Άρθρο του Clarence Darrow (1857-1938), έτους 1929, (Αμερικανός δικηγόρος, λέκτορας και συγγραφέας. Μέγας σκεπτικιστής.)
Τελευταία έχω διερωτηθεί αρκετά γύρω από μια θεολογική ερώτηση που ίσως είναι δυνατόν κάποιος αναγνώστης να απαντήσει. Ίσως κάποιος άλλος να έχει βρει το μπελά του μ’ αυτήν πρωτύτερα, αλλά εγώ δεν έχω δει αυτό το θέμα ποτέ γραμμένο και είναι δυνατό να είναι καθαρά δική μου ανακάλυψη. Είναι φυσικό ότι, ενδιαφέρομαι πάρα πολύ για τη θρησκεία και έχω μελετήσει καλά την Γένεσιν, όπως κάθε ένας οφείλει να το κάνει. Το πώς προήλθε το ανθρώπινο γένος, για να μη μιλήσουμε για τη Γη, καθίσταται πολύ απλό ερώτημα στο θεόπνευστο βιβλίο.
Όταν ο Θεός εποίησε τον Αδάμ κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο που μπορούσε, μετά ανακάλυψε ότι ο Αδάμ ήταν μόνος, και γι’ αυτό έφτιαξε την Εύα για να του κάνει παρέα. Μετά πλέον δεν ήταν ποτέ ξανά μοναχός του.
Ο Θεός επίσης δημιούργησε όλα τα είδη των φυτών και των ζώων, και ανάμεσα σ’ όλα τα ζώα έφτιαξε «τον όφιν» (το φίδι), και είτε ο Θεός είτε ο γραμματέας του ή κάποιος άλλος, είπε ότι το φίδι ήταν το «εφυέστερον» από όλα τα ζώα του αγρού. Εννοείται πως αν εξαιρέσουμε αυτή την ιστοριούλα, με μεγάλη δυσκολία θα πίστευα ότι το φίδι ήταν το πιο έξυπνο από τα ζώα. Τουλάχιστον δεν έχει το μυαλό που πολλά άλλα ζώα διαθέτουν. Παρ’ όλα ταύτα, αυτό δεν είναι το σημείο που με απασχολεί. Ο Θεός έβαλε τον Αδάμ και την Εύα στον κήπο και τους έδωσε δικαίωμα να τρώνε τα πάντα εκτός από τον καρπό του Δένδρου της Γνώσεως.
Αυτό μου φαίνεται αρκετά εύλογο, αφού οι εκλεγμένοι πράκτορες του Θεού εδώ στη Γη είναι πάντοτε απασχολημένοι με το να εμποδίζουν τον κόσμο από το να φάγει αυτό τον καρπό. Σ’ αυτή την προσπάθεια έχουν καταπληκτική επιτυχία. Αλλά αυτό όπως και πριν δεν είναι το κύριο σημείο. Μια μέρα το φίδι ήλθε στην Εύα και της είπε κάτι για να φάει αυτό τον απαγορευμένο καρπό. Εκεί λοιπόν η Εύα είπε στο φίδι —η γλώσσα στην οποία συνομίλησαν δεν έχει καταγραφεί— ότι ο Θεός της είχε πει, ή τουλάχιστον τον είχε ακούσει αφού απ’ αυτόν προήλθε: «Εσείς δεν θα φάτε απ’ αυτόν ούτε θα τον αγγίξετε για να μην αποθάνετε.». Και τότε λοιπόν το φίδι λέγει ότι ακόμα και αν έτρωγε δεν θα απέθνησκε.
Ούτε αυτό με ενδιαφέρει. Ποιος έχει δίκιο θα το αφήσω μεταξύ του Θεού και του φιδιού. Αλλά, εν πάση περιπτώσει, σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Αδάμ και η Εύα άκουσαν τη φωνή του Θεού που περιπατούτε μέσα στον κήπο κατά το δειλινό εκείνης της ημέρας και κρύφτηκαν ανάμεσα στα δένδρα. Και ο Θεός μίλησε στον Αδάμ και τους ρώτησε γιατί έφυγαν να κρυφτούν, και ο Αδάμ απάντησε επειδή ήταν γυμνοί. Σ’ αυτό το σημείο ο Θεός είχε ένα προαίσθημα ότι δεν θα είχαν ανακαλύψει πως ήταν γυμνοί εάν δεν είχαν φάγει τον απαγορευμένο καρπό. Ο Θεός ρώτησε τον Αδάμ γιατί τον έφαγε. Και ο Αδάμ έριξε όλο το βάρος στην Εύα που τον δελέασε. Και όταν ο Θεός μίλησε στην Εύα γι’ αυτό το ζήτημα, εκείνη έριξε όλες τις ευθύνες στο φίδι.
Έτσι δεν έμεινε τίποτα για τον Θεό παρά να αναγγείλει καταδίκη, και αρχίζοντας από το φίδι του λέγει: «Είσαι καταραμένο πάνω από όλα τα ζώα και πάνω από κάθε θηρίο του αγρού. Πάνω στην κοιλιά σου θα προχωράς και χώμα θα τρως όλες τις μέρες της ζωής σου. Και θα βάλλω εχθρότητα ανάμεσα σε σένα και την γυναίκα, και ανάμεσα στο σπέρμα σου και το δικό της σπέρμα. Αυτό θα σου συντρίψει την κεφαλή και συ θα του δαγκώσεις τη φτέρνα». Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να μάθουμε πως το φίδι προχωρούσε πριν από αυτή την κατάρα, αλλά δεν υπάρχει τίποτα γι’ αυτό μέσα στη Γένεσιν ή κανένα άλλο μέρος του αγίου βιβλίου.
Θα ήταν επίσης πολύ ενδιαφέρον να μάθουμε πως το φίδι μετά απ’ αυτή τη στιγμή τα κατάφερε να ζει τρώγοντας χώμα, αλλά ούτε κι’ αυτό έχει ποτέ εξηγηθεί, μέχρις ότου οι φυσιοδίφες ανακάλυψαν ότι έτρωγε άλλες τροφές.
Μετά την αναγγελία της καταδίκης πάνω στο ερπετό, ο Θεός γύρισε στην Εύα και είπε: «Θα πολλαπλασιάσω σε μεγάλο πλήθος τις λύπες σου, τις θλίψεις σου και τους στεναγμούς σου. Με πόνους θα γεννάς τα παιδιά σου, θα εξαρτάσαι πάντοτε από τον άνδρα σου και η επιθυμία σου θα είναι του ανδρός σου και αυτός θα είναι ο κύριος σου.».
Όταν πλησίασε τον Αδάμ του είπε: «Επειδή άκουσες την κακή συμβουλή της γυναίκας σου και έφαγες από τον καρπό του δένδρου, από το οποίο και μόνον σου έδωσα εντολή να μην φας, καταραμένη θα είναι η γη με τα έργα σου. Με λύπες και κόπους θα κερδίζεις την τροφή σου από τη γη όλες τις μέρες τις ζωής σου. Αγκάθια και τριβόλια θα σου φυτρώνει η γη και θα τρέφεσαι με τα χόρτα του αγρού. Σε όλο το διάστημα της ζωής σου με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα τρως το ψωμί σου, μέχρις ότου αποθάνεις και το σώμα σου επιστρέψει στη γη από την οποίαν έχεις πλασθεί. Διότι χώμα είναι το σώμα σου και στο χώμα θα καταλήξει και χώμα θα γίνει.».
Το χωρίο είναι λίγο ασαφές ως προς το λόγο για τον οποίον ο Αδάμ έγινε καταραμένος. Επειδή άκουσε τη γυναίκα του ή επειδή έφαγε τον καρπό; Αλλά και αυτό δεν αξίζει να συζητηθεί διεξοδικώς. Ένεκα αυτής της φοβερής θεολογικής αμαρτίας του φαγώματος του καρπού του δένδρου της γνώσεως, όλοι οι άνθρωποι από κει και πέρα εγεννήθηκαν με το προπατορικό αμάρτημα και μέσα στην αθλιότητα και προορίσθηκαν για τη φλεγόμενη κόλαση αιωνίως. Για περισσότερες λεπτομέρειες διαβάστε το βιβλίο Westminster Catechism ή οποιαδήποτε άλλη ορθόδοξη εγκεκριμένη πηγή (κατηχήσεως).
Καθένας με αίσθηση δικαιοσύνης ίσως να έλεγε ότι ο Αδάμ και η Εύα και το φίδι έλαβαν ότι τους άξιζε. Ότι η τιμωρία δεν επήκειτο μόνο για τον Αδάμ και την Εύα και το φίδι, αλλά και για όλους τους «απογόνους και κληρονόμους των» μέχρι της συντελείας του χρόνου. Προφανώς όμως ο Θεός μαλάκωσε λιγάκι, και έστειλε τον μονογενή του υιό για να σταυρωθεί έτσι ώστε οι άνθρωποι να ανακουφιστούν από τη φωτιά της κολάσεως και να εισέλθουν στη χαρούμενη κατάσταση της αιωνίας ευλογίας υπό τον μόνο και απλόν όρο ότι θα πιστεύουν αυτή την «ιστορία». Σίγουρα τίποτε δεν θα μπορούσε να είναι πιο δεκτό απ’ αυτό, και δεν θα περίμενε κανείς καμιά μεγαλύτερη αμοιβή σε φτηνότερη τιμή. Αλλά αυτό δεν είναι έτσι.
Να τι είναι αυτό που με ενοχλεί. Επειδή λοιπόν ο Μέγας Ιεχωβάς μαλάκωσε και έστειλε τον μονογενή του υιό να αποθάνει στο σταυρό, όλοι εμείς σωθήκαμε από τη φωτιά της κολάσεως εκτός εάν είμαστε τόσο αμαρτωλοί και διεφθαρμένοι που να μην πιστεύουμε αυτή την «ιστορία». Αλλά τί τρέχει με την Εύα και το φίδι; Οι θυγατέρες της Εύας ακόμα φέρουν την κατάρα και κάθε μωρό που γεννιέται από τότε [ακόμη και μετά τον σταυρικό θάνατο του υιού του Θεού] έρχεται στον κόσμο με πόνους και ταλαιπωρίες της μάνας του, και όλα αυτά ένεκα της κατάρας που αποδόθηκε στην αρχική μητέρα του ανθρωπίνου γένους.
Και με το φίδι τί έγινε; Γιατί ο Θεός δεν έδωσε στην Εύα και στο φίδι μια ευκαιρία όταν ακόμα ασχολιόταν με αυτά τα πράγματα και είχε μαλακώσει η καρδιά του; Γιατί πρέπει όλα τα μικρά φιδάκια που έρχονται στον κόσμο, αιωνίως να είναι αναγκασμένα να προχωρούν πάνω στις κοιλιές τους αντί να περπατούν πάνω στις ουρές τους όπως πιθανόν να έκαναν πριν από την κατάρα; Γιατί άραγε πρέπει ακόμα το σπέρμα της γυναίκας [οι απόγονοί της] να συντρίβει τις κεφαλές ή τα στόματα των φιδιών με πέτρες ή άλλα αντικείμενα;
Εάν κανείς ήθελε να καθορίσει τα κίνητρα του Θεού όπως καθένας θα έκανε σε κάθε άλλη περίπτωση, θα έλεγε ότι κάποιο γρανάζι του Θεού ξεγλίστρησε ή ότι ο Θεός έχει κάποια ιδιαίτερη έχθρα εναντίον των γυναικών και των φιδιών.
Ο μεταφραστής: Διδάκτωρ Ιωάννης, Νεοκλής Φιλάδελφος, Μ. Ρούσσος
Καθηγητής Μαθηματικών, Ερευνητής Βιβλικών και Χριστιανικών ζητημάτων
Πηγή: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΕΡΑ
schizas.com