Ο μεγαλύτερος Έλληνας κατάσκοπος
«Θα ξανάκανα ότι έκανα στο παρελθόν με όλη μου την καρδιά γιατί αγαπάω την πατρίδα μου», λέει στο newsbeast.gr ο 58χρονος Σταύρος Λάλας, ο μεγαλύτερος Έλληνας κατάσκοπος.
Ο Σταύρος (Στίβεν) Λάλας γεννήθηκε το 1953 στο Ντόβερ του Νιου Χάμσαϊρ. Ήταν ελληνικής καταγωγής από την Κωνσταντινούπολη και πολέμησε στο Βιετνάμ. Ένα μέρος της θητείας του υπηρέτησε στο στρατηγείο του ΝΑΤΟ στη Σμύρνη. Εκείνη την περίοδο προσεγγίστηκε για πρώτη φορά από Έλληνες. Είχε αρχίσει να δίνει στην ΚΥΠ μεγάλης αξίας απόρρητα έγγραφα για τη διάταξη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και οι πράκτορές της διαπίστωσαν ότι η συνεργασία του θα ήταν πολύτιμη για την Ελλάδα.
Ο Σταύρος Λάλας υπηρετούσε στο Τμήμα Επικοινωνιών και παρέδωσε 50 έγγραφα καθώς και ονόματα αμερικανών πρακτόρων. Την περίοδο 1984 – 1985 υπηρέτησε στο Βελιγράδι και το 1985 πήρε μετάθεση στην Κωνσταντινούπολη, όπου έμεινε μέχρι το 1989. Τότε άρχισε να ταξιδεύει συχνά από την Κωνσταντινούπολη στη Χρυσούπολη Καβάλας για να δει την οικογένειά του ενώ παράλληλα διοχέτευε στην ΕΥΠ απόρρητα στοιχεία.
Το 1989 μετατέθηκε για λίγο στην Ταϊβάν ενώ το Δεκέμβριο του 1990 τοποθετήθηκε στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα. Και συνέχισε να παραδίδει απόρρητα στοιχεία μεταξύ πρεσβείας των ΗΠΑ και των αμερικανικών υπηρεσιών, κυρίως του υπουργείου Εξωτερικών, στην Ουάσινγκτον.
Η μοιραία στιγμή για τη δράση του ήρθε στις 26 Φεβρουαρίου 1993 όταν μία άγνωστη πτυχή του θέματος των Σκοπίων είχε γίνει γνωστή. Το FBI ενημερώθηκε και αξιωματικοί του ήρθαν στην Αθήνα για να ερευνήσουν την υπόθεση. Στο χώρο της Μονάδας Επικοινωνίας Προγραμμάτων τοποθετήθηκαν κάμερες οι οποίες «τσάκωσαν» τον Σταύρο Λάλα.
Στις 28 Απριλίου 1993 ο Έλληνας κατάσκοπος κλήθηκε από την υπηρεσία του να ταξιδέψει στη Βιρτζίνια για να ενημερωθεί δήθεν για ένα σημαντικό θέμα που σχετίζεται με τρομοκρατικές οργανώσεις. Μόλις κατέβηκε από το αεροπλάνο, τον συνέλαβαν. Μετά από πολλές ανακρίσεις, ομολόγησε τη μυστική του δράση από το 1977 μέχρι το 1993 και οδηγήθηκε στο δικαστήριο με την κατηγορία της «συνωμοσίας με σκοπό την κατασκοπεία προς όφελος συμμάχου χώρας».
Καταδικάστηκε για προδοσία σε 14ετή κάθειρξη και σε καθεστώς επιτήρησης πέντε ετών και οδηγήθηκε σε φυλακές υψίστης ασφαλείας.
Το καλοκαίρι του 2005 αφέθηκε ελεύθερος με τον όρο της «διαβίωσης υπό επιτήρηση» στη Μασαχουσέτη και είχε μοναδική επιθυμία να επιστρέψει στην πατρίδα του για να βοηθήσει την οικογένειά του που αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα. Στις 25 Νοεμβρίου 2007 επέστρεψε στην Ελλάδα μετά από συνεχείς διαπραγματεύσεις.
Σήμερα ο Σταύρος Λάλας ζει στη Χρυσούπολη Καβάλας. Τη Μεγάλη Εβδομάδα κι ενώ, όπως λέει στο newsbeast.gr, προσπαθούσε από το 2005 να πάρει την ελληνική υπηκοότητα, την απέκτησε μετά από έξι χρόνια. Φροντίζει το μεγάλο του γιο, τον 25χρονο Γιάννη, ενώ ο μικρότερος γιος του, Παναγιώτης, είναι στο στρατό.
Δεν εργάζεται γιατί και ο ίδιος έχει σοβαρά προβλήματα υγείας που τα απέκτησε στη φυλακή. Η σύζυγός του, Μαρία, εργάζεται σε φροντιστήριο για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένεια. «Μοναδικό μου παράπονο είναι ότι δεν φρόντισαν την οικογένειά μου όσο εγώ ήμουν στη φυλακή» αναφέρει.
Κι ενώ μόλις είχε επιστρέψει στην Ελλάδα, σκεφτόταν να γράψει ένα βιβλίο για τα όσα πέρασε, πλέον ούτε λόγος. Γιατί όπως τονίζει: «καμιά φορά είναι καλό να μην λες τίποτα».
newsbeast.gr
«Θα ξανάκανα ότι έκανα στο παρελθόν με όλη μου την καρδιά γιατί αγαπάω την πατρίδα μου», λέει στο newsbeast.gr ο 58χρονος Σταύρος Λάλας, ο μεγαλύτερος Έλληνας κατάσκοπος.
Ο Σταύρος (Στίβεν) Λάλας γεννήθηκε το 1953 στο Ντόβερ του Νιου Χάμσαϊρ. Ήταν ελληνικής καταγωγής από την Κωνσταντινούπολη και πολέμησε στο Βιετνάμ. Ένα μέρος της θητείας του υπηρέτησε στο στρατηγείο του ΝΑΤΟ στη Σμύρνη. Εκείνη την περίοδο προσεγγίστηκε για πρώτη φορά από Έλληνες. Είχε αρχίσει να δίνει στην ΚΥΠ μεγάλης αξίας απόρρητα έγγραφα για τη διάταξη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και οι πράκτορές της διαπίστωσαν ότι η συνεργασία του θα ήταν πολύτιμη για την Ελλάδα.
Ο Σταύρος Λάλας υπηρετούσε στο Τμήμα Επικοινωνιών και παρέδωσε 50 έγγραφα καθώς και ονόματα αμερικανών πρακτόρων. Την περίοδο 1984 – 1985 υπηρέτησε στο Βελιγράδι και το 1985 πήρε μετάθεση στην Κωνσταντινούπολη, όπου έμεινε μέχρι το 1989. Τότε άρχισε να ταξιδεύει συχνά από την Κωνσταντινούπολη στη Χρυσούπολη Καβάλας για να δει την οικογένειά του ενώ παράλληλα διοχέτευε στην ΕΥΠ απόρρητα στοιχεία.
Το 1989 μετατέθηκε για λίγο στην Ταϊβάν ενώ το Δεκέμβριο του 1990 τοποθετήθηκε στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα. Και συνέχισε να παραδίδει απόρρητα στοιχεία μεταξύ πρεσβείας των ΗΠΑ και των αμερικανικών υπηρεσιών, κυρίως του υπουργείου Εξωτερικών, στην Ουάσινγκτον.
Η μοιραία στιγμή για τη δράση του ήρθε στις 26 Φεβρουαρίου 1993 όταν μία άγνωστη πτυχή του θέματος των Σκοπίων είχε γίνει γνωστή. Το FBI ενημερώθηκε και αξιωματικοί του ήρθαν στην Αθήνα για να ερευνήσουν την υπόθεση. Στο χώρο της Μονάδας Επικοινωνίας Προγραμμάτων τοποθετήθηκαν κάμερες οι οποίες «τσάκωσαν» τον Σταύρο Λάλα.
Στις 28 Απριλίου 1993 ο Έλληνας κατάσκοπος κλήθηκε από την υπηρεσία του να ταξιδέψει στη Βιρτζίνια για να ενημερωθεί δήθεν για ένα σημαντικό θέμα που σχετίζεται με τρομοκρατικές οργανώσεις. Μόλις κατέβηκε από το αεροπλάνο, τον συνέλαβαν. Μετά από πολλές ανακρίσεις, ομολόγησε τη μυστική του δράση από το 1977 μέχρι το 1993 και οδηγήθηκε στο δικαστήριο με την κατηγορία της «συνωμοσίας με σκοπό την κατασκοπεία προς όφελος συμμάχου χώρας».
Καταδικάστηκε για προδοσία σε 14ετή κάθειρξη και σε καθεστώς επιτήρησης πέντε ετών και οδηγήθηκε σε φυλακές υψίστης ασφαλείας.
Το καλοκαίρι του 2005 αφέθηκε ελεύθερος με τον όρο της «διαβίωσης υπό επιτήρηση» στη Μασαχουσέτη και είχε μοναδική επιθυμία να επιστρέψει στην πατρίδα του για να βοηθήσει την οικογένειά του που αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα. Στις 25 Νοεμβρίου 2007 επέστρεψε στην Ελλάδα μετά από συνεχείς διαπραγματεύσεις.
Σήμερα ο Σταύρος Λάλας ζει στη Χρυσούπολη Καβάλας. Τη Μεγάλη Εβδομάδα κι ενώ, όπως λέει στο newsbeast.gr, προσπαθούσε από το 2005 να πάρει την ελληνική υπηκοότητα, την απέκτησε μετά από έξι χρόνια. Φροντίζει το μεγάλο του γιο, τον 25χρονο Γιάννη, ενώ ο μικρότερος γιος του, Παναγιώτης, είναι στο στρατό.
Δεν εργάζεται γιατί και ο ίδιος έχει σοβαρά προβλήματα υγείας που τα απέκτησε στη φυλακή. Η σύζυγός του, Μαρία, εργάζεται σε φροντιστήριο για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένεια. «Μοναδικό μου παράπονο είναι ότι δεν φρόντισαν την οικογένειά μου όσο εγώ ήμουν στη φυλακή» αναφέρει.
Κι ενώ μόλις είχε επιστρέψει στην Ελλάδα, σκεφτόταν να γράψει ένα βιβλίο για τα όσα πέρασε, πλέον ούτε λόγος. Γιατί όπως τονίζει: «καμιά φορά είναι καλό να μην λες τίποτα».
newsbeast.gr