Ένα σπάνιο -τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα- εύρημα κρυβόταν στο εσωτερικό του σπηλαίου Δράκαινα της Κεφαλλονιάς. Η εργαστηριακή εξέταση μάζας χώματος από το σπήλαιο αποκάλυψε στα έκπληκτα μάτια των ερευνητών ένα απανθρακωμένο νήμα μήκους μόλις ενός χιλιοστού, η ηλικία του οποίου υπολογίζεται ότι φτάνει τα 7.000 χρόνια!....
Το Σπήλαιο Δράκαινα -αθέατη βραχοσκεπή στη σημερινή του κατάσταση- βρίσκεται στο Φαράγγι του Πόρου, τουριστικό θέρετρο στη νοτιοανατολική ακτή της Κεφαλλονιάς. Το αρχαιολογικό πρόγραμμα στο σπήλαιο ξεκίνησε το 2004 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, υπό την αιγίδα του υπουργείου Πολιτισμού και της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας Νοτίου Ελλάδος, υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου δρος Γεωργίας Στρατούλη και με τη συμμετοχή πολλών ερευνητών και φοιτητών από ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια.
Οι ανασκαφές έφεραν στο φως αρχαιολογικές επιχώσεις που μαρτυρούν τη χρήση του από τη Νεότερη Νεολιθική (μέσα 6ης χιλιετίας) έως την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (μέσα 3ης χιλιετίας). Ύστερα από μακρά περίοδο εγκατάλειψης, το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε εκ νέου από το τέλος του 7ου αιώνα έως τις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. ως ιερό των Νυμφών και του θεού Πάνα. Στη σύγχρονη εποχή, το Σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως μαντρί.
Το νήμα από το Σπήλαιο Δράκαινα, σύμφωνα με την εργαστηριακή ανάλυση που έγινε στο Centre for Textile Research in Copenhagen, φαίνεται να προέρχεται από φυτική πρώτη ύλη (κατά πάσα πιθανότητα λινάρι, τσουκνίδα ή κάνναβη). Επιπλέον αναλύσεις, αυτήν τη φορά με ακτίνες Χ, θα γίνουν εντός του 2011 στο Synchrotron Facility της Γκρενόμπλ, προκειμένου να προσδιοριστεί ποια ήταν ακριβώς η φυτική ύλη που χρησιμοποιήθηκε. Γενικά πάντως, το μικροσκοπικό αυτό εύρημα δείχνει ότι οι άνθρωποι των νεολιθικών χρόνων στην Ελλάδα μπορούσαν να γνέθουν κλωστές και να υφαίνουν υφάσματα. Μαζί με το νήμα εντοπίστηκαν, επίσης, απανθρακωμένα διατροφικά κατάλοιπα (οστά, σπόροι και άλλα φυτικά υπολείμματα) που χρονολογούνται στα τέλη της 6ης χιλιετίας π.Χ.
Λόγω της εύθραυστης φύσης τους, τα απομεινάρια υφασμάτων συναρπάζουν τους αρχαιολόγους. Τα αρχαιότερα νήματα που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα εντοπίστηκαν στο Νάχαλ Χεμάρ, στο Ισραήλ (7η χιλιετία π.Χ.) και στο Τσαταλχογιούκ, στην Τουρκία (6000 π.Χ.).
πηγή: arxaiologia.gr
Το Σπήλαιο Δράκαινα -αθέατη βραχοσκεπή στη σημερινή του κατάσταση- βρίσκεται στο Φαράγγι του Πόρου, τουριστικό θέρετρο στη νοτιοανατολική ακτή της Κεφαλλονιάς. Το αρχαιολογικό πρόγραμμα στο σπήλαιο ξεκίνησε το 2004 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, υπό την αιγίδα του υπουργείου Πολιτισμού και της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας Νοτίου Ελλάδος, υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου δρος Γεωργίας Στρατούλη και με τη συμμετοχή πολλών ερευνητών και φοιτητών από ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια.
Οι ανασκαφές έφεραν στο φως αρχαιολογικές επιχώσεις που μαρτυρούν τη χρήση του από τη Νεότερη Νεολιθική (μέσα 6ης χιλιετίας) έως την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (μέσα 3ης χιλιετίας). Ύστερα από μακρά περίοδο εγκατάλειψης, το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε εκ νέου από το τέλος του 7ου αιώνα έως τις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. ως ιερό των Νυμφών και του θεού Πάνα. Στη σύγχρονη εποχή, το Σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως μαντρί.
Το νήμα από το Σπήλαιο Δράκαινα, σύμφωνα με την εργαστηριακή ανάλυση που έγινε στο Centre for Textile Research in Copenhagen, φαίνεται να προέρχεται από φυτική πρώτη ύλη (κατά πάσα πιθανότητα λινάρι, τσουκνίδα ή κάνναβη). Επιπλέον αναλύσεις, αυτήν τη φορά με ακτίνες Χ, θα γίνουν εντός του 2011 στο Synchrotron Facility της Γκρενόμπλ, προκειμένου να προσδιοριστεί ποια ήταν ακριβώς η φυτική ύλη που χρησιμοποιήθηκε. Γενικά πάντως, το μικροσκοπικό αυτό εύρημα δείχνει ότι οι άνθρωποι των νεολιθικών χρόνων στην Ελλάδα μπορούσαν να γνέθουν κλωστές και να υφαίνουν υφάσματα. Μαζί με το νήμα εντοπίστηκαν, επίσης, απανθρακωμένα διατροφικά κατάλοιπα (οστά, σπόροι και άλλα φυτικά υπολείμματα) που χρονολογούνται στα τέλη της 6ης χιλιετίας π.Χ.
Λόγω της εύθραυστης φύσης τους, τα απομεινάρια υφασμάτων συναρπάζουν τους αρχαιολόγους. Τα αρχαιότερα νήματα που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα εντοπίστηκαν στο Νάχαλ Χεμάρ, στο Ισραήλ (7η χιλιετία π.Χ.) και στο Τσαταλχογιούκ, στην Τουρκία (6000 π.Χ.).
πηγή: arxaiologia.gr