p

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

Από 2 μέχρι 12 έτη η απόσβεση για τα ενεργειακά κτίρια


Σε περίοδο 2 έως 12 ετών, αναλόγως της παλαιότητας της οικοδομής, μπορεί να γίνει η απόσβεση του κόστους προσαρμογής ενός τυπικού κτιρίου στις απαιτήσεις του Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης (ΚΕΝΑΚ).....

Μάλιστα, από το φθινόπωρο του 2011, με την προγραμματισμένη εξίσωση του φόρου πετρελαίου κίνησης και θέρμανσης, ο χρόνος απόσβεσης αναμένεται να μειωθεί σημαντικά, αποζημιώνοντας αυτούς που θα επενδύσουν τώρα, όπως δήλωσε ο καθηγητής του ΑΠΘ, Αγις Παπαδόπουλος. Και αυτό γιατί τα ενεργειακά αναβαθμισμένα κτίρια θα σπαταλούν λιγότερο πετρέλαιο (και γενικότερα λιγότερη ενέργεια).
«Αμελητέο κόστος», σε σχέση με το όφελος, για τα καινούργια κτίρια
Ο κ. Παπαδόπουλος, που το απόγευμα είναι ομιλητής σε εκδήλωση της Infacoma, μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με συγκεκριμένα παραδείγματα. Όπως λέει, για ένα τυπικό κτίριο, που κατασκευάστηκε το 2008, εφαρμόζοντας τυπικά και σωστά τους κανονισμούς (πχ, θερμομόνωσης), η πρόσθετη επιβάρυνση για την προσαρμογή του στον ΚΕΝΑΚ δεν ξεπερνά το 1%-2% του συνολικού οικοδομικού κόστους.
«Με δεδομένο ότι η προσδοκώμενη εξοικονόμηση ενέργειας σε ένα αναβαθμισμένο κτίριο θα είναι της τάξης του 20%-30%, η περίοδος απόσβεσης διαμορφώνεται σε 2-3 χρόνια. Ο χρόνος αυτός μειώνεται περαιτέρω, αν υπολογιστεί το ακριβότερο πετρέλαιο από το φθινόπωρο», σημειώνει ο κ. Παπαδόπουλος (σύμφωνα με τον οποίο το κόστος θέρμανσης θα αυξηθεί κατά σχεδόν 60%, με την εξίσωση του φόρου πετρελαίου θέρμανσης-κίνησης, επιβαρύνοντας σημαντικά όσους θα έχουν απώλειες ενέργειας, εξαιτίας, πχ, ελλιπούς θερμομόνωσης).
«Με βάση όλα τα παραπάνω, τελικά, για τα καινούργια κτίρια, το κόστος είναι μάλλον αμελητέο», διευκρινίζει ο κ. Παπαδόπουλος, σύμφωνα με τον οποίο, πάντως, αν τα κριτήρια του κανονισμού ήταν πιο αυστηρά, η εξοικονόμηση ενέργειας θα μπορούσε να φτάνει στο 40% στα υφιστάμενα κτίρια και στο 50% στα καινούρια.
Οι παραπάνω εκτιμήσεις κόστους δεν αφορούν ειδικές κατασκευές, όπως για παράδειγμα κτίρια με μεγάλες γυάλινες επιφάνειες, τα οποία έχουν αυξημένες απώλειες ενέργειας και άρα μεγαλύτερες απαιτήσεις θερμομόνωσης.
Μέχρι και 12 έτη ο χρόνος απόσβεσης για παλιές οικοδομές
Πολύ μεγαλύτερες είναι οι απαιτήσεις για τα παλιά κτίρια, όπου οι ελλείψεις πχ, θερμομόνωσης ή "σωστών" κουφωμάτων, ανεβάζουν σημαντικά το κόστος. Για παράδειγμα, σημειώνει ο κ. Παπαδόπουλος, σε 8-12 χρόνια διαμορφώνεται η περίοδος απόσβεσης «για να φτάσει μια τυπική πολυκατοικία, της δεκαετίας του '60, στη Θεσσαλονίκη, σε ένα καλό επίπεδο ενεργειακής απόδοσης (με θερμομόνωση κατακόρυφων δομικών στοιχείων, τοποθέτηση κουφωμάτων, αναβάθμιση της θέρμανσης-ψύξης κλπ), βάσει των σημερινών τιμών πετρελαίου». Με τις τιμές που προβλέπεται να ισχύσουν από τη νέα θερμαντική περίοδο (λόγω της εξίσωσης του πετρελαίου κίνησης-θέρμανσης), η περίοδος αυτή μειώνεται στα έξι έως επτά έτη.
Κατά τον κ. Παπαδόπουλο, μπορεί μεν η οικονομική συγκυρία να είναι πολύ δύσκολη και οι ιδιοκτήτες να δυσκολεύονται να πειστούν, για να καταβάλλουν τώρα ένα ποσό που θα αποσβεστεί σε 12 χρόνια (στην περίπτωση των παλιών κτιρίων), αλλά τελικά η ενεργειακή αναβάθμιση είναι συμφέρουσα. Παράλληλα, σε μια περίοδο που η οικοδομή παραπαίει, ίσως ο ΚΕΝΑΚ να αποτελεί τη μοναδική προοπτική να αναθερμανθεί κάπως η αγορά.
Στα σωστά στοιχεία του ΚΕΝΑΚ, ο κ. Παπαδόπουλος προσμετρά το γεγονός ότι ενθαρρύνει την αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας και «τιμωρεί αυστηρά τη χρήση ηλεκτρικής από λιγνίτη, πχ, για θέρμανση στις κατοικίες ή φωτισμό στα γραφεία», όπως χαρακτηριστικά λέει.
Από την άλλη, όμως, ο νέος νόμος δεν δίνει επαρκή κίνητρα σε κατασκευαστές και μελετητές για να ανεβάσουν τον "πήχη". «Για παράδειγμα, αν ο ΚΕΝΑΚ επιβάλλει θερμομονωτικό υλικό πάχους 7-8 εκατοστών για μια περιοχή και ο κατασκευαστής αποφασίσει να διπλασιάσει αυτό το πάχος, μπορεί μεν να έχουμε ακόμη μεγαλύτερη ενεργειακή εξοικονόμηση, αλλά αυτό δεν αντανακλάται στην κατάταξη του κτιρίου, δεν του δίνει υψηλότερη βαθμολογία», είπε χαρακτηριστικά.
Ζητείται ολιστική αρχιτεκτονική
Στη θετική κατεύθυνση, αλλά άτολμο σε αρκετά σημεία, χαρακτηρίζει τον ΚΕΝΑΚ η αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΑΠΘ, Κλειώ Αξαρλή. Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, υπογράμμισε ότι ο νέος κανονισμός δεν επηρεάζει τον σχεδιασμό των κτιρίων «όσο θα έπρεπε».
Είναι μεν πρωτοποριακός για τα ελληνικά δεδομένα, συνεχίζει, «αλλά λόγω της δύσκολης συγκυρίας και της έλλειψης επαρκών στατιστικών στοιχείων στην Ελλάδα, έχει πολλά άτολμα βήματα και του λείπουν τα πραγματικά ρηξικέλευθα στοιχεία».
Στα «συν» του νέου νόμου, η κα Αξαρλή περιλαμβάνει το γεγονός ότι επιβάλλει πιο αυστηρά επίπεδα θερμομόνωσης, αλλάζει τη φιλοσοφία του τρόπου κατασκευής, πχ, σε σχέση με τις τοιχοποιίες ή τα ανοίγματα και «κινεί» το θέμα της ψύξης και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ).
«Ωστόσο, η ηλιακή πρόσοδος, το κέρδος από τον ήλιο, που θα μπορούσε να μειώσει κατά πολύ τις ανάγκες για θέρμανση, δεν αποτιμάται όσο θα έπρεπε. Πρέπει να σχεδιάζουμε με σύμμαχο τον ήλιο, ακόμη και αν ο αντίκτυπος στη βαθμονόμηση ενός κτιρίου είναι χαμηλός», υπογραμμίζει και προσθέτει ότι αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα είναι μια ολιστική αρχιτεκτονική, που θα ξεκινάει από τον προσανατολισμό του κτιρίου και θα φτάνει μέχρι τη θέση των ανοιγμάτων και τα δομικά υλικά, αλλά παράμετροι όπως αυτές «δεν ποσοτικοποιούνται επαρκώς στον κανονισμό».
πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ