Αυτές τις μέρες μπαίνει στην τελική της φάση η διαδικασία ψήφισης στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.) ενός πολύ σημαντικού ντοκουμέντου. Πρόκειται για τον κανονισμό REACH, που προσφέρει τη δυνατότητα αναγνώρισης και σταδιακής απόσυρσης των επικίνδυνων χημικών ουσιών.
Η θέσπιση αυτού του κανονισμού προσκρούει, όμως, στην πανίσχυρη χημική βιομηχανία, η οποία δεν αποδέχεται κανενός είδους ρύθμιση και αντιμετωπίζει με εχθρότητα την αρχή της προφύλαξης που υιοθετείται πρώτη φορά σ' αυτό τον τομέα.
Το ισχύον καθεστώς ελέγχου των χημικών ουσιών στηρίζεται σε αντιλήψεις που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ στα τέλη της δεκαετίας του '70. Η βασική αρχή στο ευρωπαϊκό και αμερικανικό μοντέλο είναι ότι πρέπει να ολοκληρωθεί ο υπολογισμός του κινδύνου που προέρχεται από κάποια ουσία προτού ληφθεί οποιοδήποτε μέτρο ελέγχου. Ομως, όπως, αποδείχτηκε με τραγικό τρόπο στις περιπτώσεις ουσιών όπως το DDT ή το PCB, όταν «ολοκληρωθεί» αυτός ο υπολογισμός είναι πολύ αργά. Το εντομοκτόνο DDT, για παράδειγμα, χρησιμοποιήθηκε ως θαυματουργό φάρμακο για την ελονοσία, όμως σήμερα έχει απαγορευτεί σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες διότι αποδείχτηκε ότι σωρεύεται στον οργανισμό και προκαλεί σοβαρές βλάβες. Το ίδιο συνέβη με το πολυχλωριωμένο διφαινύλιο (PCB, κλοφέν), που όχι μόνο έχει απαγορευτεί η χρήση του, αλλά δεν ξέρουμε και πώς να απαλλαγούμε από τις παλιές συσκευές που το χρησιμοποιούσαν (μετασχηματιστές ΔΕΗ κ.λπ.). Αλλά υπάρχουν και άλλες επικίνδυνες χημικές ουσίες, οι οποίες παρεμβαίνουν στο ορμονικό σύστημα (οι λεγόμενοι ορμονικοί διαταράκτες) και επιδρούν στα οιστρογόνα, την τεστοστερόνη, τον θυρεοειδή.
Εκτός ελέγχου
Το 1981 υπολογίστηκαν σε 100.000 οι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στην αγορά χωρίς να προηγηθεί κάποιος έλεγχος. Για το 86% των 2.500 χημικών ουσιών που παράγονται σε μεγάλες ποσότητες δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα επαρκή στοιχεία για να εκτιμηθεί η επικινδυνότητά τους. Μόνο 41 απ' αυτές οδηγήθηκαν σε έλεγχο και ολοκληρώθηκε η μελέτη των 27. Το 99% δηλαδή των χημικών που κυκλοφορούν ελεύθερα, είναι ανεξέλεγκτα!
Μόλις στις αρχές της δεκαετίας που διανύουμε άρχισε η Ε.Ε. να αντιμετωπίζει με άλλο πνεύμα τον κίνδυνο. Το πρώτο επίσημο ευρωπαϊκό ντοκουμέντο που αποδέχεται την αρχή της «προφύλαξης», ακολουθώντας τη γραμμή που χαράχτηκε από τη Διεθνή Διάσκεψη του Ρίο το 1992, είναι η «Λευκή Βίβλος της Στρατηγικής για μια Μελλοντική Πολιτική στα Χημικά» που υιοθέτησε στις 13 Φεβρουαρίου 2001 η Κομισιόν. Η νέα γραμμή κωδικοποιείται στον κανονισμό REACH.
Η λέξη REACH προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων Registration, Evaluation, Authorization of Chemicals (Καταχώριση, Αξιολόγηση και Αδειοδότηση των Χημικών).
Η «καταχώριση» είναι το πρώτο στάδιο και προβλέπει ότι οι παραγωγοί χημικών θα ενημερώσουν με στοιχεία ασφαλείας των προϊόντων τους τον Οργανισμό Χημικών. Αυτή η υποχρέωση αφορά μόνο χημικά που παράγονται σε μεγάλες ποσότητες και δίνεται αρκετός χρόνος συμμόρφωσης στους παραγωγούς. Η «αξιολόγηση» θα γίνεται για ορισμένα χημικά που παράγονται σε μεγάλους όγκους (πάνω από 100 τόνους/έτος) ενώ τα χημικά πολύ υψηλού κινδύνου θα υπάγονται σε καθεστώς «αδειοδότησης».
Η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο της διεθνούς διαμάχης για τον κανονισμό. Παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει αξιόλογη χημική βιομηχανία, η χώρα μας δεν είχε την τόλμη να υποστηρίξει ανοιχτά τον κανονισμό. Η πολιτική συγκυρία την έφερε στην προεδρία της Ε.Ε. κατά την περίοδο που διεξάγονταν οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις μεταξύ της διεθνούς χημικής βιομηχανίας και αξιωματούχων των Βρυξελλών. Οπως αποκαλύπτουμε στη συνέχεια, εκείνη την περίοδο σημειώθηκε ευθεία παρέμβαση της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα για τον επηρεασμό στελεχών της κυβέρνησης Σημίτη από εκπροσώπους της αμερικανικής χημικής βιομηχανίας. Από ό,τι φαίνεται, οι πιέσεις αυτές απέδωσαν.
Αλλά και με την κυβερνητική αλλαγή, πάλι η Ελλάδα καλείται να παίξει ιδιαίτερο ρόλο στην υπόθεση, εφόσον αρμόδιος για την πολιτική Περιβάλλοντος της Ε.Ε. είναι ο έλληνας επίτροπος Σταύρος Δήμας, ο οποίος δέχτηκε πρόσφατα έμμεση επίθεση από τον επίτροπο Βιομηχανίας Φερχόιγκεν και τον πρόεδρο της Επιτροπής Μπαρόζο με το αναβλητικό επιχείρημα ότι η πρόταση δεν είναι ακόμα ώριμη και ότι απαιτούνται και άλλες μελέτες.
Οπως ανακοίνωσε η Greenpeace, «σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές ο επίτροπος Βιομηχανίας προέβη σε εξαιρετικά ασυνήθιστη κίνηση προσπαθώντας να υποχρεώσει τον επίτροπο Περιβάλλοντος Σταύρο Δήμα να αποδεχτεί μια μεγάλη οπισθοχώρηση στην ίδια την πρόταση της Κομισιόν για το REACH» (1/7/05). Η θέση του κ. Δήμα είναι πράγματι δύσκολη, γιατί εκτός από τις ισχυρές πιέσεις μέσα στην Κομισιόν έχει να αντιμετωπίσει και την αρνητική διάθεση της ελληνικής κυβέρνησης, ειδικά του υπουργού Ανάπτυξης, ο οποίος υιοθετεί απριόρι τις θέσεις της ελληνικής χημικής βιομηχανίας που ταυτίζονται με εκείνες του λόμπι των πολυεθνικών. Ο κ. Σιούφας έφτασε μάλιστα στο σημείο να αναθέσει μέσω κρατικής χρηματοδότησης από το πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα» την εκπόνηση μελέτης αξιολόγησης των επιπτώσεων του REACH στην ίδια τη χημική βιομηχανία, δηλαδή το Σύνδεσμο Χημικών Βιομηχανιών (ΣΕΧΒ)!
Τώρα που κρίνεται η υπόθεση στο Ευρωκοινοβούλιο η προσοχή μας στρέφεται στη στάση που θα κρατήσουν οι έλληνες ευρωβουλευτές, αλλά και τα ίδια τα κόμματα. Οι πολιτικές ομάδες έχουν περίπου εκδηλωθεί: Οι σοσιαλιστές -από τους οποίους προέρχεται και ο εισηγητής του κανονισμού Γκουίντο Σακόνι- τείνουν να υπερψηφίσουν το REACH, ενώ στο Λαϊκό Κόμμα και τους Φιλελεύθερους πλειοψηφούν οι φωνές υπέρ των χημικών βιομηχανιών. Στις μικρότερες ομάδες, Αριστερά και Πράσινοι υποστηρίζουν έναν αυστηρότερο κανονισμό.
Την περασμένη Τρίτη συζητήθηκε η υπόθεση στις Επιτροπές Βιομηχανίας και Εσωτερικού Εμπορίου του Ευρωκοινοβουλίου. Τα πρώτα μηνύματα απ' αυτές τις συζητήσεις είναι ανησυχητικά. Οι δύο επιτροπές προτείνουν ακόμα μεγαλύτερη αποδυνάμωση του κανονισμού, με την εξαίρεση από τη ρύθμιση των χημικών ουσιών που παράγονται σε ποσότητες έως 100 τόνους, αντί των 10 τόνων της αρχικής πρότασης.
Η επέμβαση των ΗΠΑ
Από την πρώτη στιγμή που δημοσιοποιήθηκε η προσπάθεια της Ε.Ε. να ελέγξει κάπως τις επικίνδυνες χημικές ουσίες αντέδρασε έντονα η ισχυρή χημική βιομηχανία των ΗΠΑ.
Η χημική βιομηχανία είναι ένας από τους μεγαλύτερους χρηματοδότες των αμερικανών πολιτικών. Από την προεκλογική περίοδο των εκλογών του 2000 η χημική βιομηχανία εισέφερε πάνω από 21 εκατομμύρια δολάρια στις εκστρατείες υποψηφίων. Το 79% του ποσού αυτού πήγε σε υποψηφίους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ενώ ο Τζορτζ Μπους υπήρξε ο αποδέκτης του μεγαλύτερου ποσού (900.000 δολ.).
Από την «Ουάσιγκτον Ποστ» μαθαίνουμε ότι «η χημική βιομηχανία είναι ένας από τους παθιασμένους υποστηρικτές του Μπους, σύμφωνα με αρκετές πηγές. "Αυτή η βιομηχανία δήλωσε δημόσια ότι θα υποστηρίξει τον Μπους και είναι αποφασισμένη να του διαθέσει ένα τεράστιο ποσό χρημάτων" είπε ο επικεφαλής μεγάλης εμπορικής ένωσης που γνωρίζει τα σχέδια της χημικής βιομηχανίας» («Washington Post», 1/8/99).
Η ευγνωμοσύνη του προέδρου Μπους δεν άργησε να εκδηλωθεί: «Για να απαντήσει στη Λευκή Βίβλο η αμερικανική χημική βιομηχανία υποχρέωσε τέσσερις κρατικές υπηρεσίες να οργανώσουν μια επιθετική εκστρατεία με στόχο να αποδυναμώσουν και να ακυρώσουν την πρόταση», γράφει ο Joseph DiGangi, εκπρόσωπος του Environmental Health Fund, μιας μικρής περιβαλλοντικής ομάδας στις ΗΠΑ, που κάνοντας χρήση του νόμου για την ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών στα δημόσια αρχεία καθώς και πληροφοριών από «μη κατονομαζόμενες πηγές» κατόρθωσε να αποκαλύψει όλο το σκοτεινό παρασκήνιο της ωμής αμερικανικής επέμβασης.
Τα στοιχεία αυτά συγκροτήθηκαν σε επίσημη έκθεση που υπέβαλε την 1/4/2004 στη Βουλή των ΗΠΑ ο Δημοκρατικός βουλευτής Χένρι Ουάξμαν.
Χάρη σ' αυτά τα στοιχεία που ήρθαν στη δημοσιότητα γνωρίζουμε σήμερα το παρασκήνιο μιας απίστευτης προσπάθειας άμεσης επέμβασης των ΗΠΑ στα εσωτερικά της Ε.Ε., μέσω όλων των διαθέσιμων θεμιτών και αθέμιτων μεθόδων. Η επίσημη πλευρά αυτής της προσπάθειας σημαδεύεται από ένα τηλεγράφημα του Κόλιν Πάουελ (21/3/02) προς όλες τις πρεσβείες των ΗΠΑ στην Ε.Ε. και άλλες 35 χώρες.
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μπους ζητούσε από τους υφισταμένους του να υποστηρίξουν τους εκπροσώπους του λόμπι των χημικών βιομηχανιών που ταξίδευε στην Ευρώπη για να συντονιστεί με τους ευρωπαίους βιομηχάνους και να επηρεάσει τις αναποφάσιστες κυβερνήσεις.
Σύμφωνα με τα ντοκουμέντα που ήρθαν στο φως, η εντολή του Πάουελ εφαρμόστηκε πρώτα πρώτα στην Ελλάδα: Στις 4 Μαρτίου 2003 πραγματοποιήθηκε στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα μια σημαντική συνάντηση εκπροσώπων της χημικής βιομηχανίας και αξιωματούχων της πρεσβείας με στόχο να συζητήσουν τον τρόπο που θα επηρεάσουν την ελληνική κυβέρνηση. Οπως διαβάζουμε στο τηλεγράφημα που έστειλε στους ανωτέρους του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο τότε πρεσβευτής Τόμας Μίλερ, οι αξιωματούχοι της πρεσβείας «τούς συμβούλεψαν ότι πρέπει να ενεργοποιήσουν τους συναδέλφους τους της ευρωπαϊκής χημικής βιομηχανίας» και τους «υπέδειξαν τους καταλληλότερους αξιωματούχους της ελληνικής κυβέρνησης που πρέπει να προσεγγίσουν οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας σύμφωνα με τον πολιτικό και το φιλοσοφικό προσανατολισμό τους». Δημοσιεύουμε σε διπλανή στήλη το κείμενο του τηλεγραφήματος, το οποίο αποδεικνύει τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε η Αθήνα στην υπόθεση υπονόμευσης του κανονισμού. Αυτό το αποκαλυπτικό τηλεγράφημα περιλαμβάνεται στην έκθεση του βουλευτή Χένρι Ουάξμαν.
Αυτό που δεν σημειώνει ούτε ο κ. Ουάξμαν στην έκθεσή του ούτε ο κ. Μίλερ στο τηλεγράφημά του είναι η ευτυχής (για τους Αμερικανούς) σύμπτωση ότι επικεφαλής της ομάδας των στελεχών της χημικής βιομηχανίας ήταν ένας Ελληνοαμερικανός, ο Αντριου Λιβέρις. Ο κ. Λιβέρις ήταν τότε πρόεδρος της εταιρείας Dow στις ΗΠΑ. Γενικός διευθυντής της εταιρείας ήταν τότε ένας άλλος Ελληνοαμερικανός, ο Ουίλιαμ Σταυρόπουλος. Σήμερα ο κ. Λιβέρις έχει αναρριχηθεί στο ύπατο αξίωμα του προέδρου και μέλους του δ.σ. ενώ ο κ. Σταυρόπουλος διατηρεί τη θέση του προέδρου του δ.σ. Τα επιφανή αυτά στελέχη της Ομογένειας ασφαλώς θα είχαν πειστικά επιχειρήματα για τους «μη ασχολούμενους με το περιβάλλον» έλληνες υπουργούς. Πολύ περισσότερο που η εταιρεία διατηρεί εργοστάσιο και στη χώρα μας.
Δεν μάθαμε, βέβαια, τι απέγιναν (αν έγιναν) οι επαφές της Dow με τον κ. Τσοχατζόπουλο και πώς αξιοποίησε ο κ. Μίλερ τις καλές του σχέσεις με τις ελληνικές κυβερνήσεις. Το λόμπι δρα με μυστικότητα και η Dow δεν είναι ο πιο κατάλληλος δημόσιος προπαγανδιστής της ασφάλειας των χημικών. Ας μην ξεχνάμε ότι, ενώ έχει συγχωνευτεί με την Union Carbide, την εταιρεία που ενέχεται στην τραγωδία του 1984 στο Μποπάλ της Ινδίας με τους 20.000 νεκρούς και τους 150.000 μολυσμένους, αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες για τη συνεχιζόμενη τραγωδία.
Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι η Ελλάδα ακόμα δεν τόλμησε να συνταχθεί με το μέρος των ευρωπαϊκών κρατών που υποστηρίζουν τον έλεγχο των χημικών. Οσο για την αμερικανική κυβέρνηση, αυτή συνέχισε να υποστηρίζει το λόμπι των πολυεθνικών της χημικής βιομηχανίας.
Ο Κόλιν Πάουελ έστειλε και δεύτερο τηλεγράφημα προς τις αμερικανικές πρεσβείες των κρατών-μελών της Ε.Ε. στις 29/4/03, προτού ακόμα τεθεί σε δημόσια συζήτηση ο κανονισμός. Με εντολή του αρχηγού του Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσεγγίστηκαν πάλι οι αρμόδιοι ευρωπαίοι υπουργοί, προκειμένου να γίνει σαφής η διαφωνία των ΗΠΑ με το REACH. Το Μάρτιο του 2004 στάλθηκε και τρίτο τηλεγράφημα από τον Πάουελ με παρόμοιο περιεχόμενο. Είχαν μεσολαβήσει πολλές υπόγειες παρασκηνιακές πιέσεις που έχουν ήδη ευδοκιμήσει: η διαγραφόμενη τελική μορφή του REACH είναι πολύ πιο ανεκτική για τα επικίνδυνα χημικά σε σχέση με την τολμηρότερη «Λευκή Βίβλο» του 2001.
Η απλή μέθοδος των τριών
Φυσικά, δεν φταίνε μόνο οι κακοί Αμερικανοί που κινδυνεύει με ακύρωση ή πλήρη υπονόμευση το ήδη αποδυναμωμένο ευρωπαϊκό σχέδιο. Αλλωστε, οι δύο μεγαλύτερες χημικές βιομηχανίες σε παγκόσμια κλίμακα δεν είναι αμερικάνικες αλλά ευρωπαϊκές.
Στο σχετικό επίσημο πίνακα προηγείται η γερμανική Basf με πωλήσεις το 2002 30,5 δισ. ευρώ, η επίσης γερμανική Bayer (28,0 δισ.) και ακολουθούν οι αμερικανικές Dow Chemical (27,5), DuPont (24) και Exxon/Mobil (20,5). Τη δεκάδα κλείνουν η γαλλική Atofina (18,5), η ιαπωνική Mitsubishi Chemical (15,0), η ολλανδική Akzo Nobel (13,5), η βρετανική ΒΡ (12,5) και η βρετανο-ολλανδική Shell (11,5).
Αυτά τα νούμερα εξηγούν το γεγονός ότι στις 20 Σεπτεμβρίου 2003 ανέλαβαν μια πρωτοφανή πρωτοβουλία οι αρχηγοί των τριών ευρωπαϊκών κρατών με μεγάλες χημικές βιομηχανίες. Με επιστολή τους προς τον τότε πρόεδρο της Κομισιόν Ρομάνο Πρόντι, ο Μπλερ, ο Σιράκ και ο Σρέντερ έριχναν το προσωπικό τους βάρος στην πλευρά των σκεπτικιστών, δηλαδή εκείνων που υποστηρίζουν ότι πρέπει να αναβληθεί επ' αόριστον ο έλεγχος της επικινδυνότητας των χημικών ουσιών. Το επιχείρημά τους είναι ότι κινδυνεύει η ανταγωνιστικότητα της χημικής βιομηχανίας που είχε μπει σε πρώτη προτεραιότητα πριν από λίγους μήνες (Μάρτιος 2003) στη συνάντηση κορυφής της Λισαβόνας.
Πίσω από την επιστολή των τριών ηγετών βρίσκονταν πάλι οι ΗΠΑ. Σε ένα e-mail της Μπάρμπαρα Νόρτον, υπεύθυνης για το εμπόριο των ΗΠΑ στην Ευρώπη, αναφερόταν ήδη από τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου η σημασία να αναλάβουν πρωτοβουλία «οι ισχυροί ηγέτες της Ε.Ε.» και να πείσουν την Κομισιόν να μην προχωρήσει «προτού πραγματοποιηθεί μια οριστική ανάλυση κέρδους-ζημίας».
Αλλά και στον τομέα της προπαγάνδας για τη δυσφήμηση του REACH συμμετέχει ενεργά το λόμπι της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Ηδη από την περίοδο της «Λευκής Βίβλου» ο Σύνδεσμος Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) ανέθεσε στο μελετητικό γραφείο Αρθουρ Λιτλ να ερευνήσει τις οικονομικές συνέπειες των νέων ρυθμίσεων στη χημική βιομηχανία.
Η έκθεση παρουσιάστηκε το Δεκέμβριο του 2002 και το τελικό της συμπέρασμα συνοψίστηκε σε τρία διαφορετικά σενάρια με τους τίτλους «Σύννεφα», «Θύελλα», «Τυφώνας». Στην καλύτερη περίπτωση οι ερευνητές πρόβλεψαν πτώση στην παραγωγή της γερμανικής χημικής βιομηχανίας 1,4% και απώλεια 150.000 θέσεων εργασίας. Στη χειρότερη (το σενάριο «Τυφώνας») προβλέπεται να πέσει η παραγωγή 20% και να χαθούν 2.350.000 θέσεις εργασίας μόνο στη Γερμανία.
Η έκθεση δέχτηκε έντονη κριτική από ανεξάρτητους μελετητές, αλλά ακόμα και από τη γερμανική κυβέρνηση. Αλλωστε η μελετητική αυτή εταιρεία (Arthur D. Little International) είναι γνωστή για την απροσχημάτιστη υποστήριξη ακραίων νεοφιλελεύθερων μοντέλων. Σε μία από τις γνωστότερες μελέτες της -που παραγγέλθηκαν από την καπνοβιομηχανία Philip Morris το 1999- η εταιρεία υπολόγισε ότι οι πρόωροι θάνατοι των καπνιστών στην Τσεχία συμφέρουν στην κυβέρνηση, διότι τη γλιτώνουν από δαπάνες υγείας, συντάξεις και κατοικία ηλικιωμένων, άρα από καθαρά οικονομικούς λόγους δεν πρέπει να ληφθούν μέτρα κατά του καπνίσματος!
Περιττό να πούμε ότι, παρά την κατακραυγή, και η συμπληρωματική μελέτη που ζητήθηκε από τη γερμανική βιομηχανία για το REACH ανατέθηκε και πάλι στην Αρθουρ Λιτλ.
Μήπως όλα αυτά είναι υπερβολικές ευαισθησίες ανήσυχων οικολόγων; Μακάρι να ήταν έτσι. Μόλις πριν από δέκα μέρες δόθηκε στη δημοσιότητα η επιστημονική μελέτη «Δώρο ζωής» που διεξήχθη στην Ολλανδία από τις οργανώσεις Greenpeace και WWF και αποκαλύπτει ότι ύποπτα ή αποδεδειγμένα επικίνδυνα χημικά που περιέχονται σε προϊόντα καθημερινής χρήσης εισέρχονται στο σώμα εμβρύων μέσω του μητρικού αίματος και του ομφάλιου λώρου. «Τα έμβρυα που τρέφονται από την μητέρα τους μέσω του ομφάλιου λώρου εκτίθενται σε τοξικά χημικά που περιέχονται σε προϊόντα όπως πλαστικά βινυλίου, καθαριστικά, ηλεκτρονικός εξοπλισμός και αρώματα. Είναι τρομακτικό το γεγονός ότι τα χημικά αυτά βρίσκονται στο ανθρώπινο σώμα σε όλα τα στάδια της ζωής μας, ξεκινώντας από την εμβρυακή ηλικία όπου τα παιδί είναι περισσότερο ευάλωτο», λέει ο Νίκος Χαραλαμπίδης, διευθυντής του ελληνικού γραφείου της Greenpeace, ενώ ο Δημήτρης Καραβέλλας, διευθυντής του WWF Ελλάς, συμπληρώνει: «Οι πολίτες πρέπει να αντιδράσουν άμεσα και να απαιτήσουν από τη βιομηχανία να αντικαταστήσει τα επικίνδυνα χημικά με άλλα πιο ασφαλή. Οι δε κυβερνήσεις οφείλουν να ψηφίσουν το νέο ευρωπαϊκό κανονισμό REACH που έχει ως στόχο να ελέγξει και σταδιακά να απαγορεύσει τη χρήση επικίνδυνων χημικών σε προϊόντα της καθημερινότητάς μας».
* Ευχαριστούμε το WWF Ελλάδας και ιδιαίτερα τον υπεύθυνο για τις εκστρατείες πολιτικής του Οργανισμού Αχιλλέα Πληθάρα για τη βοήθειά τους στην έρευνα.
Η χημική ένωση του Τόμας Μίλερ
Το αποκαλυπτικό τηλεγράφημα του πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Τόμας Μίλερ που αναφέρουμε στις διπλανές στήλες στάλθηκε στις 12/3/03, έχει τη διαβάθμιση «ευαίσθητο» και περιλαμβάνει τα εξής:
«Περίληψη:
1. Εκπρόσωποι της Dow Chemical, εκφράζοντας την ανησυχία της εταιρείας για το νέο Κανονισμό της Ε.Ε. για τα χημικά, επισκέφτηκαν την Ελλάδα, προκειμένου να συζητήσουν πώς θα δεσμεύσουν την ελληνική κυβέρνηση στο ρόλο της ως προέδρου της Ε.Ε. να επηρεάσει το σχέδιο νομοθεσίας που αφορά τα χημικά. Ο πρέσβης Μίλερ μαζί με τους ακολούθους για θέματα Εμπορίου και Οικονομίας, τους συμβούλεψε να κάνουν χρήση των τοπικών επιχειρηματικών επαφών τους, ιδιαίτερα με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επίσης (τους συμβούλεψε) να ενισχύσουν το επίπεδο εγρήγορσης των μη ασχολούμενων με το περιβάλλον υπουργών, ειδικά του υπουργού Ανάπτυξης (σ.σ.: τότε ήταν ο κ. Τσοχατζόπουλος) που προεδρεύει στο Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε. (...)
Η ανησυχία της βιομηχανίας:
2. Τρεις εκπρόσωποι της Dow Chemical, ο Αντριου Λιβέρις, πρόεδρος του συγκροτήματος στις ΗΠΑ, ο Λουτσιάνο Ρεσπίνι, πρόεδρος του ευρωπαϊκού κλάδου και ο Θάνος Θωμάς, γενικός διευθυντής Ελλάδας, επισκέφτηκαν στις 4 Μαρτίου την πρεσβεία για να πιέσουν την κυβέρνηση των ΗΠΑ να βοηθήσει στην αλλαγή της υπό ψήφιση ευρωπαϊκής νομοθεσίας που ρυθμίζει τα χημικά. Η επίσκεψή τους έγινε και υπό την ιδιότητα των εκπροσώπων της αμερικανικής και της ευρωπαϊκής ένωσης χημικών βιομηχανιών (American Chemical Council και European Chemical Industry Association). Η Dow είναι από τα σημαντικότερα μέλη και των δύο ενώσεων.
3. Οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας ανέφεραν ότι επισκέφτηκαν όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης και πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις των κρατών με τις μεγαλύτερες χημικές βιομηχανίες βρίσκονται σύμφωνες μαζί μας, συμπεριλαμβανόμενης της γερμανικής.
Σχόλιο (σ.σ.: του Μίλερ): αυτό έρχεται σε κάποια αντίθεση με την αναφορά που είχαμε κατά την τηλεφωνική διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου μεταξύ των πρεσβειών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και όπου παρατηρήθηκε ότι η θέση της γερμανικής κυβέρνησης υπήρξε κατ' ανάγκην ένας συμβιβασμός μεταξύ βιομηχάνων και περιβαλλοντιστών. Εκτός αν οι συνομιλητές μας από την Dow απλώς αποδέχονται ότι αυτός ο συμβιβασμός είναι το καλύτερο που μπορεί να επιτευχθεί με τα δεδομένα της Γερμανίας.
Στρατηγική:
4. Οι αξιωματούχοι της πρεσβείας στους τομείς της οικονομίας και του εμπορίου απάντησαν στους εκπροσώπους (της Dow) ότι η πρεσβεία έχει ήδη δραστηριοποιηθεί στο θέμα αυτό και συνόψισαν τις ανταλλαγές απόψεων που είχαν προηγηθεί, για παράδειγμα, κατά τη συνάντηση της Επιτροπής Δράσης ΗΠΑ-Ε.Ε. τον Ιανουάριο. Επίσης τους συμβουλέψαμε ότι πρέπει (α) να ενεργοποιήσουν τους συναδέλφους τους της ευρωπαϊκής χημικής βιομηχανίας για να έρθουν σε επαφή με τους εκπροσώπους της Κομισιόν και να δώσουν το ίδιο μήνυμα και (β) να επιχειρήσουν να ενισχύσουν το επίπεδο εγρήγορσης των μη ασχολούμενων με το περιβάλλον αξιωματούχων, ιδιαίτερα όσους στην Κομισιόν και τις εθνικές κυβερνήσεις ανησυχούν για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, αλλά και τους υπεύθυνους για το εμπόριο. Ο πρεσβευτής Μίλερ συμμετείχε στη συνάντηση και υπέδειξε τους καταλληλότερους αξιωματούχους της ελληνικής κυβέρνησης που πρέπει να πλησιάσουν οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας και εξήγησε με ποιον τρόπο θα πρέπει να προσεγγιστεί καθένας απ' αυτούς, σύμφωνα με τον πολιτικό και το φιλοσοφικό προσανατολισμό τους. Οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας εκτίμησαν ιδιαίτερα τη συμμετοχή και τις συμβουλές του πρεσβευτή. Σκέφτηκαν ότι εφόσον στην Ελλάδα δεν υπάρχει μεγάλη εγχώρια χημική βιομηχανία θα είχαν να μεταφέρουν ένα σημαντικό μήνυμα ως προς την επίδραση της προτεινόμενης νομοθεσίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επίσης, συμφώνησαν ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι το ζήτημα είναι εν γνώσει της ισχυρής ελληνικής βιομηχανίας διύλισης πετρελαίου.
5. Οι εκπρόσωποι συμφώνησαν να κρατούν ενήμερη την πρεσβεία για τις επαφές τους με τους έλληνες αξιωματούχους τόσο εδώ όσο και στις Βρυξέλλες και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και θα μας παραδώσουν μια αξιολόγηση του σχεδίου νομοθεσίας μόλις δοθεί στη δημοσιότητα για σχολιασμό».
thesecretrealtruth.blogspot.com
Η θέσπιση αυτού του κανονισμού προσκρούει, όμως, στην πανίσχυρη χημική βιομηχανία, η οποία δεν αποδέχεται κανενός είδους ρύθμιση και αντιμετωπίζει με εχθρότητα την αρχή της προφύλαξης που υιοθετείται πρώτη φορά σ' αυτό τον τομέα.
Το ισχύον καθεστώς ελέγχου των χημικών ουσιών στηρίζεται σε αντιλήψεις που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ στα τέλη της δεκαετίας του '70. Η βασική αρχή στο ευρωπαϊκό και αμερικανικό μοντέλο είναι ότι πρέπει να ολοκληρωθεί ο υπολογισμός του κινδύνου που προέρχεται από κάποια ουσία προτού ληφθεί οποιοδήποτε μέτρο ελέγχου. Ομως, όπως, αποδείχτηκε με τραγικό τρόπο στις περιπτώσεις ουσιών όπως το DDT ή το PCB, όταν «ολοκληρωθεί» αυτός ο υπολογισμός είναι πολύ αργά. Το εντομοκτόνο DDT, για παράδειγμα, χρησιμοποιήθηκε ως θαυματουργό φάρμακο για την ελονοσία, όμως σήμερα έχει απαγορευτεί σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες διότι αποδείχτηκε ότι σωρεύεται στον οργανισμό και προκαλεί σοβαρές βλάβες. Το ίδιο συνέβη με το πολυχλωριωμένο διφαινύλιο (PCB, κλοφέν), που όχι μόνο έχει απαγορευτεί η χρήση του, αλλά δεν ξέρουμε και πώς να απαλλαγούμε από τις παλιές συσκευές που το χρησιμοποιούσαν (μετασχηματιστές ΔΕΗ κ.λπ.). Αλλά υπάρχουν και άλλες επικίνδυνες χημικές ουσίες, οι οποίες παρεμβαίνουν στο ορμονικό σύστημα (οι λεγόμενοι ορμονικοί διαταράκτες) και επιδρούν στα οιστρογόνα, την τεστοστερόνη, τον θυρεοειδή.
Εκτός ελέγχου
Το 1981 υπολογίστηκαν σε 100.000 οι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στην αγορά χωρίς να προηγηθεί κάποιος έλεγχος. Για το 86% των 2.500 χημικών ουσιών που παράγονται σε μεγάλες ποσότητες δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα επαρκή στοιχεία για να εκτιμηθεί η επικινδυνότητά τους. Μόνο 41 απ' αυτές οδηγήθηκαν σε έλεγχο και ολοκληρώθηκε η μελέτη των 27. Το 99% δηλαδή των χημικών που κυκλοφορούν ελεύθερα, είναι ανεξέλεγκτα!
Μόλις στις αρχές της δεκαετίας που διανύουμε άρχισε η Ε.Ε. να αντιμετωπίζει με άλλο πνεύμα τον κίνδυνο. Το πρώτο επίσημο ευρωπαϊκό ντοκουμέντο που αποδέχεται την αρχή της «προφύλαξης», ακολουθώντας τη γραμμή που χαράχτηκε από τη Διεθνή Διάσκεψη του Ρίο το 1992, είναι η «Λευκή Βίβλος της Στρατηγικής για μια Μελλοντική Πολιτική στα Χημικά» που υιοθέτησε στις 13 Φεβρουαρίου 2001 η Κομισιόν. Η νέα γραμμή κωδικοποιείται στον κανονισμό REACH.
Η λέξη REACH προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων Registration, Evaluation, Authorization of Chemicals (Καταχώριση, Αξιολόγηση και Αδειοδότηση των Χημικών).
Η «καταχώριση» είναι το πρώτο στάδιο και προβλέπει ότι οι παραγωγοί χημικών θα ενημερώσουν με στοιχεία ασφαλείας των προϊόντων τους τον Οργανισμό Χημικών. Αυτή η υποχρέωση αφορά μόνο χημικά που παράγονται σε μεγάλες ποσότητες και δίνεται αρκετός χρόνος συμμόρφωσης στους παραγωγούς. Η «αξιολόγηση» θα γίνεται για ορισμένα χημικά που παράγονται σε μεγάλους όγκους (πάνω από 100 τόνους/έτος) ενώ τα χημικά πολύ υψηλού κινδύνου θα υπάγονται σε καθεστώς «αδειοδότησης».
Η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο της διεθνούς διαμάχης για τον κανονισμό. Παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει αξιόλογη χημική βιομηχανία, η χώρα μας δεν είχε την τόλμη να υποστηρίξει ανοιχτά τον κανονισμό. Η πολιτική συγκυρία την έφερε στην προεδρία της Ε.Ε. κατά την περίοδο που διεξάγονταν οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις μεταξύ της διεθνούς χημικής βιομηχανίας και αξιωματούχων των Βρυξελλών. Οπως αποκαλύπτουμε στη συνέχεια, εκείνη την περίοδο σημειώθηκε ευθεία παρέμβαση της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα για τον επηρεασμό στελεχών της κυβέρνησης Σημίτη από εκπροσώπους της αμερικανικής χημικής βιομηχανίας. Από ό,τι φαίνεται, οι πιέσεις αυτές απέδωσαν.
Αλλά και με την κυβερνητική αλλαγή, πάλι η Ελλάδα καλείται να παίξει ιδιαίτερο ρόλο στην υπόθεση, εφόσον αρμόδιος για την πολιτική Περιβάλλοντος της Ε.Ε. είναι ο έλληνας επίτροπος Σταύρος Δήμας, ο οποίος δέχτηκε πρόσφατα έμμεση επίθεση από τον επίτροπο Βιομηχανίας Φερχόιγκεν και τον πρόεδρο της Επιτροπής Μπαρόζο με το αναβλητικό επιχείρημα ότι η πρόταση δεν είναι ακόμα ώριμη και ότι απαιτούνται και άλλες μελέτες.
Οπως ανακοίνωσε η Greenpeace, «σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές ο επίτροπος Βιομηχανίας προέβη σε εξαιρετικά ασυνήθιστη κίνηση προσπαθώντας να υποχρεώσει τον επίτροπο Περιβάλλοντος Σταύρο Δήμα να αποδεχτεί μια μεγάλη οπισθοχώρηση στην ίδια την πρόταση της Κομισιόν για το REACH» (1/7/05). Η θέση του κ. Δήμα είναι πράγματι δύσκολη, γιατί εκτός από τις ισχυρές πιέσεις μέσα στην Κομισιόν έχει να αντιμετωπίσει και την αρνητική διάθεση της ελληνικής κυβέρνησης, ειδικά του υπουργού Ανάπτυξης, ο οποίος υιοθετεί απριόρι τις θέσεις της ελληνικής χημικής βιομηχανίας που ταυτίζονται με εκείνες του λόμπι των πολυεθνικών. Ο κ. Σιούφας έφτασε μάλιστα στο σημείο να αναθέσει μέσω κρατικής χρηματοδότησης από το πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα» την εκπόνηση μελέτης αξιολόγησης των επιπτώσεων του REACH στην ίδια τη χημική βιομηχανία, δηλαδή το Σύνδεσμο Χημικών Βιομηχανιών (ΣΕΧΒ)!
Τώρα που κρίνεται η υπόθεση στο Ευρωκοινοβούλιο η προσοχή μας στρέφεται στη στάση που θα κρατήσουν οι έλληνες ευρωβουλευτές, αλλά και τα ίδια τα κόμματα. Οι πολιτικές ομάδες έχουν περίπου εκδηλωθεί: Οι σοσιαλιστές -από τους οποίους προέρχεται και ο εισηγητής του κανονισμού Γκουίντο Σακόνι- τείνουν να υπερψηφίσουν το REACH, ενώ στο Λαϊκό Κόμμα και τους Φιλελεύθερους πλειοψηφούν οι φωνές υπέρ των χημικών βιομηχανιών. Στις μικρότερες ομάδες, Αριστερά και Πράσινοι υποστηρίζουν έναν αυστηρότερο κανονισμό.
Την περασμένη Τρίτη συζητήθηκε η υπόθεση στις Επιτροπές Βιομηχανίας και Εσωτερικού Εμπορίου του Ευρωκοινοβουλίου. Τα πρώτα μηνύματα απ' αυτές τις συζητήσεις είναι ανησυχητικά. Οι δύο επιτροπές προτείνουν ακόμα μεγαλύτερη αποδυνάμωση του κανονισμού, με την εξαίρεση από τη ρύθμιση των χημικών ουσιών που παράγονται σε ποσότητες έως 100 τόνους, αντί των 10 τόνων της αρχικής πρότασης.
Η επέμβαση των ΗΠΑ
Από την πρώτη στιγμή που δημοσιοποιήθηκε η προσπάθεια της Ε.Ε. να ελέγξει κάπως τις επικίνδυνες χημικές ουσίες αντέδρασε έντονα η ισχυρή χημική βιομηχανία των ΗΠΑ.
Η χημική βιομηχανία είναι ένας από τους μεγαλύτερους χρηματοδότες των αμερικανών πολιτικών. Από την προεκλογική περίοδο των εκλογών του 2000 η χημική βιομηχανία εισέφερε πάνω από 21 εκατομμύρια δολάρια στις εκστρατείες υποψηφίων. Το 79% του ποσού αυτού πήγε σε υποψηφίους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ενώ ο Τζορτζ Μπους υπήρξε ο αποδέκτης του μεγαλύτερου ποσού (900.000 δολ.).
Από την «Ουάσιγκτον Ποστ» μαθαίνουμε ότι «η χημική βιομηχανία είναι ένας από τους παθιασμένους υποστηρικτές του Μπους, σύμφωνα με αρκετές πηγές. "Αυτή η βιομηχανία δήλωσε δημόσια ότι θα υποστηρίξει τον Μπους και είναι αποφασισμένη να του διαθέσει ένα τεράστιο ποσό χρημάτων" είπε ο επικεφαλής μεγάλης εμπορικής ένωσης που γνωρίζει τα σχέδια της χημικής βιομηχανίας» («Washington Post», 1/8/99).
Η ευγνωμοσύνη του προέδρου Μπους δεν άργησε να εκδηλωθεί: «Για να απαντήσει στη Λευκή Βίβλο η αμερικανική χημική βιομηχανία υποχρέωσε τέσσερις κρατικές υπηρεσίες να οργανώσουν μια επιθετική εκστρατεία με στόχο να αποδυναμώσουν και να ακυρώσουν την πρόταση», γράφει ο Joseph DiGangi, εκπρόσωπος του Environmental Health Fund, μιας μικρής περιβαλλοντικής ομάδας στις ΗΠΑ, που κάνοντας χρήση του νόμου για την ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών στα δημόσια αρχεία καθώς και πληροφοριών από «μη κατονομαζόμενες πηγές» κατόρθωσε να αποκαλύψει όλο το σκοτεινό παρασκήνιο της ωμής αμερικανικής επέμβασης.
Τα στοιχεία αυτά συγκροτήθηκαν σε επίσημη έκθεση που υπέβαλε την 1/4/2004 στη Βουλή των ΗΠΑ ο Δημοκρατικός βουλευτής Χένρι Ουάξμαν.
Χάρη σ' αυτά τα στοιχεία που ήρθαν στη δημοσιότητα γνωρίζουμε σήμερα το παρασκήνιο μιας απίστευτης προσπάθειας άμεσης επέμβασης των ΗΠΑ στα εσωτερικά της Ε.Ε., μέσω όλων των διαθέσιμων θεμιτών και αθέμιτων μεθόδων. Η επίσημη πλευρά αυτής της προσπάθειας σημαδεύεται από ένα τηλεγράφημα του Κόλιν Πάουελ (21/3/02) προς όλες τις πρεσβείες των ΗΠΑ στην Ε.Ε. και άλλες 35 χώρες.
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μπους ζητούσε από τους υφισταμένους του να υποστηρίξουν τους εκπροσώπους του λόμπι των χημικών βιομηχανιών που ταξίδευε στην Ευρώπη για να συντονιστεί με τους ευρωπαίους βιομηχάνους και να επηρεάσει τις αναποφάσιστες κυβερνήσεις.
Σύμφωνα με τα ντοκουμέντα που ήρθαν στο φως, η εντολή του Πάουελ εφαρμόστηκε πρώτα πρώτα στην Ελλάδα: Στις 4 Μαρτίου 2003 πραγματοποιήθηκε στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα μια σημαντική συνάντηση εκπροσώπων της χημικής βιομηχανίας και αξιωματούχων της πρεσβείας με στόχο να συζητήσουν τον τρόπο που θα επηρεάσουν την ελληνική κυβέρνηση. Οπως διαβάζουμε στο τηλεγράφημα που έστειλε στους ανωτέρους του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο τότε πρεσβευτής Τόμας Μίλερ, οι αξιωματούχοι της πρεσβείας «τούς συμβούλεψαν ότι πρέπει να ενεργοποιήσουν τους συναδέλφους τους της ευρωπαϊκής χημικής βιομηχανίας» και τους «υπέδειξαν τους καταλληλότερους αξιωματούχους της ελληνικής κυβέρνησης που πρέπει να προσεγγίσουν οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας σύμφωνα με τον πολιτικό και το φιλοσοφικό προσανατολισμό τους». Δημοσιεύουμε σε διπλανή στήλη το κείμενο του τηλεγραφήματος, το οποίο αποδεικνύει τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε η Αθήνα στην υπόθεση υπονόμευσης του κανονισμού. Αυτό το αποκαλυπτικό τηλεγράφημα περιλαμβάνεται στην έκθεση του βουλευτή Χένρι Ουάξμαν.
Αυτό που δεν σημειώνει ούτε ο κ. Ουάξμαν στην έκθεσή του ούτε ο κ. Μίλερ στο τηλεγράφημά του είναι η ευτυχής (για τους Αμερικανούς) σύμπτωση ότι επικεφαλής της ομάδας των στελεχών της χημικής βιομηχανίας ήταν ένας Ελληνοαμερικανός, ο Αντριου Λιβέρις. Ο κ. Λιβέρις ήταν τότε πρόεδρος της εταιρείας Dow στις ΗΠΑ. Γενικός διευθυντής της εταιρείας ήταν τότε ένας άλλος Ελληνοαμερικανός, ο Ουίλιαμ Σταυρόπουλος. Σήμερα ο κ. Λιβέρις έχει αναρριχηθεί στο ύπατο αξίωμα του προέδρου και μέλους του δ.σ. ενώ ο κ. Σταυρόπουλος διατηρεί τη θέση του προέδρου του δ.σ. Τα επιφανή αυτά στελέχη της Ομογένειας ασφαλώς θα είχαν πειστικά επιχειρήματα για τους «μη ασχολούμενους με το περιβάλλον» έλληνες υπουργούς. Πολύ περισσότερο που η εταιρεία διατηρεί εργοστάσιο και στη χώρα μας.
Δεν μάθαμε, βέβαια, τι απέγιναν (αν έγιναν) οι επαφές της Dow με τον κ. Τσοχατζόπουλο και πώς αξιοποίησε ο κ. Μίλερ τις καλές του σχέσεις με τις ελληνικές κυβερνήσεις. Το λόμπι δρα με μυστικότητα και η Dow δεν είναι ο πιο κατάλληλος δημόσιος προπαγανδιστής της ασφάλειας των χημικών. Ας μην ξεχνάμε ότι, ενώ έχει συγχωνευτεί με την Union Carbide, την εταιρεία που ενέχεται στην τραγωδία του 1984 στο Μποπάλ της Ινδίας με τους 20.000 νεκρούς και τους 150.000 μολυσμένους, αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες για τη συνεχιζόμενη τραγωδία.
Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι η Ελλάδα ακόμα δεν τόλμησε να συνταχθεί με το μέρος των ευρωπαϊκών κρατών που υποστηρίζουν τον έλεγχο των χημικών. Οσο για την αμερικανική κυβέρνηση, αυτή συνέχισε να υποστηρίζει το λόμπι των πολυεθνικών της χημικής βιομηχανίας.
Ο Κόλιν Πάουελ έστειλε και δεύτερο τηλεγράφημα προς τις αμερικανικές πρεσβείες των κρατών-μελών της Ε.Ε. στις 29/4/03, προτού ακόμα τεθεί σε δημόσια συζήτηση ο κανονισμός. Με εντολή του αρχηγού του Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσεγγίστηκαν πάλι οι αρμόδιοι ευρωπαίοι υπουργοί, προκειμένου να γίνει σαφής η διαφωνία των ΗΠΑ με το REACH. Το Μάρτιο του 2004 στάλθηκε και τρίτο τηλεγράφημα από τον Πάουελ με παρόμοιο περιεχόμενο. Είχαν μεσολαβήσει πολλές υπόγειες παρασκηνιακές πιέσεις που έχουν ήδη ευδοκιμήσει: η διαγραφόμενη τελική μορφή του REACH είναι πολύ πιο ανεκτική για τα επικίνδυνα χημικά σε σχέση με την τολμηρότερη «Λευκή Βίβλο» του 2001.
Η απλή μέθοδος των τριών
Φυσικά, δεν φταίνε μόνο οι κακοί Αμερικανοί που κινδυνεύει με ακύρωση ή πλήρη υπονόμευση το ήδη αποδυναμωμένο ευρωπαϊκό σχέδιο. Αλλωστε, οι δύο μεγαλύτερες χημικές βιομηχανίες σε παγκόσμια κλίμακα δεν είναι αμερικάνικες αλλά ευρωπαϊκές.
Στο σχετικό επίσημο πίνακα προηγείται η γερμανική Basf με πωλήσεις το 2002 30,5 δισ. ευρώ, η επίσης γερμανική Bayer (28,0 δισ.) και ακολουθούν οι αμερικανικές Dow Chemical (27,5), DuPont (24) και Exxon/Mobil (20,5). Τη δεκάδα κλείνουν η γαλλική Atofina (18,5), η ιαπωνική Mitsubishi Chemical (15,0), η ολλανδική Akzo Nobel (13,5), η βρετανική ΒΡ (12,5) και η βρετανο-ολλανδική Shell (11,5).
Αυτά τα νούμερα εξηγούν το γεγονός ότι στις 20 Σεπτεμβρίου 2003 ανέλαβαν μια πρωτοφανή πρωτοβουλία οι αρχηγοί των τριών ευρωπαϊκών κρατών με μεγάλες χημικές βιομηχανίες. Με επιστολή τους προς τον τότε πρόεδρο της Κομισιόν Ρομάνο Πρόντι, ο Μπλερ, ο Σιράκ και ο Σρέντερ έριχναν το προσωπικό τους βάρος στην πλευρά των σκεπτικιστών, δηλαδή εκείνων που υποστηρίζουν ότι πρέπει να αναβληθεί επ' αόριστον ο έλεγχος της επικινδυνότητας των χημικών ουσιών. Το επιχείρημά τους είναι ότι κινδυνεύει η ανταγωνιστικότητα της χημικής βιομηχανίας που είχε μπει σε πρώτη προτεραιότητα πριν από λίγους μήνες (Μάρτιος 2003) στη συνάντηση κορυφής της Λισαβόνας.
Πίσω από την επιστολή των τριών ηγετών βρίσκονταν πάλι οι ΗΠΑ. Σε ένα e-mail της Μπάρμπαρα Νόρτον, υπεύθυνης για το εμπόριο των ΗΠΑ στην Ευρώπη, αναφερόταν ήδη από τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου η σημασία να αναλάβουν πρωτοβουλία «οι ισχυροί ηγέτες της Ε.Ε.» και να πείσουν την Κομισιόν να μην προχωρήσει «προτού πραγματοποιηθεί μια οριστική ανάλυση κέρδους-ζημίας».
Αλλά και στον τομέα της προπαγάνδας για τη δυσφήμηση του REACH συμμετέχει ενεργά το λόμπι της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Ηδη από την περίοδο της «Λευκής Βίβλου» ο Σύνδεσμος Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) ανέθεσε στο μελετητικό γραφείο Αρθουρ Λιτλ να ερευνήσει τις οικονομικές συνέπειες των νέων ρυθμίσεων στη χημική βιομηχανία.
Η έκθεση παρουσιάστηκε το Δεκέμβριο του 2002 και το τελικό της συμπέρασμα συνοψίστηκε σε τρία διαφορετικά σενάρια με τους τίτλους «Σύννεφα», «Θύελλα», «Τυφώνας». Στην καλύτερη περίπτωση οι ερευνητές πρόβλεψαν πτώση στην παραγωγή της γερμανικής χημικής βιομηχανίας 1,4% και απώλεια 150.000 θέσεων εργασίας. Στη χειρότερη (το σενάριο «Τυφώνας») προβλέπεται να πέσει η παραγωγή 20% και να χαθούν 2.350.000 θέσεις εργασίας μόνο στη Γερμανία.
Η έκθεση δέχτηκε έντονη κριτική από ανεξάρτητους μελετητές, αλλά ακόμα και από τη γερμανική κυβέρνηση. Αλλωστε η μελετητική αυτή εταιρεία (Arthur D. Little International) είναι γνωστή για την απροσχημάτιστη υποστήριξη ακραίων νεοφιλελεύθερων μοντέλων. Σε μία από τις γνωστότερες μελέτες της -που παραγγέλθηκαν από την καπνοβιομηχανία Philip Morris το 1999- η εταιρεία υπολόγισε ότι οι πρόωροι θάνατοι των καπνιστών στην Τσεχία συμφέρουν στην κυβέρνηση, διότι τη γλιτώνουν από δαπάνες υγείας, συντάξεις και κατοικία ηλικιωμένων, άρα από καθαρά οικονομικούς λόγους δεν πρέπει να ληφθούν μέτρα κατά του καπνίσματος!
Περιττό να πούμε ότι, παρά την κατακραυγή, και η συμπληρωματική μελέτη που ζητήθηκε από τη γερμανική βιομηχανία για το REACH ανατέθηκε και πάλι στην Αρθουρ Λιτλ.
Μήπως όλα αυτά είναι υπερβολικές ευαισθησίες ανήσυχων οικολόγων; Μακάρι να ήταν έτσι. Μόλις πριν από δέκα μέρες δόθηκε στη δημοσιότητα η επιστημονική μελέτη «Δώρο ζωής» που διεξήχθη στην Ολλανδία από τις οργανώσεις Greenpeace και WWF και αποκαλύπτει ότι ύποπτα ή αποδεδειγμένα επικίνδυνα χημικά που περιέχονται σε προϊόντα καθημερινής χρήσης εισέρχονται στο σώμα εμβρύων μέσω του μητρικού αίματος και του ομφάλιου λώρου. «Τα έμβρυα που τρέφονται από την μητέρα τους μέσω του ομφάλιου λώρου εκτίθενται σε τοξικά χημικά που περιέχονται σε προϊόντα όπως πλαστικά βινυλίου, καθαριστικά, ηλεκτρονικός εξοπλισμός και αρώματα. Είναι τρομακτικό το γεγονός ότι τα χημικά αυτά βρίσκονται στο ανθρώπινο σώμα σε όλα τα στάδια της ζωής μας, ξεκινώντας από την εμβρυακή ηλικία όπου τα παιδί είναι περισσότερο ευάλωτο», λέει ο Νίκος Χαραλαμπίδης, διευθυντής του ελληνικού γραφείου της Greenpeace, ενώ ο Δημήτρης Καραβέλλας, διευθυντής του WWF Ελλάς, συμπληρώνει: «Οι πολίτες πρέπει να αντιδράσουν άμεσα και να απαιτήσουν από τη βιομηχανία να αντικαταστήσει τα επικίνδυνα χημικά με άλλα πιο ασφαλή. Οι δε κυβερνήσεις οφείλουν να ψηφίσουν το νέο ευρωπαϊκό κανονισμό REACH που έχει ως στόχο να ελέγξει και σταδιακά να απαγορεύσει τη χρήση επικίνδυνων χημικών σε προϊόντα της καθημερινότητάς μας».
* Ευχαριστούμε το WWF Ελλάδας και ιδιαίτερα τον υπεύθυνο για τις εκστρατείες πολιτικής του Οργανισμού Αχιλλέα Πληθάρα για τη βοήθειά τους στην έρευνα.
Η χημική ένωση του Τόμας Μίλερ
Το αποκαλυπτικό τηλεγράφημα του πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Τόμας Μίλερ που αναφέρουμε στις διπλανές στήλες στάλθηκε στις 12/3/03, έχει τη διαβάθμιση «ευαίσθητο» και περιλαμβάνει τα εξής:
«Περίληψη:
1. Εκπρόσωποι της Dow Chemical, εκφράζοντας την ανησυχία της εταιρείας για το νέο Κανονισμό της Ε.Ε. για τα χημικά, επισκέφτηκαν την Ελλάδα, προκειμένου να συζητήσουν πώς θα δεσμεύσουν την ελληνική κυβέρνηση στο ρόλο της ως προέδρου της Ε.Ε. να επηρεάσει το σχέδιο νομοθεσίας που αφορά τα χημικά. Ο πρέσβης Μίλερ μαζί με τους ακολούθους για θέματα Εμπορίου και Οικονομίας, τους συμβούλεψε να κάνουν χρήση των τοπικών επιχειρηματικών επαφών τους, ιδιαίτερα με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επίσης (τους συμβούλεψε) να ενισχύσουν το επίπεδο εγρήγορσης των μη ασχολούμενων με το περιβάλλον υπουργών, ειδικά του υπουργού Ανάπτυξης (σ.σ.: τότε ήταν ο κ. Τσοχατζόπουλος) που προεδρεύει στο Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε. (...)
Η ανησυχία της βιομηχανίας:
2. Τρεις εκπρόσωποι της Dow Chemical, ο Αντριου Λιβέρις, πρόεδρος του συγκροτήματος στις ΗΠΑ, ο Λουτσιάνο Ρεσπίνι, πρόεδρος του ευρωπαϊκού κλάδου και ο Θάνος Θωμάς, γενικός διευθυντής Ελλάδας, επισκέφτηκαν στις 4 Μαρτίου την πρεσβεία για να πιέσουν την κυβέρνηση των ΗΠΑ να βοηθήσει στην αλλαγή της υπό ψήφιση ευρωπαϊκής νομοθεσίας που ρυθμίζει τα χημικά. Η επίσκεψή τους έγινε και υπό την ιδιότητα των εκπροσώπων της αμερικανικής και της ευρωπαϊκής ένωσης χημικών βιομηχανιών (American Chemical Council και European Chemical Industry Association). Η Dow είναι από τα σημαντικότερα μέλη και των δύο ενώσεων.
3. Οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας ανέφεραν ότι επισκέφτηκαν όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης και πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις των κρατών με τις μεγαλύτερες χημικές βιομηχανίες βρίσκονται σύμφωνες μαζί μας, συμπεριλαμβανόμενης της γερμανικής.
Σχόλιο (σ.σ.: του Μίλερ): αυτό έρχεται σε κάποια αντίθεση με την αναφορά που είχαμε κατά την τηλεφωνική διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου μεταξύ των πρεσβειών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και όπου παρατηρήθηκε ότι η θέση της γερμανικής κυβέρνησης υπήρξε κατ' ανάγκην ένας συμβιβασμός μεταξύ βιομηχάνων και περιβαλλοντιστών. Εκτός αν οι συνομιλητές μας από την Dow απλώς αποδέχονται ότι αυτός ο συμβιβασμός είναι το καλύτερο που μπορεί να επιτευχθεί με τα δεδομένα της Γερμανίας.
Στρατηγική:
4. Οι αξιωματούχοι της πρεσβείας στους τομείς της οικονομίας και του εμπορίου απάντησαν στους εκπροσώπους (της Dow) ότι η πρεσβεία έχει ήδη δραστηριοποιηθεί στο θέμα αυτό και συνόψισαν τις ανταλλαγές απόψεων που είχαν προηγηθεί, για παράδειγμα, κατά τη συνάντηση της Επιτροπής Δράσης ΗΠΑ-Ε.Ε. τον Ιανουάριο. Επίσης τους συμβουλέψαμε ότι πρέπει (α) να ενεργοποιήσουν τους συναδέλφους τους της ευρωπαϊκής χημικής βιομηχανίας για να έρθουν σε επαφή με τους εκπροσώπους της Κομισιόν και να δώσουν το ίδιο μήνυμα και (β) να επιχειρήσουν να ενισχύσουν το επίπεδο εγρήγορσης των μη ασχολούμενων με το περιβάλλον αξιωματούχων, ιδιαίτερα όσους στην Κομισιόν και τις εθνικές κυβερνήσεις ανησυχούν για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, αλλά και τους υπεύθυνους για το εμπόριο. Ο πρεσβευτής Μίλερ συμμετείχε στη συνάντηση και υπέδειξε τους καταλληλότερους αξιωματούχους της ελληνικής κυβέρνησης που πρέπει να πλησιάσουν οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας και εξήγησε με ποιον τρόπο θα πρέπει να προσεγγιστεί καθένας απ' αυτούς, σύμφωνα με τον πολιτικό και το φιλοσοφικό προσανατολισμό τους. Οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας εκτίμησαν ιδιαίτερα τη συμμετοχή και τις συμβουλές του πρεσβευτή. Σκέφτηκαν ότι εφόσον στην Ελλάδα δεν υπάρχει μεγάλη εγχώρια χημική βιομηχανία θα είχαν να μεταφέρουν ένα σημαντικό μήνυμα ως προς την επίδραση της προτεινόμενης νομοθεσίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επίσης, συμφώνησαν ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι το ζήτημα είναι εν γνώσει της ισχυρής ελληνικής βιομηχανίας διύλισης πετρελαίου.
5. Οι εκπρόσωποι συμφώνησαν να κρατούν ενήμερη την πρεσβεία για τις επαφές τους με τους έλληνες αξιωματούχους τόσο εδώ όσο και στις Βρυξέλλες και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και θα μας παραδώσουν μια αξιολόγηση του σχεδίου νομοθεσίας μόλις δοθεί στη δημοσιότητα για σχολιασμό».
thesecretrealtruth.blogspot.com