p

Παρασκευή 6 Μαΐου 2011

Βρετανικές Βάσεις στην Κύπρο- Χρήση και κυριαρχία

Εξ αφορμής της χρήσης των βρετανικών στρατιωτικών βάσεων για τις επιχειρήσεις στη Λιβύη, ας επιχειρήσουμε μια συνοπτική ενημέρωση σχετικά με τις πρόνοιες της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης για αυτές, αλλά και μια αντιπαραβολή του καθεστώτος τους όπως προβλέπεται στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης με τις πρόνεις του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ.
Οι βάσεις υπάρχουν στην Κύπρο από Αγγλοκρατίας. Η βάση της RAF (Royal Air Force) Ακρωτηρίου δημιουργήθηκε το 1956. Είναι η μεγαλύτερη αεροπορική βάση εκτός των Βρετανικών Νήσων.


Τότε, μετά την ήττα και αποχώρηση των Αγγλογάλλων από το Σουέζ, η διοίκηση των Βρετανικών Δυνάμεων Μέσης Ανατολής μεταφέρθηκε στην Κύπρο. Από τότε η σημασία των κυπριακών βάσεων για τον βρετανικό γεωστρατηγικό έλεγχο της περιοχής αλλά και πέραν αυτής ως την Κεντρική Ασία, παρέμεινε αμείωτη.

Πέρα από τον ανεφοδιασμό και εφόρμηση από τη Δυτική Βάση Ακρωτηρίου, η Ανατολική Βάση της Δεκέλειας, η οποία είναι συνδεδεμένη με την επισταθμία Αγίου Νικολάου και τον κατασκοπευτικό σταθμό Τροόδους, κρίνονται ιδιαίτερα σημαντικές ως εγκαταστάσεις συλλογής πληροφοριών. Εκτεταμένη μελέτη γι' αυτό ακριβώς το ζήτημα είχε ανατεθεί και κατατεθεί στην Ευρωβουλή από τον Βρετανό ερευνητή δημοσιογράφο Duncan Campbell, ο οποίος αποκάλυψε το 1988 την ύπαρξη του κατασκοπευτικού αγγλοσαξονικού δικτύου Echelon. Η έκθεσή του υπό τον τίτλο Interception Capabilities 2000 κατατέθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο το 1999. Στο δίκτυο Echelon συμμετέχουν εκτός της Βρετανίας, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία, και η Νέα Ζηλανδία. (Αναφορές για τέτοιες κατασκοπευτικές εγκαταστάσεις υπάρχουν και για την Ιαπωνία). Εκτιμήσεις ειδικών ανεβάζουν τον αριθμό των υποκλοπών ημερησίως στα τρία δισεκατομμύρια. Οι υποκλοπές αφορούν τηλεφωνήματα, φαξ καθώς και μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Πιστεύεται ότι το Echelon «ψαρεύει» κάθε τέτοια τηλεπικοινωνία, η οποία αποστέλλεται από οποιαδήποτε γωνιά του πλανήτη.

Από καιρού εις καιρόν και κυρίως λόγω της εκτεταμένης χρήσης και χρησιμότητάς τους σε περιόδους όξυνσης περιφερειακών κρίσεων, όπως η παρούσα στη γείτονα Λιβύη, συζητείται εντονότερα το κατά πόσον οι βρετανικές βάσεις απολαμβάνουν κυριαρχίας ή όχι.

Ας εξετάσουμε το ζήτημα με βάση το διεθνή νόμο. Από τη μια έχουμε το τριπλό βεβαρημένο πιστοποιητικό γέννησης της Κυπριακής Δημοκρατίας: τις Συνθήκες Εγκαθίδρυσης, Εγγύησης και Συμμαχίας. (Η τελευταία αφορούσε μόνο την Κ.Δ., Ελλάδα και Τουρκία και ουσιαστικά ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Οι δύο πρώτες και πάλιν εφαρμόστηκαν επιλεκτικά από τα συμβαλλόμενα μέρη).

Οι πρώτες δύο Συνθήκες καθορίζουν και το αρχικό νομικό πλαίσιο λειτουργίας των βάσεων. Όπως αναφέρω και στο πρόσφατο βιβλίο μου: Είναι σημαντική η διαπίστωση ευθύς εξ αρχής ότι οι Συνθήκες οι οποίες ίδρυσαν την Κυπριακή Δημοκρατία (1959) είναι άρρηκτα δεμένες με την υπόθεση των βρετανικών βάσεων... (Crossing Over Cyprus, Tokyo University of Foreign Studies, Tokyo 2008, σελ. 6).
Το πιο πάνω επιχείρημα αποδεικνύεται με ένα απλό μετροφύλλισμα της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης. Δεν είναι τυχαίο ότι από το πρώτο κιόλας άρθρο καθιερώνονται τα δικαιώματα των Βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων στην νεοσύστατη (1959) τότε Κυπριακή Δημοκρατία. Αναφέρεται δε ρητώς ότι οι δύο περιοχές των βάσεων θα παραμείνουν υπό την κυριαρχία του Ηνωμένου Βασιλείου. Αυτά τα δικαιώματα καταγράφονται λεπτομερώς στα Παραρτήματα της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης σε μια έκταση άνω των εκατό σελίδων...

Το Άρθρο 2 κινείται στο ίδιο μήκος κύματος. Είναι το κυριότερο, κατά την άποψη μου, ως προς την προστασία των βρετανικών στρατιωτικών δικαιωμάτων. Στην παράγραφο 1, η Κ.Δ. δεσμεύεται να παράσχει στο Η.Β. τα δικαιώματα τα οποία με περισσή λεπτομέρεια καταγράφονται στο Παράρτημα Β της Συνθήκης. Ενώ η 2η παράγραφος δεσμεύει την Κ.Δ. να συνεργάζεται πλήρως με το Η.Β. για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της αποτελεσματικής λειτουργίας των στρατιωτικών βάσεων στην Κυρίαρχη Βάση Ακρωτηρίου και στην Κυρίαρχη Βάση Δεκέλειας, και την πλήρη απόλαυση από το Η.Β. των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη Συνθήκη.

Τα επόμενα δύο άρθρα αναφέρονται και πάλιν στο θέμα της ασφάλειας και του καθεστώτος των βρετανικών ενόπλων δυνάμεων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις στο Άρθρο 5 γίνεται αναφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα και στις βασικές ελευθερίες, τις οποίες το νέο κράτος εγγυείται στον κάθε πολίτη του με βάση την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Ρώμη, 4/11/1950) και το Πρωτόκολλο της Σύμβασης (Παρίσι, 20/3/1952).

Άρθρο 10: Μηχανισμός Επίλυσης Διαφορών: Μετά τη συζήτηση θεμάτων που άπτονται της μεταβίβασης εξουσίας στις περιοχές που εγκατελείπει το Η.Β. και τις διεθνείς υποχρεώσεις που αναλαμβάνει η Κ.Δ. στα επόμενα τέσσερα άρθρα, το Άρθρο 10 επανέρχεται στο ζήτημα της διασφάλισης της ομαλής δράσης των Βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων σ' ολόκληρο το νησί. Θεσμοθετείται ως προς τούτο ένας διπλός μηχανισμός επίλυσης προβλημάτων-διαφορών. Σε πρώτο στάδιο επιδιώκεται η συνδιαλλαγή μέσα από διαπραγμάτευση μεταξύ του Τριμερούς Αρχηγείου και των Βρετανών. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ρητά:

Οιαδήποτε απορία ή δυσκολία, η οποία μπορεί να προκύψει από τη λειτουργία των στρατιωτικών απαιτήσεων του Η.Β., ή σε ό,τι αφορά τις πρόνοιες της Συνθήκης όπως αυτές επηρεάζουν το καθεστώς, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δυνάμεων του Η.Β. ή οιονδήποτε άλλων δυνάμεων οι οποίες συνδέονται με αυτές υπό τις πρόνοιες της παρούσας Συνθήκης ή σχετικά με τις ελληνικές, τουρκικές ή κυπριακές Δυνάμεις, θα επιλύεται κανονικά με διαπραγμάτευση μεταξύ του τριμερούς Αρχηγείου της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας και των Αρχών των ενόπλων δυνάμεων του Ηνωμένου Βασιλείου.

Σε δεύτερο στάδιο, αν η διαπραγμάτευση της διαφοράς μεταξύ των στρατιωτικών Αρχών δεν φέρει αποτέλεσμα, το Άρθρο 10 προβλέπει την παραπομπή της σε ειδικό για το σκοπό πενταμελές δικαστήριο, αποτελούμενο από αντιπροσώπους της ΚΔ, Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας υπό ανεξάρτητο πρόεδρο, ο οποίος θα διορίζεται από τον πρόεδρο του Διεθνούς Δικαστηρίου (της Χάγης).

Η επίκληση της εμπλοκής του Τριμερούς Αρχηγείου παραπέμπει στη Συνθήκη Συμμαχίας (Κ.Δ., Ελλάδας, Τουρκίας). Μολαταύτα οι πρόνοιες της Συνθήκης Συμμαχίας έμειναν κενό γράμμα, αφού το Αρχηγείο ποτέ δεν λειτούργησε ουσιαστικά.
Άρθρο 11: Παραρτήματα Αναπόσπατο Μέρος: Το Άρθρο 11 αναφέρει ότι τα Παραρτήματα της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης -τα οποία όπως εξηγήσαμε πιο πάνω είναι πολυσέλιδα και καταγράφουν με λεπτομέρεια το τι θα κρατούσε η Μεγάλη Βρετανία επί του κυπριακού εδάφους- έχουν ισχύ και αποτελεσματικότητα ως αναπόσπαστο μέρος της Συνθήκης.
Τέλος το Άρθρο 12 επιβεβαιώνει ότι η Συνθήκη Εγκαθίδρυσης τίθεται σε ισχύ στις 16 Αυγούστου 1960 με τις υπογραφές των μερών, δηλαδή της Βρετανίας, της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας (για την τελευταία υπέγραψαν ο Μακάριος και ο Fazil Kucuk).
Οι Άγγλοι, όπως όλοι οι λαοί, έχουν πολλά αποφθέγματα. Ένα απ' αυτά αρμόζει στην περίπτωση που συζητάμε. Ας μου επιτραπεί να το παραθέσω αγγλιστί και να επιχειρήσω την απόδοσή του στα ελληνικά: The devil is in the small print. «Ο διάβολος βρίσκεται στα ψιλά γράμματα». Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό από την πιο πάνω ανάλυση, στην περίπτωση της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης ο διάολος έχει ήδη βάλει το ποδάρι του στα χοντρά γράμματα των κύριων άρθρων που συναποτελούν τη συνθήκη. Προς επίρρωση των βρετανικών δικαιωμάτων και απάλειψη οιασδήποτε αμφιβολίας έπεσαν υπογραφές και σε λεπτομερειακά σημειώματα...
Έτσι ενσωματωμένες στην ίδια Συνθήκη υπάρχουν Ανταλλαγές Σημειώσεων (Exchange of Notes) μεταξύ Βρετανίας και Κύπρου, καθώς και μονομερής Δήλωση (Declaration) της Βρετανίας. Κι αυτά τα επισυναπτόμενα έγγραφα επιδιώκουν επίσης τη διασφάλιση της εύρυθμης και απρόσκοπτης λειτουργίας των Βρετανικών Στρατιωτικών Βάσεων και την αποτροπή αμφισβήτησης της κυριαρχίας τους σε απεριόριστο βάθος χρόνου.
Συνοδευτική Δήλωση Πολιτικής της Βρετανίας για τις Βάσεις 1960: Συγκεκριμένα, στην πρώτη παράγραφο της Δήλωσής της η βρετανική Κυβέρνηση καθιστά σαφείς τους στόχους τους οποίους επιδιώκει μέσα από τη διατήρηση της κυριαρχίας των βάσεων:

(1) Αποτελεσματική χρήση των Κυριάρχων Περιοχών ως στρατιωτικών βάσεων.
(2) Πλήρης συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία.
(3) Προστασία των συμφερόντων των κατοικούντων και εργαζομένων στις Περιοχές των Κυριάρχων Βάσεων.

Στην παράγραφο 2, η βρετανική Κυβέρνηση απαριθμεί αυτά που δεν σκοπεύει να πράξει, ότι δηλαδή δεν θα ιδρύσει κρατικές δομές και δεν θα διοικεί μια νέα αποικία.

Όμως τα επτά «Δεν» που απαριθμούνται στην παράγραφο 2, τελούν υπό την αίρεση της στρατιωτικής χρήσης (των Περιοχών), η οποία είναι πρωταρχικής σημασίας. Π.χ. το έβδομο «Δεν», αναφέρει: «Δεν θα απαλλοτριούται ιδιωτική περιουσία εντός των Κυριάρχων Περιοχών των Βάσεων εκτός για στρατιωτικούς σκοπούς με την πληρωμή δίκαιης αποζημίωσης».

Στην πρώτη κιόλας πρόταση της τρίτης παραγράφου της ιδίας Δήλωσης επαναλαμβάνεται ευθύς εξ αρχής η ίδια ασφαλιστική δικλίδα: «Μ' αυτούς τους σκοπούς κατά νουν και υπό τον όρον των στρατιωτικών της αξιώσεων και αναγκών ασφαλείας η Κυβέρνηση της Α.Μ. προβαίνει στην ακόλουθη δήλωση προθέσεων...».

Η τέταρτη παράγραφος διασφαλίζει ότι «τα ανακύπτοντα κόστη από την άσκηση οιωνδήποτε λειτουργιών και υπηρεσιών από τη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διευθετήσεις που προκύπτουν [από τη Συνθήκη] θα βαρύνουν τη Δημοκρατία».

Η πέμπτη και τελευταία παράγραφος της εξασέλιδης Δήλωσης αναφέρει ότι η βρετανική Κυβέρνηση θα συνεργαστεί με τη Δημοκρατία για την το συντομότερο δυνατό ίδρυση Κοινού Συμβουλευτικού Σώματος (Joint Consultative Board), ως μηχανισμού διαβούλευσης και συνεργασίας για την εφαρμογή των προθέσεων πολιτικής της Βρετανίας όσον αφορά όλες τις πτυχές των ζητημάτων που άπτονται των βάσεων.
Καθίσταται σαφές από τη συνοπτική αναφορά στα δώδεκα άρθρα της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης ότι αυτή αποτελεί εν πολλοίς μια συνθήκη κατοχύρωσης της στρατιωτικής και κατασκοπευτικής χρήσης της Κύπρου από τις Βρετανικές Ένοπλες Δυνάμεις. Επιχειρεί να αλυσοδέσει, για να το πούμε με απλά λόγια, το νησί στα κελεύσματα της άσκησης ηγεμονικής και παρεμβατικής πολιτικής από το Λονδίνο στην ευρύτερη περιοχή.
Θα ήθελα να κλείσω, όμως, την περιεκτική παρέμβασή μου στο ζήτημα του καθεστώτος των βάσεων με μια πρέπουσα αναφορά στον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Οι υπογραφείσες Συνθήκες κατατέθηκαν στον ΟΗΕ ως απαιτείτο και η νεοσυσταθείσα Κυπριακή Δημοκρατία κατέστη πλήρες κράτος μέλος του διεθνούς Οργανισμού. Ως εκ τούτου, τόσο οι Συνθήκες όσο και το νέο κράτος-μέλος διέπονται από το πνεύμα αν όχι και το γράμμα του Καταστατικού Χάρτη.
Από το πρώτο κιόλας άρθρο (παράγραφος 2) ο Καταστατικός Χάρτης αναφέρει ρητώς ότι σκοπός των Η.Ε. είναι ο σεβασμός προς την αρχήν της ισότητος των δικαιωμάτων και της αυτοδιαθέσεως των λαών (Κεφ. 1: Σκοποί και Αρχαί). Στο Άρθρο 2 (παράγραφος 4) αναφέρεται επίσης ότι πάντα τα Μέλη θα απέχωσι εις τας διεθνείς αυτών σχέσεις της απειλής ή χρήσεως βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητος ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οιουδήποτε Κράτους ή καθ' οιονδήποτε άλλον τρόπον, ασυμβίβαστον προς τους σκοπούς των Η.Ε.
Είναι φανερό ότι οι Συνθήκες οι οποίες ίδρυσαν την Κυπριακή Δημοκρατία και κατατέθηκαν στο διεθνή Οργανισμό δεν συνάδουν με το πνεύμα του Χάρτη, τους Σκοπούς και τις Αρχές του όπως αυτές διατυπώνονται στο Κεφάλαιο 1.
Για τέτοιες περίεργες και «πονηρές» περιπτώσεις όπως τη δική μας, όπου η Κ.Δ. καθίσταται βάση Συνθηκών ολίγον κυρίαρχη, ο Καταστατικός Χάρτης έχει την απάντηση στο Άρθρο 103 (Κεφάλαιο 16). Το παραθέτω αυτούσιο και αφήνω τα συμπεράσματα στον αναγνώστη:
Εν περιπτώσει συγκρούσεως των κατά τον παρόντα Χάρτην υποχρεώσεων των Μελών των Ηνωμένων Εθνών προς τας υποχρεώσεις αυτών εξ οιασδήποτε άλλης Διεθνούς Συμφωνίας, θα προέχουσιν αι κατά τον παρόντα Χάρτην υποχρεώσεις αυτών.

* Διευθυντής του International Security Forum Κύπρου,(www.inter-security-forum.org,) καθηγητής στο United Nations University (UNU), μέλος του Academic Council for the UN System (ACUNS), συνεργάτης του ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.