Ο Κλεισθένης γράφει.
Η κατάληξη του κοινοβουλευτισμού σε πρωθυπουργική «δικτατορία» απότοκο της συνταγματικής αλλαγής του Ανδρέα Παπανδρέου αφήνει το λαό ανυπεράσπιστο στις αυθαιρεσίες του εκάστοτε πρωθυπουργού.
Για την ομαλή ροή του κοινοβουλευτικού βίου πρέπει να υπάρχουν προϋποθέσεις αποτροπής αυθαιρεσιών από την εκάστοτε κυβέρνηση δλδ την «ενός ανδρός αρχή».
Υπάρχει η αρχή της δεδηλωμένης αλλά δεν είναι αρκετή γιατί σήμερα τα κόμματα λειτουργούν σαν «μαντριά» και οι βουλευτές ποδηγετούνται απ’ τη λεγόμενη κομματική πειθαρχία και εκβιάζονται από απειλές διαγραφής ή μη συμμετοχής τους στις εκλογικές λίστες. Αυτά βέβαια δεν αθωώνουν κανένα βουλευτή που για χάρη της «καρέκλας» ξεπουλάει τα πιστεύω, τα ιδανικά και τις αρχές του. Ακόμη ο καλπονοθευτικός εκλογικός νόμος δίνει άνετες πλειοψηφίες σε ποσοστά που υπολείπονται κατά πολύ του θεμελιώδους για την δημοκρατία 50% +1.
Στα δημοκρατικά καθεστώτα υπάρχει και η αρχή της δυσαρμονίας κυβέρνησης και εκλογικού σώματος. Η δυσαρμονία μπορεί να υπάρξει και με αθέτηση των προεκλογικών υποσχέσεων και του προεκλογικού προγράμματος του κόμματος που κυβερνά. Κανένας όμως δημοκρατικός θεσμός δεν μπορεί να αποφανθεί επ’ αυτού. Η μειοψηφική κατ’ ουσία κυβέρνηση μπορεί να κυβερνά έστω και αν έχει χάσει την εμπιστοσύνη του λαού και οι πράξεις της έρχονται σε αντίθεση με την λαϊκή θέληση.
Η δυνατότητα της αντιπολίτευσης περιορίζεται σε καταγγελίες και πολιτική κριτική. Τμήματα της αντιπολίτευσης κινητοποιούν τον λαό με επακόλουθα τις σκηνές βίας και τρομοκρατίας που παρακολουθούμε κάθε τόσο. Ο εκάστοτε πρωθυπουργός μπορεί διά των υπουργών του να διατάζει άμεση και διά της βίας καταστολή των κινητοποιήσεων χωρίς κάποιος με θεσμικό ρόλο να μπορεί να αποτρέψει τέτοιες αντιδημοκρατικές πράξεις. Η δικαιοσύνη ουδέποτε κατηγόρησε για κάποιο αδίκημα υπουργό που διέταξε βίαιη καταστολή κινητοποίησης απ’ εναντίας οι εισαγγελείς είναι παρόντες και δεν αντιδρούν στην ωμή και πολλές φορές απροκάλυπτη βία των δυνάμεων καταστολής. Η δικαιολογία είναι ότι οι κινητοποιήσεις είναι παράνομες γιατί τάχα διαταράσσουν την κοινωνική ειρήνη ή τις συγκοινωνίες κτλ.
Η κοινοβουλευτική μας δημοκρατία έχει βέβαια το θεσμό του προέδρου της ένα θεσμό στερούμενο κατ’ ουσία αρμοδιοτήτων και εξουσιών μετατρέποντας τον πρόεδρο της δημοκρατίας από εγγυητή του πολιτεύματος σε απλό παρατηρητή ανήμπορο να αντιδράσει. Η μοναδική δυνατότητα ουσιαστικής πολιτικής παρέμβασης του ΠτΔ είναι η παραίτησή του αν ο ίδιος έχει την γνώμη ότι η κυβέρνηση κινείται είτε με αντιδημοκρατικό τρόπο ή δεν χαίρει της εμπιστοσύνης του λαού. «Πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευτο» λαϊκά. Δεν έχει γίνει ούτε και πρόκειται να γίνει γιατί ο ΠτΔ είναι σπλάχνο κόμματος εξουσίας ή μάλλον σπλάχνο του συστήματος εξουσίας.
Άρα με την ποδηγέτηση της βουλής, τον αφοπλισμό του ΠτΔ και τον εγκλωβισμό της δικαιοσύνης σε νομοθετικά πλαίσια που υπαγορεύονται απ’ τον πρωθυπουργό το σημερινό μας πολίτευμα μπορεί να ονομαστεί πρωθυπουργική δικτατορία.
Η ύπαρξη φωνών για αλλαγή του πολιτεύματος ή αλλαγή της λειτουργίας του υπάρχοντος πολιτεύματος εκτός του ότι αυξάνονται γίνονται και αναγκαίες για την έξοδο απ’ την κρίση και την μη επαναφορά της χώρας σε τέτοιες κρίσιμες και επικίνδυνες καταστάσεις. Το πρόβλημα όμως είναι ότι αυτές οι φωνές είναι «βοούσες εν τη ερήμω». Οι εξουσιαστές δεν ακούνε γιατί δεν τους συμφέρει η ύπαρξη ουσιαστικού ελέγχου, οι πολίτες δεν ακούνε βυθισμένοι στα σοβαρά προβλήματά τους και η χώρα βαδίζει στο «άγνωστο με βάρκα την ελπίδα» ή περιμένει τον «από μηχανής θεό» για να επέλθει η «κάθαρση».
Οι χλιαρές αντιδράσεις σ’ αυτά τα φαινόμενα σημαίνουν ότι σαν λαός αντέχουμε ακόμη, μπορεί να’μαστε στον πάτο αλλά εθελοτυφλώντας πιστεύουμε ότι υπάρχουν ακόμη περιθώρια εφησυχασμού στην αγκαλιά του καναπέ.
http://ideopigi.blogspot.com