Ορισμένοι «τυφλοί» μπορούν, χωρίς να το συνειδητοποιούν, να παρακάμπτουν τα εμπόδια που συναντάνε στον δρόμο τους, να βλέπουν κάποια χρώματα ή και να αναγνωρίζουν τις εκφράσεις ενός προσώπου. ...
Πώς είναι δυνατόν άτομα που υποφέρουν από μερική ή και ολική τύφλωση να είναι ικανά να δημιουργούν μια σχετικά ακριβή εικόνα του εξωτερικού κόσμου;
Η επιβεβαίωση πάντως... της ύπαρξης ενός τόσο παράδοξου φαινομένου όπως η «τυφλή όραση», και κυρίως η πρόοδος που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στην κατανόηση των νευρολογικών της προϋποθέσεων, γεννούν την εύλογη και άκρως ανησυχητική υποψία ότι αυτό που βλέπουμε με τα μάτια μας δεν ταυτίζεται πάντα με ό,τι βλέπουμε συνειδητά.
Οι άνθρωποι που διαθέτουν ένα φυσιολογικό οπτικό σύστημα είναι ικανοί να δημιουργούν μια ακριβή εικόνα του εξωτερικού κόσμου. Πράγματι, ο εγκέφαλός τους, βασιζόμενος στα όσα καταγράφουν τα μάτια τους, μπορεί να κατασκευάζει μια πιστή εσωτερική αναπαράσταση των όσων υπάρχουν ή συμβαίνουν γύρω του.
Αυτή την ικανότητα δημιουργίας πιστών οπτικών παραστάσεων στερούνται, υποτίθεται, όσοι δεν διαθέτουν ένα ακέραιο ή φυσιολογικό οπτικό σύστημα. Ατομα που έχουν απολέσει μέρος ή το σύνολο των οπτικών τους ικανοτήτων έπειτα από ένα ατύχημα ή από κάποια χειρουργική επέμβαση. Μολονότι βολικές, τέτοιες απόλυτες κατηγοριοποιήσεις (ασθενής-υγιής, ικανός να βλέπει-τυφλός) σπανίως περιγράφουν επαρκώς την πραγματικότητα.
Για παράδειγμα, από πολύ καιρό έχει διαπιστωθεί ότι άνθρωποι που έχουν υποστεί κάποια σοβαρή βλάβη του οπτικού τους συστήματος ή ακόμη και οι εκ γενετής τυφλοί μπορούν, ανάλογα με τη σοβαρότητα της βλάβης, να δημιουργούν λιγότερο ή περισσότερο ακριβείς νοητικές εικόνες των αντικειμένων του εξωτερικού κόσμου. Μάλιστα, ορισμένα εξαιρετικά προικισμένα τυφλά άτομα διαπρέπουν ακόμη και στις εικαστικές τέχνες!
Μας είναι εξαιρετικά δύσκολο ακόμη και να φανταστούμε έναν τυφλό ζωγράφο ή φωτογράφο, αυτό πιθανότατα συμβαίνει επειδή η όραση κυριάρχησε εντέλει πάνω στις άλλες αισθήσεις· κυριαρχία που επιβλήθηκε προοδευτικά, κατά την εξέλιξη των θηλαστικών και κυρίως των πρωτευόντων (στα οποία ανήκουμε και εμείς οι άνθρωποι). Γεγονός που με τη σειρά του εξηγεί επαρκώς τη βαθύτατα ριζωμένη προκατάληψή μας ότι μόνο μέσω των ματιών μας μπορούμε να σχηματίσουμε μια ακριβή εσωτερική αναπαράσταση -δηλαδή μια «πιστή» οπτική εικόνα- του κόσμου που μας περιβάλλει.
Δεν χρειάζεται, ωστόσο, να καταφύγει κανείς σε τόσο ακραίες και σπάνιες περιπτώσεις αναπλήρωσης οπτικών λειτουργιών για να πεισθεί ότι κάποια άτομα, παρά τις σοβαρές απώλειες των αντίστοιχων οπτικών περιοχών, είναι ικανά να «βλέπουν» υποσυνείδητα ορισμένα οπτικά αντικείμενα.
Ηδη από το 1917, μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, έχουν καταγραφεί αρκετές περιπτώσεις στρατιωτών οι οποίοι, παρά τον τραυματισμό των οπτικών περιοχών του εγκεφαλικού τους φλοιού, παρουσίαζαν κάποιες αξιοπρόσεκτες «υπολειμματικές» οπτικές ικανότητες. Μεταγενέστερες έρευνες επιβεβαίωσαν ότι άτομα με σοβαρά τραύματα στον οπτικό φλοιό διατηρούσαν την αινιγματική ικανότητα να ανιχνεύουν και να αναγνωρίζουν την παρουσία ή την κίνηση ορισμένων αντικειμένων.
Θα χρειαστεί να περάσει, δυστυχώς, μισός και πλέον αιώνας για να πραγματοποιηθούν οι πρώτες συστηματικές και απροκατάληπτες έρευνες για την κατανόηση αυτής της παντελώς ανεξήγητης οπτικής ικανότητας. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι αυτή η εξωφρενική καθυστέρηση των σχετικών ερευνών δεν οφείλεται στην έλλειψη κατάλληλων ιατρικών οργάνων για την εκτέλεση πειραμάτων, αλλά πρωτίστως στην ιδεοληπτική εμμονή των ειδικών, οι οποίοι αρνούνταν να αναγνωρίσουν αυτό που έβλεπαν: τις εμφανείς αλλά απαράδεκτες, σύμφωνα με τα διαγνωστικά και θεωρητικά κριτήρια της εποχής, οπτικές ικανότητες ορισμένων «τυφλών» ασθενών!
Η ανακάλυψη της τυφλής όρασης
Μόνο κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο πρωτοπόρος νευροφυσιολόγος Λ. Γουάισκραντζ (L. Weiskrantz) και οι μαθητές του στο Πανεπιστήμιο τη Οξφόρδης άρχισαν να ερευνούν σε πειραματόζωα (πιθήκους) τις συνέπειες στην όραση της μερικής ή ολικής χειρουργικής αφαίρεσης οπτικού φλοιού. Ερευνες που επιβεβαίωσαν την ήδη από το 1930 διατυπωμένη εικασία ότι η αφαίρεση ή η καταστροφή του πρωτοταγούς οπτικού φλοιού, δηλαδή της περιοχής V1 του οπτικού φλοιού (βλ. ειδικό πλαίσιο), δεν οδηγεί σε πλήρη τύφλωση των πειραματόζωων αλλά, αντίθετα, αυτά φαίνεται πως διατηρούν ορισμένες οπτικές ικανότητες.
Ομως ακόμη και αυτά τα πειραματικά αποτελέσματα δεν έπεισαν την επιστημονική κοινότητα. Παρά τις σαφείς ανατομικές και λειτουργικές ομοιότητες του οπτικού συστήματος των πιθήκων με αυτό των ανθρώπων, οι περισσότεροι ειδικοί επέμεναν στην παραδοσιακή και εσφαλμένη αντίληψη ότι η όραση στον άνθρωπο είναι αδύνατη εφόσον καταστραφεί η περιοχή V1 του πρωτοταγούς οπτικού φλοιού.
Για καλή του τύχη ο Γουάισκραντζ, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, άρχισε να παρακολουθεί έναν ασθενή, παγκοσμίως γνωστό με το ακρωνύμιο D.Β. Από τον εγκέφαλο αυτού του ασθενή είχε αφαιρεθεί χειρουργικά ένα καρκινικό συσσωμάτωμα αγγείων που βρισκόταν στον δεξιό πρωτοταγή οπτικό φλοιό του εγκεφάλου του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καταστεί ο D.Β. τυφλός κατά το ήμισυ (ημιανοψία). Μετά την εγχείρηση ο D.Β. δεν έβλεπε κανένα αντικείμενο που βρισκόταν στο αριστερό ημιμόριο του οπτικού του πεδίου, οτιδήποτε υπήρχε στην αριστερή τυφλή περιοχή ήταν γι' αυτόν εντελώς αόρατο.
Παραδόξως όμως, όταν οι ερευνητές έβαζαν το χέρι τους σ' αυτή τη «σκοτεινή ζώνη», ο D.Β. άπλωνε με ακρίβεια το χέρι του για να το πιάσει. Επίσης όταν τοποθετούσαν ένα ραβδί κατακόρυφα ή οριζόντια, και πάλι ο ασθενής ήταν σε θέση να απαντήσει σχετικά με τον προσανατολισμό του ραβδιού. Και μολονότι έδινε σχεδόν πάντα τις σωστές απαντήσεις, ο ίδιος δεν γνώριζε καθόλου ότι απαντούσε σωστά. Με άλλα λόγια δεν είχε καθόλου συνείδηση των οπτικών του ικανοτήτων, μολονότι σαφώς υπήρχαν και, όποτε χρειαζόταν, τις χρησιμοποιούσε με μεγάλη ευχέρεια.
Η συστηματική παρακολούθηση του D.Β. αλλά και άλλων ασθενών με παρόμοιες ικανότητες επέτρεψε στον Γουάισκραντζ και τους συνεργάτες του όχι μόνο να επιβάλουν ως εμπειρικά αυταπόδεικτη την ιδέα της τυφλής όρασης, αλλά και να δείξουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η οπτική ευαισθησία των ασθενών που εκδηλώνουν τυφλή όραση είναι σαφώς μεγαλύτερη από αυτή που εμφανίζουν όσοι βλέπουν φυσιολογικά!
Ο όρος τυφλή όραση (Blindsight) επομένως «αναφέρεται στα άτομα εκείνα που, ενώ δηλώνουν ότι δεν αντιλαμβάνονται οπτικά ερεθίσματα, είναι σε θέση να κάνουν διακρίσεις που προϋποθέτουν οπτικές ικανότητες υψηλού επιπέδου», σύμφωνα με τον ορισμό του ίδιου του Γουάισκραντζ.
Υποσυνείδητη όραση
Χάρη στην πολυετή μελέτη ασθενών όπως ο D.Β., η τυφλή όραση έγινε επίσημα αποδεκτή από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Και μολονότι όμως οι δυνατότητες του D.Β. είναι σπάνιες και εντυπωσιακές, δεν είναι σε καμία περίπτωση μοναδικές. Πολλές άλλες έρευνες σε άτομα με σοβαρές βλάβες στον πρωτοταγή οπτικό φλοιό έχουν πλέον καταγραφεί στη σχετική βιβλιογραφία. Η πιο πρόσφατη έρευνα είναι αυτή που δημοσιεύτηκε πριν από έναν μήνα στο περιοδικό «Scientific American».
Πρόκειται για τα αποτελέσματα της πολυετούς έρευνας της γνωστής Ολλανδέζας ερευνήτριας Μπέατρις ντε Γκέλντερ (Beatrice de Gelder), καθηγήτριας Γνωσιακών Νευροεπιστημών στο Πανεπιστήμιο του Τίλμπουργκ. Στο σχετικό άρθρο παρουσιάζει την περίπτωση του ασθενούς Τ.Ν., μια σπάνια περίπτωση τύφλωσης που προκλήθηκε από δύο απανωτά επεισόδια εγκεφαλικής αποπληξίας.
Επεισόδια που δημιούργησαν σοβαρές βλάβες στον ινιακό λοβό του εγκεφάλου: το πρώτο έπληξε τον αριστερό πρωτοταγή οπτικό φλοιό ενώ το δεύτερο, μετά από πέντε εβδομάδες, τον δεξιό οπτικό φλοιό. Τα μάτια του λειτουργούσαν τέλεια, δεδομένου όμως ότι ο πρωτοταγής οπτικός φλοιός δεν λειτουργούσε, ο Τ.Ν. ήταν πλέον ουσιαστικά τελείως τυφλός.
Παρ' όλα αυτά, όπως διαπίστωσαν έκπληκτοι η Ντε Γκέλντερ και οι συνεργάτες της, ο ασθενής επιδείκνυε εντυπωσιακές ικανότητες τυφλής όρασης. Οπως περιγράφει με μεγάλο ενθουσιασμό η ίδια στο σχετικό άρθρο της, «το βίντεο που γυρίσαμε με τους συνεργάτες μου είναι εντυπωσιακό. Ο τυφλός ασθενής περπατούσε σε έναν μακρύ διάδρομο στον οποίο υπήρχαν κιβώτια, καρέκλες και άλλα έπιπλα γραφείου.
Ο ασθενής, που τον αποκαλούμε Τ.Ν., δεν γνώριζε ότι στον διάδρομο είχαν τοποθετηθεί σκοπίμως όλα αυτά τα εμπόδια, και παρ' όλα αυτά τα αποφεύγει όλα. Περνά ανάμεσα σε ένα καλάθι αχρήστων και τον τοίχο, και παρακάμπτει έναν τρίποδα φωτογραφικής μηχανής, χωρίς να συνειδητοποιεί καθόλου όλους αυτούς τους ελιγμούς και τις ειδικές μανούβρες που ήταν αναγκασμένος να κάνει».
Ο άνετος και αποτελεσματικός τρόπος με τον οποίο ελίσσεται ο Τ.Ν, σύμφωνα με τη συγγραφέα, «είναι πιθανόν η πιο εντυπωσιακή απόδειξη τυφλής όρασης που έχει ποτέ αναφερθεί στη σχετική βιβλιογραφία». Και όπως επισημαίνει, ο τρόπος που κινείται ο Τ.Ν. κατά μήκος του διαδρόμου θυμίζει κάπως την υπνοβασία.
Και σ' αυτή την περίπτωση επιβεβαιώνεται ότι άνθρωποι εν μέρει ή εξ ολοκλήρου τυφλοί είναι σε θέση να αντιλαμβάνονται μια σειρά από οπτικά αντικείμενα: απλά σχήματα, χρώματα, προσανατολισμό και κινήσεις αντικειμένων, ακόμη και τις συναισθηματικές εκφράσεις ενός προσώπου, χωρίς όμως να αναγνωρίζουν αυτό το πρόσωπο ή το φύλο του.
Πώς όμως εξηγείται αυτή η μυστηριώδης αντιληπτική ικανότητα; Και ποιοι είναι οι εγκεφαλικοί μηχανισμοί που επιτρέπουν αυτή την «αόμματη» όραση; Για την ώρα δεν υπάρχουν ακόμη οριστικές απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα.
Το βέβαιο είναι ότι η ασφαλής και απρόσκοπτη κίνηση στον χώρο αποτελεί ζωτική ανάγκη για κάθε έμβυο οργανισμό. Δεν θα εκπλαγούμε καθόλου αν από νέες έρευνες επιβεβαιωθεί ότι, όπως όλα δείχνουν, το κεντρικό νευρικό σύστημα των πιο εξελιγμένων πρωτευόντων διαθέτει και δευτερεύοντα εγκεφαλικά συστήματα προσανατολισμού και ασφαλούς μετακίνησης στον χώρο ακόμη και όταν ο πρωτοταγής οπτικός φλοιός και η συνειδητή όραση που σχετίζεται στενά με αυτόν δεν λειτουργούν ικανοποιητικά.
Υπόθεση η οποία ενισχύεται και από πλήθος νευροβιολογικών ανακαλύψεων σχετικών με τη δομή και την οργάνωση του οπτικού φλοιού στα πρωτεύοντα και ειδικότερα στον άνθρωπο. Πράγματι, οι οπτικές πληροφορίες που συλλέγουν οι οφθαλμοί διαβιβάζονται μέσω του οπτικού νεύρου στον οπτικό φλοιό, αφού υποστούν αρκετή επεξεργασία σε ενδιάμεσους σταθμούς (βλ. ειδικό πλαίσιο).
Κοντολογίς, σύμφωνα με την ερμηνεία των πειραματικών δεδομένων που έχει προτείνει ο Γουάισκραντζ, οι οπτικές πληροφορίες στην πορεία τους από τα μάτια προς τον οπτικό φλοιό χωρίζονται σε δύο ρεύματα που ακολουθούν δύο διαφορετικές οδούς: μία εξελικτικά αρχαιότερη, η οποία πηγαίνει από τα μάτια προς το άνω διδύμιο, που βρίσκεται στο εγκεφαλικό στέλεχος, και από εκεί καταλήγει στον κροταφικό λοβό.
Αυτή η οπτική οδός διαμορφώνει μια πρώτη, ταχύτατη αλλά ασαφή αντίληψη των οπτικών αντικειμένων. Και μια δεύτερη οδό, πιο πρόσφατη εξελικτικά, και ταυτόχρονα πολύ πιο περίπλοκη και χρονοβόρα, που πηγαίνει από τα μάτια στον έξω γονατώδη πυρήνα και από εκεί καταλήγει στον οπτικό εγκέφαλο, όπου οι πληροφορίες υφίστανται λεπτομερή επεξεργασία και ανάλυση από περίπου τριάντα διαφορετικές οπτικές περιοχές, κάθε μία εξειδικευμένη σε κάποιο οπτικό γνώρισμα.
Οταν η νεότερη εξελικτικά και πολυπλοκότερη λειτουργικά οπτική οδός αποσυνδεθεί ή καταστραφεί -από κάποια βλάβη ή από χειρουργική επέμβαση- τότε η μόνη οπτική οδός που απομένει στον εγκέφαλό μας είναι η εξελικτικά αρχαιότερη, ταχύτερη αλλά και πιο ατελής οπτική οδός. Αυτή η ιδιοφυής και αρκετά τολμηρή ερμηνεία των διαθέσιμων παρατηρησιακών δεδομένων έχει μια πολύ σημαντική συνέπεια για την ανθρώπινη αυτογνωσία.
Αν ισχύει, τότε η συνειδητή όραση (τι είναι αυτό που βλέπω) αφορά αποκλειστικά τη λειτουργία της νεότερης οπτικής οδού. Ενώ η αρχαιότερη εξελικτικά οπτική οδός είναι καταδικασμένη να παραμένει τυφλή (βλέπω κάτι αλλά δεν ξέρω τι). Με άλλα λόγια η τυφλή όραση είναι το προϊόν της ενεργοποίησης του εξελικτικά αρχαιότερου οπτικού μας εγκεφάλου!
Επειδή δεν βλέπουμε με τα... μάτια μας
Το ευτυχές γεγονός ότι η λειτουργία της όρασης μοιάζει απολύτως φυσική και σχεδόν αυτόματη αποτέλεσε και ενδεχομένως εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για να αναγνωρίσουμε την απίστευτη πολυπλοκότητά της.
Φαίνεται αρκετά εύκολο: απλώς ανοίγουμε τα μάτια μας και όλος ο πλούσιος κόσμος από χρώματα, σχήματα και μορφές εισέρχεται και καταγράφεται μέσα στον εγκέφαλό μας, χωρίς καμία προσπάθεια.
Για τη σύγχρονη νευροεπιστήμη, η όραση δεν είναι καθόλου η παθητική αισθητηριακή καταγραφή του κόσμου που μας περιβάλλει. Αντίθετα πρόκειται για μια απίστευτα πολύπλοκη εγκεφαλική-νοητική διεργασία που μας επιτρέπει να γνωρίζουμε τον κόσμο. Ο οπτικός μας εγκέφαλος δεν καταγράφει παθητικά σαν φωτογραφική μηχανή τις δισδιάστατες εικόνες που φτάνουν σε αυτόν από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα των ματιών, αλλά κατασκευάζει ενεργητικά τον πλούσιο τρισδιάστατο κόσμο που εντέλει «βλέπει».
Αλλά και ο ίδιος ο οπτικός εγκέφαλος, που καλύπτει τους δύο ινιακούς λοβούς στο πίσω μέρος του εγκεφάλου, δεν αποτελεί μια ενιαία δομή (βλ. εικόνα), αλλά χωρίζεται σε πολλά επιμέρους διαμερίσματα, καθένα από τα οποία είναι εξειδικευμένο στην ανάλυση και επεξεργασία μιας ορισμένης ιδιότητας των οπτικών πληροφοριών.
Τα οπτικά σήματα που ταξιδεύουν από τα μάτια στον οπτικό εγκέφαλο εισέρχονται σε αυτόν μέσω της κύριας πύλης που ονομάζεται πρωτοταγής ή ταινιωτός οπτικός φλοιός (V1). Από εκεί τα οπτικά σήματα, αφού υποστούν μια πρώτη επεξεργασία, διανέμονται στα εξωταινιωτικά διαμερίσματα που βρίσκονται γύρω από αυτόν (περιοχές V2 - V5) και τα οποία εξειδικεύονται στην ανάλυση μεμονωμένων χαρακτηριστικών της οπτικής σκηνής (χρώμα, μορφή, κίνηση του ορατού αντικειμένου).
source:24gr.
Πώς είναι δυνατόν άτομα που υποφέρουν από μερική ή και ολική τύφλωση να είναι ικανά να δημιουργούν μια σχετικά ακριβή εικόνα του εξωτερικού κόσμου;
Η επιβεβαίωση πάντως... της ύπαρξης ενός τόσο παράδοξου φαινομένου όπως η «τυφλή όραση», και κυρίως η πρόοδος που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στην κατανόηση των νευρολογικών της προϋποθέσεων, γεννούν την εύλογη και άκρως ανησυχητική υποψία ότι αυτό που βλέπουμε με τα μάτια μας δεν ταυτίζεται πάντα με ό,τι βλέπουμε συνειδητά.
Οι άνθρωποι που διαθέτουν ένα φυσιολογικό οπτικό σύστημα είναι ικανοί να δημιουργούν μια ακριβή εικόνα του εξωτερικού κόσμου. Πράγματι, ο εγκέφαλός τους, βασιζόμενος στα όσα καταγράφουν τα μάτια τους, μπορεί να κατασκευάζει μια πιστή εσωτερική αναπαράσταση των όσων υπάρχουν ή συμβαίνουν γύρω του.
Αυτή την ικανότητα δημιουργίας πιστών οπτικών παραστάσεων στερούνται, υποτίθεται, όσοι δεν διαθέτουν ένα ακέραιο ή φυσιολογικό οπτικό σύστημα. Ατομα που έχουν απολέσει μέρος ή το σύνολο των οπτικών τους ικανοτήτων έπειτα από ένα ατύχημα ή από κάποια χειρουργική επέμβαση. Μολονότι βολικές, τέτοιες απόλυτες κατηγοριοποιήσεις (ασθενής-υγιής, ικανός να βλέπει-τυφλός) σπανίως περιγράφουν επαρκώς την πραγματικότητα.
Για παράδειγμα, από πολύ καιρό έχει διαπιστωθεί ότι άνθρωποι που έχουν υποστεί κάποια σοβαρή βλάβη του οπτικού τους συστήματος ή ακόμη και οι εκ γενετής τυφλοί μπορούν, ανάλογα με τη σοβαρότητα της βλάβης, να δημιουργούν λιγότερο ή περισσότερο ακριβείς νοητικές εικόνες των αντικειμένων του εξωτερικού κόσμου. Μάλιστα, ορισμένα εξαιρετικά προικισμένα τυφλά άτομα διαπρέπουν ακόμη και στις εικαστικές τέχνες!
Μας είναι εξαιρετικά δύσκολο ακόμη και να φανταστούμε έναν τυφλό ζωγράφο ή φωτογράφο, αυτό πιθανότατα συμβαίνει επειδή η όραση κυριάρχησε εντέλει πάνω στις άλλες αισθήσεις· κυριαρχία που επιβλήθηκε προοδευτικά, κατά την εξέλιξη των θηλαστικών και κυρίως των πρωτευόντων (στα οποία ανήκουμε και εμείς οι άνθρωποι). Γεγονός που με τη σειρά του εξηγεί επαρκώς τη βαθύτατα ριζωμένη προκατάληψή μας ότι μόνο μέσω των ματιών μας μπορούμε να σχηματίσουμε μια ακριβή εσωτερική αναπαράσταση -δηλαδή μια «πιστή» οπτική εικόνα- του κόσμου που μας περιβάλλει.
Δεν χρειάζεται, ωστόσο, να καταφύγει κανείς σε τόσο ακραίες και σπάνιες περιπτώσεις αναπλήρωσης οπτικών λειτουργιών για να πεισθεί ότι κάποια άτομα, παρά τις σοβαρές απώλειες των αντίστοιχων οπτικών περιοχών, είναι ικανά να «βλέπουν» υποσυνείδητα ορισμένα οπτικά αντικείμενα.
Ηδη από το 1917, μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, έχουν καταγραφεί αρκετές περιπτώσεις στρατιωτών οι οποίοι, παρά τον τραυματισμό των οπτικών περιοχών του εγκεφαλικού τους φλοιού, παρουσίαζαν κάποιες αξιοπρόσεκτες «υπολειμματικές» οπτικές ικανότητες. Μεταγενέστερες έρευνες επιβεβαίωσαν ότι άτομα με σοβαρά τραύματα στον οπτικό φλοιό διατηρούσαν την αινιγματική ικανότητα να ανιχνεύουν και να αναγνωρίζουν την παρουσία ή την κίνηση ορισμένων αντικειμένων.
Θα χρειαστεί να περάσει, δυστυχώς, μισός και πλέον αιώνας για να πραγματοποιηθούν οι πρώτες συστηματικές και απροκατάληπτες έρευνες για την κατανόηση αυτής της παντελώς ανεξήγητης οπτικής ικανότητας. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι αυτή η εξωφρενική καθυστέρηση των σχετικών ερευνών δεν οφείλεται στην έλλειψη κατάλληλων ιατρικών οργάνων για την εκτέλεση πειραμάτων, αλλά πρωτίστως στην ιδεοληπτική εμμονή των ειδικών, οι οποίοι αρνούνταν να αναγνωρίσουν αυτό που έβλεπαν: τις εμφανείς αλλά απαράδεκτες, σύμφωνα με τα διαγνωστικά και θεωρητικά κριτήρια της εποχής, οπτικές ικανότητες ορισμένων «τυφλών» ασθενών!
Η ανακάλυψη της τυφλής όρασης
Μόνο κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο πρωτοπόρος νευροφυσιολόγος Λ. Γουάισκραντζ (L. Weiskrantz) και οι μαθητές του στο Πανεπιστήμιο τη Οξφόρδης άρχισαν να ερευνούν σε πειραματόζωα (πιθήκους) τις συνέπειες στην όραση της μερικής ή ολικής χειρουργικής αφαίρεσης οπτικού φλοιού. Ερευνες που επιβεβαίωσαν την ήδη από το 1930 διατυπωμένη εικασία ότι η αφαίρεση ή η καταστροφή του πρωτοταγούς οπτικού φλοιού, δηλαδή της περιοχής V1 του οπτικού φλοιού (βλ. ειδικό πλαίσιο), δεν οδηγεί σε πλήρη τύφλωση των πειραματόζωων αλλά, αντίθετα, αυτά φαίνεται πως διατηρούν ορισμένες οπτικές ικανότητες.
Ομως ακόμη και αυτά τα πειραματικά αποτελέσματα δεν έπεισαν την επιστημονική κοινότητα. Παρά τις σαφείς ανατομικές και λειτουργικές ομοιότητες του οπτικού συστήματος των πιθήκων με αυτό των ανθρώπων, οι περισσότεροι ειδικοί επέμεναν στην παραδοσιακή και εσφαλμένη αντίληψη ότι η όραση στον άνθρωπο είναι αδύνατη εφόσον καταστραφεί η περιοχή V1 του πρωτοταγούς οπτικού φλοιού.
Για καλή του τύχη ο Γουάισκραντζ, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, άρχισε να παρακολουθεί έναν ασθενή, παγκοσμίως γνωστό με το ακρωνύμιο D.Β. Από τον εγκέφαλο αυτού του ασθενή είχε αφαιρεθεί χειρουργικά ένα καρκινικό συσσωμάτωμα αγγείων που βρισκόταν στον δεξιό πρωτοταγή οπτικό φλοιό του εγκεφάλου του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καταστεί ο D.Β. τυφλός κατά το ήμισυ (ημιανοψία). Μετά την εγχείρηση ο D.Β. δεν έβλεπε κανένα αντικείμενο που βρισκόταν στο αριστερό ημιμόριο του οπτικού του πεδίου, οτιδήποτε υπήρχε στην αριστερή τυφλή περιοχή ήταν γι' αυτόν εντελώς αόρατο.
Παραδόξως όμως, όταν οι ερευνητές έβαζαν το χέρι τους σ' αυτή τη «σκοτεινή ζώνη», ο D.Β. άπλωνε με ακρίβεια το χέρι του για να το πιάσει. Επίσης όταν τοποθετούσαν ένα ραβδί κατακόρυφα ή οριζόντια, και πάλι ο ασθενής ήταν σε θέση να απαντήσει σχετικά με τον προσανατολισμό του ραβδιού. Και μολονότι έδινε σχεδόν πάντα τις σωστές απαντήσεις, ο ίδιος δεν γνώριζε καθόλου ότι απαντούσε σωστά. Με άλλα λόγια δεν είχε καθόλου συνείδηση των οπτικών του ικανοτήτων, μολονότι σαφώς υπήρχαν και, όποτε χρειαζόταν, τις χρησιμοποιούσε με μεγάλη ευχέρεια.
Η συστηματική παρακολούθηση του D.Β. αλλά και άλλων ασθενών με παρόμοιες ικανότητες επέτρεψε στον Γουάισκραντζ και τους συνεργάτες του όχι μόνο να επιβάλουν ως εμπειρικά αυταπόδεικτη την ιδέα της τυφλής όρασης, αλλά και να δείξουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η οπτική ευαισθησία των ασθενών που εκδηλώνουν τυφλή όραση είναι σαφώς μεγαλύτερη από αυτή που εμφανίζουν όσοι βλέπουν φυσιολογικά!
Ο όρος τυφλή όραση (Blindsight) επομένως «αναφέρεται στα άτομα εκείνα που, ενώ δηλώνουν ότι δεν αντιλαμβάνονται οπτικά ερεθίσματα, είναι σε θέση να κάνουν διακρίσεις που προϋποθέτουν οπτικές ικανότητες υψηλού επιπέδου», σύμφωνα με τον ορισμό του ίδιου του Γουάισκραντζ.
Υποσυνείδητη όραση
Χάρη στην πολυετή μελέτη ασθενών όπως ο D.Β., η τυφλή όραση έγινε επίσημα αποδεκτή από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Και μολονότι όμως οι δυνατότητες του D.Β. είναι σπάνιες και εντυπωσιακές, δεν είναι σε καμία περίπτωση μοναδικές. Πολλές άλλες έρευνες σε άτομα με σοβαρές βλάβες στον πρωτοταγή οπτικό φλοιό έχουν πλέον καταγραφεί στη σχετική βιβλιογραφία. Η πιο πρόσφατη έρευνα είναι αυτή που δημοσιεύτηκε πριν από έναν μήνα στο περιοδικό «Scientific American».
Πρόκειται για τα αποτελέσματα της πολυετούς έρευνας της γνωστής Ολλανδέζας ερευνήτριας Μπέατρις ντε Γκέλντερ (Beatrice de Gelder), καθηγήτριας Γνωσιακών Νευροεπιστημών στο Πανεπιστήμιο του Τίλμπουργκ. Στο σχετικό άρθρο παρουσιάζει την περίπτωση του ασθενούς Τ.Ν., μια σπάνια περίπτωση τύφλωσης που προκλήθηκε από δύο απανωτά επεισόδια εγκεφαλικής αποπληξίας.
Επεισόδια που δημιούργησαν σοβαρές βλάβες στον ινιακό λοβό του εγκεφάλου: το πρώτο έπληξε τον αριστερό πρωτοταγή οπτικό φλοιό ενώ το δεύτερο, μετά από πέντε εβδομάδες, τον δεξιό οπτικό φλοιό. Τα μάτια του λειτουργούσαν τέλεια, δεδομένου όμως ότι ο πρωτοταγής οπτικός φλοιός δεν λειτουργούσε, ο Τ.Ν. ήταν πλέον ουσιαστικά τελείως τυφλός.
Παρ' όλα αυτά, όπως διαπίστωσαν έκπληκτοι η Ντε Γκέλντερ και οι συνεργάτες της, ο ασθενής επιδείκνυε εντυπωσιακές ικανότητες τυφλής όρασης. Οπως περιγράφει με μεγάλο ενθουσιασμό η ίδια στο σχετικό άρθρο της, «το βίντεο που γυρίσαμε με τους συνεργάτες μου είναι εντυπωσιακό. Ο τυφλός ασθενής περπατούσε σε έναν μακρύ διάδρομο στον οποίο υπήρχαν κιβώτια, καρέκλες και άλλα έπιπλα γραφείου.
Ο ασθενής, που τον αποκαλούμε Τ.Ν., δεν γνώριζε ότι στον διάδρομο είχαν τοποθετηθεί σκοπίμως όλα αυτά τα εμπόδια, και παρ' όλα αυτά τα αποφεύγει όλα. Περνά ανάμεσα σε ένα καλάθι αχρήστων και τον τοίχο, και παρακάμπτει έναν τρίποδα φωτογραφικής μηχανής, χωρίς να συνειδητοποιεί καθόλου όλους αυτούς τους ελιγμούς και τις ειδικές μανούβρες που ήταν αναγκασμένος να κάνει».
Ο άνετος και αποτελεσματικός τρόπος με τον οποίο ελίσσεται ο Τ.Ν, σύμφωνα με τη συγγραφέα, «είναι πιθανόν η πιο εντυπωσιακή απόδειξη τυφλής όρασης που έχει ποτέ αναφερθεί στη σχετική βιβλιογραφία». Και όπως επισημαίνει, ο τρόπος που κινείται ο Τ.Ν. κατά μήκος του διαδρόμου θυμίζει κάπως την υπνοβασία.
Και σ' αυτή την περίπτωση επιβεβαιώνεται ότι άνθρωποι εν μέρει ή εξ ολοκλήρου τυφλοί είναι σε θέση να αντιλαμβάνονται μια σειρά από οπτικά αντικείμενα: απλά σχήματα, χρώματα, προσανατολισμό και κινήσεις αντικειμένων, ακόμη και τις συναισθηματικές εκφράσεις ενός προσώπου, χωρίς όμως να αναγνωρίζουν αυτό το πρόσωπο ή το φύλο του.
Πώς όμως εξηγείται αυτή η μυστηριώδης αντιληπτική ικανότητα; Και ποιοι είναι οι εγκεφαλικοί μηχανισμοί που επιτρέπουν αυτή την «αόμματη» όραση; Για την ώρα δεν υπάρχουν ακόμη οριστικές απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα.
Το βέβαιο είναι ότι η ασφαλής και απρόσκοπτη κίνηση στον χώρο αποτελεί ζωτική ανάγκη για κάθε έμβυο οργανισμό. Δεν θα εκπλαγούμε καθόλου αν από νέες έρευνες επιβεβαιωθεί ότι, όπως όλα δείχνουν, το κεντρικό νευρικό σύστημα των πιο εξελιγμένων πρωτευόντων διαθέτει και δευτερεύοντα εγκεφαλικά συστήματα προσανατολισμού και ασφαλούς μετακίνησης στον χώρο ακόμη και όταν ο πρωτοταγής οπτικός φλοιός και η συνειδητή όραση που σχετίζεται στενά με αυτόν δεν λειτουργούν ικανοποιητικά.
Υπόθεση η οποία ενισχύεται και από πλήθος νευροβιολογικών ανακαλύψεων σχετικών με τη δομή και την οργάνωση του οπτικού φλοιού στα πρωτεύοντα και ειδικότερα στον άνθρωπο. Πράγματι, οι οπτικές πληροφορίες που συλλέγουν οι οφθαλμοί διαβιβάζονται μέσω του οπτικού νεύρου στον οπτικό φλοιό, αφού υποστούν αρκετή επεξεργασία σε ενδιάμεσους σταθμούς (βλ. ειδικό πλαίσιο).
Κοντολογίς, σύμφωνα με την ερμηνεία των πειραματικών δεδομένων που έχει προτείνει ο Γουάισκραντζ, οι οπτικές πληροφορίες στην πορεία τους από τα μάτια προς τον οπτικό φλοιό χωρίζονται σε δύο ρεύματα που ακολουθούν δύο διαφορετικές οδούς: μία εξελικτικά αρχαιότερη, η οποία πηγαίνει από τα μάτια προς το άνω διδύμιο, που βρίσκεται στο εγκεφαλικό στέλεχος, και από εκεί καταλήγει στον κροταφικό λοβό.
Αυτή η οπτική οδός διαμορφώνει μια πρώτη, ταχύτατη αλλά ασαφή αντίληψη των οπτικών αντικειμένων. Και μια δεύτερη οδό, πιο πρόσφατη εξελικτικά, και ταυτόχρονα πολύ πιο περίπλοκη και χρονοβόρα, που πηγαίνει από τα μάτια στον έξω γονατώδη πυρήνα και από εκεί καταλήγει στον οπτικό εγκέφαλο, όπου οι πληροφορίες υφίστανται λεπτομερή επεξεργασία και ανάλυση από περίπου τριάντα διαφορετικές οπτικές περιοχές, κάθε μία εξειδικευμένη σε κάποιο οπτικό γνώρισμα.
Οταν η νεότερη εξελικτικά και πολυπλοκότερη λειτουργικά οπτική οδός αποσυνδεθεί ή καταστραφεί -από κάποια βλάβη ή από χειρουργική επέμβαση- τότε η μόνη οπτική οδός που απομένει στον εγκέφαλό μας είναι η εξελικτικά αρχαιότερη, ταχύτερη αλλά και πιο ατελής οπτική οδός. Αυτή η ιδιοφυής και αρκετά τολμηρή ερμηνεία των διαθέσιμων παρατηρησιακών δεδομένων έχει μια πολύ σημαντική συνέπεια για την ανθρώπινη αυτογνωσία.
Αν ισχύει, τότε η συνειδητή όραση (τι είναι αυτό που βλέπω) αφορά αποκλειστικά τη λειτουργία της νεότερης οπτικής οδού. Ενώ η αρχαιότερη εξελικτικά οπτική οδός είναι καταδικασμένη να παραμένει τυφλή (βλέπω κάτι αλλά δεν ξέρω τι). Με άλλα λόγια η τυφλή όραση είναι το προϊόν της ενεργοποίησης του εξελικτικά αρχαιότερου οπτικού μας εγκεφάλου!
Επειδή δεν βλέπουμε με τα... μάτια μας
Το ευτυχές γεγονός ότι η λειτουργία της όρασης μοιάζει απολύτως φυσική και σχεδόν αυτόματη αποτέλεσε και ενδεχομένως εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για να αναγνωρίσουμε την απίστευτη πολυπλοκότητά της.
Φαίνεται αρκετά εύκολο: απλώς ανοίγουμε τα μάτια μας και όλος ο πλούσιος κόσμος από χρώματα, σχήματα και μορφές εισέρχεται και καταγράφεται μέσα στον εγκέφαλό μας, χωρίς καμία προσπάθεια.
Για τη σύγχρονη νευροεπιστήμη, η όραση δεν είναι καθόλου η παθητική αισθητηριακή καταγραφή του κόσμου που μας περιβάλλει. Αντίθετα πρόκειται για μια απίστευτα πολύπλοκη εγκεφαλική-νοητική διεργασία που μας επιτρέπει να γνωρίζουμε τον κόσμο. Ο οπτικός μας εγκέφαλος δεν καταγράφει παθητικά σαν φωτογραφική μηχανή τις δισδιάστατες εικόνες που φτάνουν σε αυτόν από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα των ματιών, αλλά κατασκευάζει ενεργητικά τον πλούσιο τρισδιάστατο κόσμο που εντέλει «βλέπει».
Αλλά και ο ίδιος ο οπτικός εγκέφαλος, που καλύπτει τους δύο ινιακούς λοβούς στο πίσω μέρος του εγκεφάλου, δεν αποτελεί μια ενιαία δομή (βλ. εικόνα), αλλά χωρίζεται σε πολλά επιμέρους διαμερίσματα, καθένα από τα οποία είναι εξειδικευμένο στην ανάλυση και επεξεργασία μιας ορισμένης ιδιότητας των οπτικών πληροφοριών.
Τα οπτικά σήματα που ταξιδεύουν από τα μάτια στον οπτικό εγκέφαλο εισέρχονται σε αυτόν μέσω της κύριας πύλης που ονομάζεται πρωτοταγής ή ταινιωτός οπτικός φλοιός (V1). Από εκεί τα οπτικά σήματα, αφού υποστούν μια πρώτη επεξεργασία, διανέμονται στα εξωταινιωτικά διαμερίσματα που βρίσκονται γύρω από αυτόν (περιοχές V2 - V5) και τα οποία εξειδικεύονται στην ανάλυση μεμονωμένων χαρακτηριστικών της οπτικής σκηνής (χρώμα, μορφή, κίνηση του ορατού αντικειμένου).
source:24gr.