Βρετανοί αστροβιολόγοι προσπαθούν να φτιάξουν μία εξίσωση η οποία θα αποκαλύπτει πόσοι πλανήτες είναι ικανοί να φιλοξενήσουν ζωή, καθώς και αν εμείς θα μπορούσαμε να μετοικήσουμε σε αυτούς......
Αν υπάρχουν δηλαδή οι κατάλληλες συνθήκες ώστε να μπορέσει να επιβιώσει εκεί ο ανθρώπινος οργανισμός. Η νέα εξίσωση διαφέρει από την προϋπάρχουσα εξίσωση του Ντρέικ που υπολογίζει πόσοι εξωγήινοι πολιτισμοί μπορεί να υπάρχουν, χωρίς όμως να παρέχει πληροφορίες για το κατά πόσο οι συνθήκες είναι κατάλληλες για τον άνθρωπο.
Το θέμα είχε παρουσιαστεί στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Πλανητικής Επιστήμης που έγινε πρόσφατα στο Πότσνταμ της Γερμανίας, και εμπνευστές του ήταν οι Axel Hagermann και Charles Cockell, επιστήμονες που μελετούν τους πλανήτες στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο της Βρετανίας.
Ο σκοπός τους είναι να δημιουργήσουν έναν ενιαίο δείκτη που θα φανερώνει αν ένας πλανήτης είναι ικανός να φιλοξενήσει ζωή ή όχι. Πώς θα το κάνουν αυτό; Συγκεντρώνοντας όλα εκείνα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ύπαρξη ζωής.
Έχουν καταλήξει σε τρία βασικά: την παρουσία νερού σε υγρή μορφή, την ύπαρξη χημικών ενώσεων των οποίων ο συνδυασμός οδηγεί σε οργανικές αντιδράσεις και τρίτον την ύπαρξη πηγής ενέργειας που θα είναι κατάλληλη για να λειτουργεί σαν καύσιμο στις αντιδράσεις.
Βασικό ερώτημα παραμένει όμως, αν είναι δυνατόν να ποσοτικοποιηθούν οι παράγοντες για μετοίκηση σε άλλο πλανήτη σε τέτοιο βαθμό που ο κάθε πλανήτης να έχει το δικό του δείκτη μετοίκησης.
Μάλιστα ο Hagermann, υποστήριξε κατά τη διάρκεια του συνεδρίου: «Το πρόβλημα της μέτρησης της μετοίκησης σε έναν άλλον πλανήτη είναι όλο και πιο περίπλοκο και όλο και πιο ενδιαφέρον».
Ο διαχωρισμός βέβαια του σύμπαντος σε κατοικήσιμες και μη κατοικήσιμες ζώνες δεν είναι κάτι εύκολο, γιατί συνεχώς ανακαλύπτονται οργανισμοί που είναι εχθρικοί για τη ζωή. Πάνω σε αυτό, ο Hagermann ανέφερε το εξής απλό παράδειγμα:
«Αν επικεντρωθεί κάποιος στο πώς το φως από ένα αστέρι θα μπορούσε να βοηθήσει ή να εμποδίσει την ανάπτυξη της ζωής, θα διαπιστώσει ότι ενώ τα ορατά και τα υπέρυθρα μήκη κύματος είναι σημαντικά στοιχεία για την ύπαρξη ζωής, διεργασίες όπως οι υπεριώδεις ακτίνες-Χ είναι επιβλαβείς».
Και συνεχίζει : «Αν μπορείτε να φανταστείτε έναν πλανήτη με μια λεπτή ατμόσφαιρα που επιτρέπει να εισέρχονται ορισμένες από αυτές τις επιβλαβείς ακτινοβολίες, θα πρέπει να υπάρχει κάτι στο έδαφος, όπου η «κακή» ακτινοβολία θα αποβάλλεται ενώ η «καλή» θα μπορεί να διεισδύσει».
Ο ερευνητής, διατηρώντας την ελπίδα ότι η εξίσωσή του θα βοηθήσει τους συναδέλφους του και κυρίως τους αστροβιολόγους να κατανοήσουν τι ακριβώς ψάχνουν όταν αναζητούν τη ζωή σε άλλους πλανήτες, λέει σχετικά με το εύρημά του:
"Νιώθω σαν να ψάχνουμε μέσα σε μια εργαλειοθήκη. Έχουμε ένα πρόβλημα: ενώ έχουμε την εργαλειοθήκη, προσπαθούμε να καταλάβουμε ποιο εργαλείο θα χρησιμοποιηθεί πού!".
Πηγή: pyles.tv
Αν υπάρχουν δηλαδή οι κατάλληλες συνθήκες ώστε να μπορέσει να επιβιώσει εκεί ο ανθρώπινος οργανισμός. Η νέα εξίσωση διαφέρει από την προϋπάρχουσα εξίσωση του Ντρέικ που υπολογίζει πόσοι εξωγήινοι πολιτισμοί μπορεί να υπάρχουν, χωρίς όμως να παρέχει πληροφορίες για το κατά πόσο οι συνθήκες είναι κατάλληλες για τον άνθρωπο.
Το θέμα είχε παρουσιαστεί στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Πλανητικής Επιστήμης που έγινε πρόσφατα στο Πότσνταμ της Γερμανίας, και εμπνευστές του ήταν οι Axel Hagermann και Charles Cockell, επιστήμονες που μελετούν τους πλανήτες στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο της Βρετανίας.
Ο σκοπός τους είναι να δημιουργήσουν έναν ενιαίο δείκτη που θα φανερώνει αν ένας πλανήτης είναι ικανός να φιλοξενήσει ζωή ή όχι. Πώς θα το κάνουν αυτό; Συγκεντρώνοντας όλα εκείνα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ύπαρξη ζωής.
Έχουν καταλήξει σε τρία βασικά: την παρουσία νερού σε υγρή μορφή, την ύπαρξη χημικών ενώσεων των οποίων ο συνδυασμός οδηγεί σε οργανικές αντιδράσεις και τρίτον την ύπαρξη πηγής ενέργειας που θα είναι κατάλληλη για να λειτουργεί σαν καύσιμο στις αντιδράσεις.
Βασικό ερώτημα παραμένει όμως, αν είναι δυνατόν να ποσοτικοποιηθούν οι παράγοντες για μετοίκηση σε άλλο πλανήτη σε τέτοιο βαθμό που ο κάθε πλανήτης να έχει το δικό του δείκτη μετοίκησης.
Μάλιστα ο Hagermann, υποστήριξε κατά τη διάρκεια του συνεδρίου: «Το πρόβλημα της μέτρησης της μετοίκησης σε έναν άλλον πλανήτη είναι όλο και πιο περίπλοκο και όλο και πιο ενδιαφέρον».
Ο διαχωρισμός βέβαια του σύμπαντος σε κατοικήσιμες και μη κατοικήσιμες ζώνες δεν είναι κάτι εύκολο, γιατί συνεχώς ανακαλύπτονται οργανισμοί που είναι εχθρικοί για τη ζωή. Πάνω σε αυτό, ο Hagermann ανέφερε το εξής απλό παράδειγμα:
«Αν επικεντρωθεί κάποιος στο πώς το φως από ένα αστέρι θα μπορούσε να βοηθήσει ή να εμποδίσει την ανάπτυξη της ζωής, θα διαπιστώσει ότι ενώ τα ορατά και τα υπέρυθρα μήκη κύματος είναι σημαντικά στοιχεία για την ύπαρξη ζωής, διεργασίες όπως οι υπεριώδεις ακτίνες-Χ είναι επιβλαβείς».
Και συνεχίζει : «Αν μπορείτε να φανταστείτε έναν πλανήτη με μια λεπτή ατμόσφαιρα που επιτρέπει να εισέρχονται ορισμένες από αυτές τις επιβλαβείς ακτινοβολίες, θα πρέπει να υπάρχει κάτι στο έδαφος, όπου η «κακή» ακτινοβολία θα αποβάλλεται ενώ η «καλή» θα μπορεί να διεισδύσει».
Ο ερευνητής, διατηρώντας την ελπίδα ότι η εξίσωσή του θα βοηθήσει τους συναδέλφους του και κυρίως τους αστροβιολόγους να κατανοήσουν τι ακριβώς ψάχνουν όταν αναζητούν τη ζωή σε άλλους πλανήτες, λέει σχετικά με το εύρημά του:
"Νιώθω σαν να ψάχνουμε μέσα σε μια εργαλειοθήκη. Έχουμε ένα πρόβλημα: ενώ έχουμε την εργαλειοθήκη, προσπαθούμε να καταλάβουμε ποιο εργαλείο θα χρησιμοποιηθεί πού!".
Πηγή: pyles.tv