Αθήνα: Τα 50α γενέθλια του αντισυλληπτικού χαπιού «εορτάζονται» με την ανάπτυξη και πρόσφατη κυκλοφορία του πρώτου αντισυλληπτικού χαπιού με βάση το φυσικό οιστρογόνο (βαλεριανική οιστραδιόλη και διενογέστη), που φέρνει πραγματική επανάσταση στον τομέα της ορμονικής αντισύλληψης και καθιερώνει μια νέα κατηγορία στα αντισυλληπτικά χάπια συνδυασμού.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου (1961-2011) οι εξελίξεις στην ορμονική αντισύλληψη δε συνδέονται μόνο με την επιστημονική έρευνα αυτή καθαυτή, αλλά και την ενίσχυση, σε κοινωνικό επίπεδο, του δικαιώματος των γυναικών για επιλογή στην αναπαραγωγή.Σήμερα περισσότερες από 80 εκατομμύρια γυναίκες παγκοσμίως γνωρίζουν τα πολλαπλά οφέλη του και χρησιμοποιούν το αντισυλληπτικό χάπι, καθώς η πληροφόρηση για τη σύγχρονη αντισύλληψη και τη σεξουαλική υγεία είναι για όλους προσβάσιμη μέσω του διαδικτύου.
Οι απαιτήσεις από τις σύγχρονες αντισυλληπτικές μεθόδους περιλαμβάνουν πλέον την αποτελεσματικότητα, την ασφάλεια και την εξασφάλιση επιπρόσθετων οφελών για την υγεία της γυναίκας, ή ακόμα και θεραπευτικών επιδράσεων στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων.
Έτσι, η ορμονική αντισύλληψη στη νέα εποχή δεν παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με αυτή του πρώτου καιρού, καθώς σημαντικές βελτιώσεις στη σύνθεση των ορμονικών σκευασμάτων (νέα στεροειδή, μείωση των δόσεων) και στον τρόπο χορήγησής τους έχουν συμβάλλει στην ανάπτυξη πλείστων αποτελεσματικών επιλογών.
Η συνεχής πολυετής έρευνα έχει καταδείξει ότι τα αντισυλληπτικά δισκία αποτελούν την πιο αξιόπιστη αντισυλληπτική μέθοδο με τα περισσότερα συνοδευτικά μη-αντισυλληπτικά οφέλη, που περιλαμβάνουν από τη διαχείριση διαταραχών του κύκλου έως και, μακροπρόθεσμα, την προστασία από τον καρκίνο των ωοθηκών. Η πλειοψηφία των ερευνών που διενεργούνται σήμερα στοχεύουν στη διάθεση αντισυλληπτικών δισκίων συνδυασμού με ευδιάκριτα θεραπευτικά οφέλη. Για παράδειγμα, κάποια σκευάσματα έχουν ήδη καταδείξει την αποτελεσματικότητα τους στην αντιμετώπιση της ακμής, ή της έντονης και παρατεταμένης εμμηνορρυσίας (μηνορραγίας).
Επιπλέον, στη σύγχρονη βιβλιογραφία παρουσιάζονται οι ευεργετικές επιδράσεις των αντισυλληπτικών δισκίων από τη νεαρή ηλικία έως την εμμηνόπαυση. Η μακρόχρονη χρήση των αντισυλληπτικών έχει δοκιμαστεί με θετικά αποτελέσματα και η λανθασμένη αντίληψη της ανάγκης για διακοπή χρήσης, ή η ρητή απαγόρευση χρήσης τους από γυναίκες άνω των 35-40 έχει πάψει πλέον να ισχύει.
Ωστόσο, οι εν δυνάμει κίνδυνοι των διαφόρων αντισυλληπτικών μεθόδων πρέπει να συνυπολογίζονται πάντα και, σε καμία περίπτωση, να μην υπερτερούν από τα οφέλη. Η ενημέρωση της γυναίκας σχετικά με τα οφέλη καθώς και τους ενδεχόμενους κινδύνους αποτελεί στοιχείο καλής κλινικής πράξης. Ταυτόχρονα, η πλήρης εξέταση και λήψη του ιστορικού (συμπεριλαμβανομένης της μέτρησης πίεσης και BMI), μεταξύ άλλων κλινικών πρακτικών, είναι απαραίτητα για την επιλογή της ασφαλέστερης αντισυλληπτικής αγωγής για κάθε γυναίκα.
Τεράστια πρόοδος σημειώνεται στις μέρες μας και ως προς τη διάθεση νέων, εξελιγμένων μεθόδων και θεραπευτικών «εργαλείων» που προσφέρουν ασφαλείς και αποτελεσματικές λύσεις, στην αντιμετώπιση σοβαρών επιβαρυντικών παθήσεων, όπως η ενδομητρίωση.
Η ενδομητρίωση παραμένει μια αινιγματική νόσος με πολυπαραγοντικό χαρακτήρα, που σχετίζεται με υπογονιμότητα και διαταραχές στο γενετικό υπόβαθρο. Θεωρείται πάθηση της αναπαραγωγικής ηλικίας, καθώς η πλειονότητα των ασθενών ανήκει στην ηλικιακή ομάδα των 19-45 ετών. Εμφανίζεται κατά προσέγγιση στο 8-10% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας, στο 30-40% των υπογόνιμων γυναικών, στο 2-5% των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών και στο 10-70% των γυναικών με κύριο σύμπτωμα το χρόνιο πυελικό άλγος.
Σε ό,τι αφορά την ενδομητρίωση, αυτή αποτελεί την πιο αινιγματική νοσηρή κατάσταση της Γυναικολογίας και μια πραγματική πρόκληση για έρευνα. Ο ορισμός της νόσου είναι σαφής: η εμφύτευση, ανάπτυξη και κυτταρικός πολλαπλασιασμός παρόμοιου με το ενδομήτριο ιστού (ενδομητροειδείς εστίες) εκτός του κοιλώματος της μήτρας. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι εστίες αυτές βρίσκονται στην ενδοπεριτοναϊκή κοιλότητα, ακολουθούν τον κύκλο της γυναίκας και αιμορραγούν συγχρόνως με την περίοδο. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργούν συμφύσεις με τα γύρω όργανα της κοιλιάς και προκαλούν τα κύρια συμπτώματα της νόσου, τα οποία είναι πόνος κατά την περίοδο (δυσμηνόρροια), υπογονιμότητα και στειρότητα.
Ο μηχανισμός αυτός έκανε τον Sampson το 1921 να αναπτύξει τη θεωρία της παλίνδρομης εμμηνορρυσίας. Σύμφωνα με αυτή, ο κύριος όγκος του αίματος της περιόδου, στον οποίο περιέχονται χιλιάδες ενδομητρικά κύτταρα, αποβάλλεται μέσω του τραχήλου της μήτρας στον κόλπο, ενώ ένα μέρος του διαφεύγει μέσω των σαλπίγγων στην ενδοπεριτοναϊκή κοιλότητα, και μάλιστα σε περιοχές κοντά στη μήτρα. Εκεί, η πλειοψηφία των ενδομητρικών κυττάρων καταστρέφεται από τα φαγοκύτταρα του ανοσολογικού συστήματος. Ωστόσο, ένα ποσοστό της τάξεως του 8-10% εμφυτεύεται στις περιοχές αυτές.
Η αδυναμία της θεωρίας να ερμηνεύσει την ύπαρξη ενδομητροειδών εστιών έξω από την περιτοναϊκή κοιλότητα, καθώς και σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει μήτρα (άρα και περίοδος), επανέφεραν στη μνήμη της ιατρικής κοινότητας την παλιά άποψη του Meyer, σύμφωνα με την οποία τα κύτταρα, γενικά, κάτω από ορισμένες επιδράσεις (π.χ. ορμόνες) μπορούν να μεταπλασθούν σε ενδομητρικά (πολυπαραγοντικός χαρακτήρας της ενδομητρίωσης).
Ωστόσο, ανεξάρτητα από τις σπάνιες περιπτώσεις της μετάπλασης, σήμερα οι επιστήμονες πιστεύουν στο συνδυασμό παλίνδρομης εμμηνορρυσίας και αδυναμίας του ανοσολογικού συστήματος να αναπτύξει μηχανισμούς καταστροφής των ενδομητρικών κυττάρων στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Έτσι, γίνεται κατανοητό ότι η επιστήμη στις μέρες μας είναι σε θέση να αντιμετωπίσει με διάφορες θεραπείες τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης, όχι την πρωταρχική αιτία γένεσής της, η οποία φαίνεται να είναι η ανεπάρκεια του ανοσολογικού συστήματος σε μερικές γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας.
Η θεραπεία της ενδομητρίωσης μπορεί να είναι φαρμακευτική, χειρουργική ή/και συνδυασμός των δύο. Η επιλογή εξαρτάται από την ηλικία της πάσχουσας, την επιθυμία της για εγκυμοσύνη, το βαθμό και τη διάρκεια των συμπτωμάτων, καθώς και από το αν πρόκειται για την πρωτοπαθή νόσο ή υποτροπή (επανεμφάνιση εστιών της νόσου). Η χειρουργική θεραπεία περιλαμβάνει τη λαπαροσκοπική επέμβαση, καθώς και πιο ριζικές επεμβάσεις, οι οποίες, παρόλα αυτά, δε γίνονται αποδεκτές από τις περισσότερες γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Η φαρμακευτική αντιμετώπιση είναι ορμονική και περιλαμβάνει, κυρίως, αντισυλληπτικά χάπια, προγεστερόνη ή GnRH, και προκαλεί ανακούφιση των συμπτωμάτων σε πολλές γυναίκες, χωρίς να αντιμετωπίζει ριζικά τη νόσο.
Η τελευταία εξέλιξη στη φαρμακευτική αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης αφορά στη διενογέστη, ένα προγεσταγόνο του οποίου οι ειδικές φαρμακολογικές ιδιότητες το καθιστούν ιδανικό για χορήγηση σε περιπτώσεις μακροχρόνιας αγωγής, κατά την οποία είναι επιβεβλημένος ο συνδυασμός των παραμέτρων της ασφάλειας, ανοχής και συμμόρφωσης των ασθενών στη λήψη του. Η διενογέστη είναι παράγωγο της 19-nor-τεστοστερόνης, αλλά με αντιανδρογονικές ιδιότητες, και χρησιμοποιείται ήδη σε αντισυλληπτικά χάπια συνδυασμού. Η μελέτη της αποτελεσματικότητας της διενογέστης σε μονοθεραπεία 2 mg ημερησίως κατέδειξε ανακούφιση από τα συμπτώματα (δυσμηνόρροια, δυσπαρευνία, διάχυτο άλγος υπογαστρίου και προεμμηνορρυσιακό άλγος). Συγκριτικά με τους GnRH-αγωνιστές, εμφάνισε μικρότερη συχνότητα εμμηνοπαυσιακών συμπτωμάτων, όπως εξάψεις, διαταραχές του ύπνου, ελάττωση της libido και κολπική ξηρότητα, ενώ, σε αντίθεση με τους GnRH-αγωνιστές, δεν εμφάνισε ουδεμία ελάττωση της οστικής πυκνότητας.
Συμπερασματικά, η διάθεση αυτών των νεότερων αποτελεσματικών θεραπευτικών επιλογών στην ενδομητρίωση είναι πολλά υποσχόμενη και έχει ιδιαίτερη σημασία στην αντιμετώπιση μιας πάθησης που επιδρά καταλυτικά στην ποιότητα ζωής των γυναικών που πάσχουν από αυτή.
Τα παραπάνω ανακοινώθηκαν με αφορμή τη διεξαγωγή του 3ου Πανελληνίου Συνεδρίου της Ελληνικής Εταιρείας Γυναικολογικής Ενδοκρινολογίας (Ε.Ε.Γ.Ε.), το οποίο θα πραγματοποιηθεί στις 29-30 Ιανουαρίου 2011 στην Αθήνα, από τον καθηγητή Μαιευτικής - Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντή της Β' Μαιευτικής - Γυναικολογικής Κλινικής του Αρεταίειου Νοσοκομείου Γεώργιο Κρεατσά, τον πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Γυναικολογικής Ενδοκρινολογίας, αναπληρωτή καθηγητή Μαιευτικής - Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Αθανάσιο Χρυσικόπουλο και τον αναπληρωτή καθηγητή Μαιευτικής - Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, αντιπρόεδρο της Παγκόσμιας Εταιρείας Παιδικής και Εφηβικής Γυναικολογίας και αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Παιδικής και Εφηβικής Γυναικολογίας Ευθύμιο Δεληγεώρογλου.
source:in.gr