστηκε εντελώς συνοπτικά και με μεγαλύτερο βάρος στην πτώση των αγγέλων και λιγότερο στη γέννηση του Νώε. Φυσικά όμως το κείμενο δεν περιλαμβάνει μόνο αυτά τα γεγονότα αλλά και περιγραφές για άλλες σφαίρες ύπαρξης, ερμηνείες των ουράνιων φαινομένων, τα ονόματα των «αρχόντων» των ουράνιων σωμάτων ή αγγέλων των δυνάμεων, όπως χαρακτηριστικά αναφέρονται. Τα αποσπάσματα αυτά περιέχουν πολλά δυσνόητα σημεία και αποτελούν πρόσφορο έδαφος για μελέτη.
Ο αποκλεισμός του βιβλίου από τη σειρά της Παλαιάς Διαθήκης είναι κατανοητός εφόσον τα όσα περιγράφονται αντιτίθενται στις παραδόσεις που ασπάστηκε η εκκλησία στην προσπάθειά της να εισάγει ένα νέο δόγμα, απαλλαγμένο από παλαιές αντιλήψεις παρεμφερών δογμάτων. Το κατά πόσο το πέτυχε αυτό η εκκλησία είναι ένα θέμα που δεν αφορά το συγκεκριμένο άρθρο.
Ο Θεός του Ενώχ είναι ο τυπικός Θεός ολόκληρης της Παλαιάς Διαθήκης. Σκληρός, τιμωρός, αμετάπειστος, μεγαλειώδης μπροστά στην παντοδυναμία του, ανυποχώρητος μπροστά στη συγγνώμη των εκπεσόντων, με υποψίες ανθρώπινων συναισθημάτων και κυρίως οργής.
Δαίμονες που ταλαιπωρούν του ανθρώπους δεν είναι στον Ενώχ οι Εγρήγοροι. Αυτοί περιγράφονται μάλλον ως θλιβερές φιγούρες, σε αντίθεση με τη χριστιανική παράδοση που τους θεωρεί υπαίτιους κάθε κακού. Στον Ενώχ τα πνεύματα των Γιγάντων είναι εκείνα που προκαλούν τα δεινά, εγκλωβισμένα στην κατώτερη υλική διάσταση από την οποία και γεννήθηκαν.
Η έννοια της απόκτησης γνώσης είναι επίσης διφορούμενη. Από τη μια θεωρείται αμαρτωλή, που τη μετέδωσαν οι εκπεσόντες Εγρήγοροι και από την άλλη ο Ενώχ προσφέρει άφθονη από αυτή. Ενώ δηλαδή παραχωρεί μερικές αστρονομικές και αστρολογικές γνώσεις, μέμφεται τον Ακιβιήλ, τον Ταμιήλ και τον Ασαραβήλ που δίδαξαν τα ίδια πράγματα στις θυγατέρες των ανθρώπων. Οι ομοιότητες με την ιστορία των Τιτάνων και κυρίως με τον Προμηθέα είναι εμφανείς. Και είναι να αναρωτιέται κανείς εάν όλος αυτός ο τεχνολογικός πολιτισμός που έχουμε αναπτύξει, που μπορεί να καταστρέψει αλλά και να σώσει, ξεκίνησε από ένα μίασμα ή αν είναι ένα Θεϊκό δώρο. Ποιός Θεός, που δεχόμαστε ότι είναι η τέλεια ύπαρξη θα είχε ελαττώματα τόσο εκδικητικά, τόσο ανθρώπινα, που θα στερούσε από τα αγαπημένα του πλάσματα τις γνώσεις για να καλυτερεύσουν τη ζωή τους;
Για αυτό, το βιβλίο του Ενώχ, άσχετα με την ορθότητα ή μη των διηγήσεών του, όπως και όλα της Παλαιάς Διαθήκης, προσφέρονται για γόνιμους προβληματισμούς γύρω από θρησκευτικά θεολογικά και όχι μόνο ζητήματα.