Τα πρώτα ονόματα «υπόπτων» από τον έλεγχο εκατοντάδων λογαριασμών Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία έχει στα χέρια του ο μηχανισμός δίωξης οικονομικού εγκλήματος, καθώς η συνεργασία του Δημοσίου με τον «παράδεισο του χρήματος» αποδίδει τους πρώτους καρπούς.
Σύμφωνα δε, με πληροφορίες του «Π», σε αυτές τις «ελβετικές λίστες της ντροπής» περιλαμβάνονται μεγάλοι (αλλά και μικρότεροι) βιομήχανοι, επιχειρηματίες του κλάδου του τουρισμού, τραγουδιστές και ........
καλλιτέχνες, γιατροί και φαρμακοβιομήχανοι, πολιτικοί, αλλά και άνθρωποι που «μπαίνουν στα σπίτια μας» από τη μικρή οθόνη.
Οι λογαριασμοί και οι κάτοχοί τους ελέγχονται ήδη με τη μόνη μέθοδο που είναι προς το παρόν διαθέσιμη: τη διασταύρωση των δεδομένων των λογαριασμών με το πόθεν έσχες. Εάν δηλαδή οι καταθέσεις δεν δικαιολογούνται από τα εισοδήματα που δηλώθηκαν στις εφορίες τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και δεν έχουν δηλωθεί εισοδήματα από τόκους, τότε οι κάτοχοί τους θα κληθούν να πληρώσουν αναδρομικά τους φόρους που αναλογούν και μάλιστα με τα τσουχτερότερα πρόστιμα που προβλέπει ο νέος νόμος.
Τα αποτελέσματα, που ήρθαν ύστερα από πολλές παλινωδίες και καθυστερήσεις, οφείλονται στην πίεση που δέχεται η κυβέρνηση από την τρόικα να δείξει κάποια επιτυχία στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Οφείλονται όμως και στην αγωνία της να σταματήσει το ξερίζωμα των καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες, καθώς τους τελευταίους τέσσερις μήνες άλλα 15 δισ. πέρασαν από τα ταμεία των αναλήψεων είτε για το εξωτερικό είτε για τις τσέπες αυτών που δεν έχουν πια να πληρώσουν και σηκώνουν τα έτοιμα. Οι τραπεζίτες υπολογίζουν ότι από το 2010 περίπου 20-25 δισ. ελληνικών καταθέσεων μετανάστευσαν σε ξένες τράπεζες αναζητώντας ασφάλεια από την κρίση και μια πιθανή χρεοκοπία. Αυτό όμως είναι ένα μικρό ποσό συγκρινόμενο με τις καταθέσεις των Ελλήνων που βρίσκονται από ετών στο εξωτερικό και για τις οποίες ο μύθος «ποικίλλει» από 200 μέχρι και 600 δισ.
Έλεγχος και... τιμωρία
Η πρώτη συγκεντρωτική έρευνα του ΣΔΟΕ και της γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, που διασταύρωσε 200 «πονηρούς» λογαριασμούς με τις φορολογικές δηλώσεις των κατόχων τους, βρήκε ότι τα ποσά που έχουν εξαχθεί στις περισσότερες περιπτώσεις δεν δικαιολογούνται. Και επειδή εδώ το κριτήριο είναι ασαφές, οι περισσότερες «καθαρές» παραβάσεις εντοπίστηκαν στη μη δήλωση των τόκων στα εισοδήματα. Συνολικά ο έλεγχος εντόπισε κάπου 400 εκατ. ευρώ σε «αδήλωτες» καταθέσεις, κάτι που σημαίνει ότι τα διαφυγόντα έσοδα του Δημοσίου είναι μερικά (μόνο) εκατομμύρια. Ο έλεγχος λοιπόν δεν βγάζει κάποιο τεράστιο ποσό προς επιστροφή, αλλά η τιμωρία των παραβατών θα λειτουργήσει παραδειγματικά για όσους θέλουν να συνεχίσουν την ίδια πρακτική.
Το πιο ενδιαφέρον, όμως, αφορά το πώς και αν έπεσε το «κάστρο της Ελβετίας» σε ό,τι αφορά το απόρρητο των καταθέσεων.
Η διαδικασία ελέγχου ξεκίνησε πέρυσι το φθινόπωρο, μετά την παροχή των πρώτων στοιχείων που ήρθαν από τη Γαλλία. Ήταν η περιβόητη «υπόθεση Φαλσιανί», ενός υπαλλήλου ασφάλειας δικτύων της τράπεζας HSBC, που σήκωσε το αρχείο δεκάδων χιλιάδων λογαριασμών από τη Γενεύη και το 2008 έδωσε τη λίστα στη Δίωξη Οικονομικού Εγκλήματος της Γαλλίας. Τα στοιχεία έφτασαν και στην Ελλάδα, με έναν αριθμό 2.000 λογαριασμών να αντιστοιχεί σε Έλληνες πολίτες. Θεωρείται, ωστόσο, ότι στοιχεία μπορεί να έχουν διαρρεύσει και από τα δύο 0ϋ που έδωσε στο Wikileaks το πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της τράπεζας Julius Baer Ρούντολφ Eλμερ. Στα CD περιλαμβάνονται δεδομένα για άλλους 2.000 μεγαλοκαταθέτες, πολυεθνικές και επιχειρήσεις από διάφορες χώρες, περιλαμβανομένων των ΗΠΑ, Γερμανίας, Μεγάλης Βρετανίας και Ελλάδας. Τον περασμένο Ιανουάριο που έσκασε η υπόθεση Έλμερ, ο συνήγορός του δήλωσε ότι «ο Ρούντολφ θα ήθελε να βοηθήσει τις ελληνικές Αρχές, αν του ζητηθεί. Όμως θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος από την ελβετική αστυνομία που τον συνέλαβε»...
Εκτός από τις διασταυρώσεις και τα καρφώματα, η μόνη άλλη επιλογή που έχει η κυβέρνηση είναι να περιμένει επίσημες πληροφορίες από τις χώρες που είναι κατατεθειμένα ελληνικά κεφάλαια. Το ζήτημα τέθηκε από τον πρωθυπουργό στην πρόεδρο της Ελβετίας Μισελίν Καλμί-Ρέι τον περασμένο Ιανουάριο, στο περιθώριο της συνόδου του Νταβός, και ξανασυζητήθηκε από τους υπουργούς Οικονομικών των δύο χωρών, που συμφώνησαν να προωθήσουν τις «διαπραγματεύσεις, με σκοπό την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών». Και από τον περασμένο Νοέμβριο υπάρχει συμφωνία για το θέμα.
Ελβετικό απόρρητο
Μπορεί όμως να πέσει το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο, και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο, δηλαδή η υποχρέωση εχεμύθειας από τις ελβετικές τράπεζες απέναντι σε κάποιον τρίτο, ως προς την ταυτότητα των πελατών τους και το περιεχόμενο των λογαριασμών που τηρούνται σε αυτές, αποτελούσε μέχρι πρόσφατα ένα παραδοσιακό «κεκτημένο» του ελβετικού κράτους. Το 1935 θεσπίστηκε για πρώτη φορά στο άρθρο 47 του Νόμου περί Τραπεζών της Ελβετίας ρύθμιση για την προστασία του τραπεζικού απορρήτου, που ισχύει μέχρι και σήμερα. Βέβαια μεταξύ αυτών που επέλεξαν την Ελβετία για τις τραπεζικές υπηρεσίες της δεν έλειψαν και περιπτώσεις εγκληματικού ή μαύρου χρήματος που εισέρρευσε στη χώρα αυτή. Η ελβετική νομοθεσία όμως αντιμετώπισε τις «μαύρες» αυτές περιπτώσεις υπογράφοντας τις ευρωπαϊκές και διεθνείς συνθήκες για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα αλλά και τη δικαστική συνδρομή. Έτσι και στην Ελβετία, εδώ και περίπου 20 χρόνια, το τραπεζικό απόρρητο αίρεται σε περιπτώσεις για τις οποίες υπάρχουν βάσιμες και επαρκώς αιτιολογημένες υπόνοιες για την τέλεση εγκληματικών πράξεων που σχετίζονται με περιουσιακά στοιχεία ευρισκόμενα σε ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς.
Μέχρι το 2009 από τις περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος εξαιρέθηκε η φοροδιαφυγή, η οποία για την Ελβετία δεν θεωρούνταν σημαντικό έγκλημα. Τελικά, με την πίεση των ΗΠΑ, μετά την υπόθεση της τράπεζας UBS, η ελβετική κυβέρνηση υποχρεώθηκε στις 13 Μαρτίου του 2009 να αποδεχτεί για πρώτη φορά στην ιστορία της την άρση του τραπεζικού απορρήτου σε υποθέσεις διεθνούς φοροδιαφυγής. Και στο πλαίσιο υλοποίησης της εναρμόνισης του ελβετικού τραπεζικού απορρήτου με τα διεθνή δεδομένα υπογράφτηκαν στις αρχές του 2010 διμερείς συμφωνίες με πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Η υπογραφή της συμφωνίας Ελλάδας - Ελβετίας έγινε τον Νοέμβριο του 2010. Στο εξής, για την ικανοποίηση ενός αιτήματος διοικητικής συνδρομής, δηλαδή παροχής πληροφοριών για τραπεζικό λογαριασμό που θα υποβάλλεται από τις ελληνικές φορολογικές αρχές στην Ελβετία και θα αφορούν πολίτη ελεγχόμενο στην Ελλάδα για φοροδιαφυγή, ο οποίος διατηρεί τραπεζικό λογαριασμό στην Ελβετία, θα πρέπει να υπάρχουν (όλες μαζί) οι εξής προϋποθέσεις:
1)Να διεξάγεται στην Ελλάδα έρευνα κατά του δικαιούχου του ελβετικού λογαριασμού για φοροδιαφυγή.
2) Να γνωστοποιηθούν στις ελβετικές αρχές τα πλήρη στοιχεία του ελεγχόμενου δικαιούχου του λογαριασμού καθώς και η συγκεκριμένη ελβετική τράπεζα στην οποία τηρείται ο υπό έρευνα λογαριασμός.
3) Να αναφέρεται συγκεκριμένη χρονική περίοδος για την οποία ζητούνται οι πληροφορίες.
Επίσης, η Ελβετία δεσμεύτηκε σε αυτή τη διμερή συμφωνία ότι δεν θα ικανοποιεί αόριστα αιτήματα που αποσκοπούν στη λεγόμενη «αλίευση τραπεζικών πληροφοριών» του θιγόμενου αλλά και αιτήματα τα οποία βασίζονται σε παράνομη κτήση πληροφοριών από κρατικές αρχές. Δηλαδή η Ελβετία δεν θα ικανοποιεί αιτήματα που στηρίζονται σε αποδεικτικά μέσα που αποκτήθηκαν παράνομα και ιδιαίτερα ύστερα από κλοπή προσωπικών δεδομένων από ελβετικές τράπεζες. Αυτό δηλαδή «γλιτώνει» όσους βρίσκονται στα CD της υπόθεσης Φαλσιανί (δηλαδή των Ελλήνων καταθετών στην HSBC Γενεύης) αλλά και στη λίστα του Έλμερ. Επίσης η συμφωνία του Νοεμβρίου του 2010 που τίθεται σύντομα σε ισχύ δεν θα έχει αναδρομική ισχύ. Άρα μάλλον άνθρακες ο θησαυρός, όπως γράφαμε και στο «Π» τον περασμένο Φεβρουάριο.
Αυτό βέβαια δεν απαγορεύει στο ελληνικό Δημόσιο να κάνει τη δουλειά του και να βρίσκει όποιους καταθέτες εξωτερικού δεν πληρώνουν τους φόρους των τόκων. Χάρη στην πολύ απλή αυτή μέθοδο, οι καταθέτες, ενώ θα μπορούσαν να πληρώνουν στις εφορίες της περιοχής τους το 10% των τόκων που εισπράττουν στο εξωτερικό (όπως αυτόματα γίνεται με τις καταθέσεις στην Ελλάδα), μπαίνουν στον κίνδυνο να χαρακτηριστούν φοροφυγάδες. Και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι περιπτώσεις που έχουν εντοπιστεί και ερευνώνται οφείλονται σε τέτοια περιστατικά και όχι σε μεγαλοκαταθέτες, που παραμένουν στο απυρόβλητο.
Πόσες είναι οι καταθέσεις των Ελλήνων στην Ελβετία; Το «Spiegel», που ξέρει τα πάντα για την Ελλάδα, έγραψε πρόσφατα ότι ανέρχονται σε περίπου 600 δισ. ευρώ. Σύντομα, όμως, η ίδια η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να μαζέψει τον μύθο, δηλώνοντας μέσω του Δημήτρη Κουσελά πως «οι καταθέσεις δεν είναι της τάξης των 600 δισ. ευρώ, όπως είχε φημολογηθεί, αφού στην πραγματικότητα δεν ξεπερνούν τα 280 δισ. ευρώ».
Επίσης σχετικά με τα ονόματα των Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία που είχε διαρρεύσει ότι έχει στα χέρια της η κυβέρνηση (προφανώς από την υπόθεση Φαλσιανί), ο υφυπουργός Οικονομικών ενημέρωσε τη Βουλή απλά πως βρίσκονται σε καλό δρόμο οι διμερείς διαπραγματεύσεις για να υπογραφεί η συμφωνία με την οποία οι ελβετικές τράπεζες θα αρχίσουν να παρέχουν νόμιμα πληροφορίες για λογαριασμούς Ελλήνων μεγαλοκαταθετών. Το πρόβλημα, όμως, ίσως να μην είναι μόνο η Ελβετία. Ο Κουσελάς έδειξε ήδη τη Σιγκαπούρη (εκτός από τη Γερμανία, τη Βρετανία και την Κύπρο) ως χώρα προορισμού των ελληνικών κεφαλαίων.
Συμπέρασμα: οι τράπεζες θα προστατεύσουν το χρήμα τους και οι αρχές πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους για να το εντοπίσουν αν είναι μαύρο και όχι απλώς για να διαφημίσουν ένα κυνήγι μαγισσών, όπως εδώ και χρόνια κάνουν απειλώντας με αποκαλύψεις και ονόματα που ποτέ δεν έρχονται στη δημοσιότητα.
Θυμάστε τις υποθέσεις αδήλωτων καταθέσεων του εξωτερικού που είχαν αποκαλυφθεί στο Λιχτενστάιν, την Ανδόρα και το Μονακό την περίοδο 2006-2008; Και τότε στα αρχεία που είχαν σταλεί από τις οικονομικές υπηρεσίες της Γερμανίας και της Γαλλίας περιλαμβάνονταν λογαριασμοί ελληνικού ενδιαφέροντος. Όμως, τίποτα δεν έγινε.
Σήμερα, ο εργατικός Διομήδης Σπινέλλης στη γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων εστιάζει στις μεγάλες καταθέσεις. Σύντομα θα κοιτάξει και σε μικρότερα ποσά, εφόσον προκύπτουν σημαντικές αποκλίσεις από τα περιουσιακά στοιχεία που εμφάνιζαν στις φορολογικές τους δηλώσεις οι κάτοχοι. Και μετά, εάν και εφόσον...
topontiki
Σύμφωνα δε, με πληροφορίες του «Π», σε αυτές τις «ελβετικές λίστες της ντροπής» περιλαμβάνονται μεγάλοι (αλλά και μικρότεροι) βιομήχανοι, επιχειρηματίες του κλάδου του τουρισμού, τραγουδιστές και ........
καλλιτέχνες, γιατροί και φαρμακοβιομήχανοι, πολιτικοί, αλλά και άνθρωποι που «μπαίνουν στα σπίτια μας» από τη μικρή οθόνη.
Οι λογαριασμοί και οι κάτοχοί τους ελέγχονται ήδη με τη μόνη μέθοδο που είναι προς το παρόν διαθέσιμη: τη διασταύρωση των δεδομένων των λογαριασμών με το πόθεν έσχες. Εάν δηλαδή οι καταθέσεις δεν δικαιολογούνται από τα εισοδήματα που δηλώθηκαν στις εφορίες τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και δεν έχουν δηλωθεί εισοδήματα από τόκους, τότε οι κάτοχοί τους θα κληθούν να πληρώσουν αναδρομικά τους φόρους που αναλογούν και μάλιστα με τα τσουχτερότερα πρόστιμα που προβλέπει ο νέος νόμος.
Τα αποτελέσματα, που ήρθαν ύστερα από πολλές παλινωδίες και καθυστερήσεις, οφείλονται στην πίεση που δέχεται η κυβέρνηση από την τρόικα να δείξει κάποια επιτυχία στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Οφείλονται όμως και στην αγωνία της να σταματήσει το ξερίζωμα των καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες, καθώς τους τελευταίους τέσσερις μήνες άλλα 15 δισ. πέρασαν από τα ταμεία των αναλήψεων είτε για το εξωτερικό είτε για τις τσέπες αυτών που δεν έχουν πια να πληρώσουν και σηκώνουν τα έτοιμα. Οι τραπεζίτες υπολογίζουν ότι από το 2010 περίπου 20-25 δισ. ελληνικών καταθέσεων μετανάστευσαν σε ξένες τράπεζες αναζητώντας ασφάλεια από την κρίση και μια πιθανή χρεοκοπία. Αυτό όμως είναι ένα μικρό ποσό συγκρινόμενο με τις καταθέσεις των Ελλήνων που βρίσκονται από ετών στο εξωτερικό και για τις οποίες ο μύθος «ποικίλλει» από 200 μέχρι και 600 δισ.
Έλεγχος και... τιμωρία
Η πρώτη συγκεντρωτική έρευνα του ΣΔΟΕ και της γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, που διασταύρωσε 200 «πονηρούς» λογαριασμούς με τις φορολογικές δηλώσεις των κατόχων τους, βρήκε ότι τα ποσά που έχουν εξαχθεί στις περισσότερες περιπτώσεις δεν δικαιολογούνται. Και επειδή εδώ το κριτήριο είναι ασαφές, οι περισσότερες «καθαρές» παραβάσεις εντοπίστηκαν στη μη δήλωση των τόκων στα εισοδήματα. Συνολικά ο έλεγχος εντόπισε κάπου 400 εκατ. ευρώ σε «αδήλωτες» καταθέσεις, κάτι που σημαίνει ότι τα διαφυγόντα έσοδα του Δημοσίου είναι μερικά (μόνο) εκατομμύρια. Ο έλεγχος λοιπόν δεν βγάζει κάποιο τεράστιο ποσό προς επιστροφή, αλλά η τιμωρία των παραβατών θα λειτουργήσει παραδειγματικά για όσους θέλουν να συνεχίσουν την ίδια πρακτική.
Το πιο ενδιαφέρον, όμως, αφορά το πώς και αν έπεσε το «κάστρο της Ελβετίας» σε ό,τι αφορά το απόρρητο των καταθέσεων.
Η διαδικασία ελέγχου ξεκίνησε πέρυσι το φθινόπωρο, μετά την παροχή των πρώτων στοιχείων που ήρθαν από τη Γαλλία. Ήταν η περιβόητη «υπόθεση Φαλσιανί», ενός υπαλλήλου ασφάλειας δικτύων της τράπεζας HSBC, που σήκωσε το αρχείο δεκάδων χιλιάδων λογαριασμών από τη Γενεύη και το 2008 έδωσε τη λίστα στη Δίωξη Οικονομικού Εγκλήματος της Γαλλίας. Τα στοιχεία έφτασαν και στην Ελλάδα, με έναν αριθμό 2.000 λογαριασμών να αντιστοιχεί σε Έλληνες πολίτες. Θεωρείται, ωστόσο, ότι στοιχεία μπορεί να έχουν διαρρεύσει και από τα δύο 0ϋ που έδωσε στο Wikileaks το πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της τράπεζας Julius Baer Ρούντολφ Eλμερ. Στα CD περιλαμβάνονται δεδομένα για άλλους 2.000 μεγαλοκαταθέτες, πολυεθνικές και επιχειρήσεις από διάφορες χώρες, περιλαμβανομένων των ΗΠΑ, Γερμανίας, Μεγάλης Βρετανίας και Ελλάδας. Τον περασμένο Ιανουάριο που έσκασε η υπόθεση Έλμερ, ο συνήγορός του δήλωσε ότι «ο Ρούντολφ θα ήθελε να βοηθήσει τις ελληνικές Αρχές, αν του ζητηθεί. Όμως θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος από την ελβετική αστυνομία που τον συνέλαβε»...
Εκτός από τις διασταυρώσεις και τα καρφώματα, η μόνη άλλη επιλογή που έχει η κυβέρνηση είναι να περιμένει επίσημες πληροφορίες από τις χώρες που είναι κατατεθειμένα ελληνικά κεφάλαια. Το ζήτημα τέθηκε από τον πρωθυπουργό στην πρόεδρο της Ελβετίας Μισελίν Καλμί-Ρέι τον περασμένο Ιανουάριο, στο περιθώριο της συνόδου του Νταβός, και ξανασυζητήθηκε από τους υπουργούς Οικονομικών των δύο χωρών, που συμφώνησαν να προωθήσουν τις «διαπραγματεύσεις, με σκοπό την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών». Και από τον περασμένο Νοέμβριο υπάρχει συμφωνία για το θέμα.
Ελβετικό απόρρητο
Μπορεί όμως να πέσει το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο, και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο, δηλαδή η υποχρέωση εχεμύθειας από τις ελβετικές τράπεζες απέναντι σε κάποιον τρίτο, ως προς την ταυτότητα των πελατών τους και το περιεχόμενο των λογαριασμών που τηρούνται σε αυτές, αποτελούσε μέχρι πρόσφατα ένα παραδοσιακό «κεκτημένο» του ελβετικού κράτους. Το 1935 θεσπίστηκε για πρώτη φορά στο άρθρο 47 του Νόμου περί Τραπεζών της Ελβετίας ρύθμιση για την προστασία του τραπεζικού απορρήτου, που ισχύει μέχρι και σήμερα. Βέβαια μεταξύ αυτών που επέλεξαν την Ελβετία για τις τραπεζικές υπηρεσίες της δεν έλειψαν και περιπτώσεις εγκληματικού ή μαύρου χρήματος που εισέρρευσε στη χώρα αυτή. Η ελβετική νομοθεσία όμως αντιμετώπισε τις «μαύρες» αυτές περιπτώσεις υπογράφοντας τις ευρωπαϊκές και διεθνείς συνθήκες για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα αλλά και τη δικαστική συνδρομή. Έτσι και στην Ελβετία, εδώ και περίπου 20 χρόνια, το τραπεζικό απόρρητο αίρεται σε περιπτώσεις για τις οποίες υπάρχουν βάσιμες και επαρκώς αιτιολογημένες υπόνοιες για την τέλεση εγκληματικών πράξεων που σχετίζονται με περιουσιακά στοιχεία ευρισκόμενα σε ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς.
Μέχρι το 2009 από τις περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος εξαιρέθηκε η φοροδιαφυγή, η οποία για την Ελβετία δεν θεωρούνταν σημαντικό έγκλημα. Τελικά, με την πίεση των ΗΠΑ, μετά την υπόθεση της τράπεζας UBS, η ελβετική κυβέρνηση υποχρεώθηκε στις 13 Μαρτίου του 2009 να αποδεχτεί για πρώτη φορά στην ιστορία της την άρση του τραπεζικού απορρήτου σε υποθέσεις διεθνούς φοροδιαφυγής. Και στο πλαίσιο υλοποίησης της εναρμόνισης του ελβετικού τραπεζικού απορρήτου με τα διεθνή δεδομένα υπογράφτηκαν στις αρχές του 2010 διμερείς συμφωνίες με πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Η υπογραφή της συμφωνίας Ελλάδας - Ελβετίας έγινε τον Νοέμβριο του 2010. Στο εξής, για την ικανοποίηση ενός αιτήματος διοικητικής συνδρομής, δηλαδή παροχής πληροφοριών για τραπεζικό λογαριασμό που θα υποβάλλεται από τις ελληνικές φορολογικές αρχές στην Ελβετία και θα αφορούν πολίτη ελεγχόμενο στην Ελλάδα για φοροδιαφυγή, ο οποίος διατηρεί τραπεζικό λογαριασμό στην Ελβετία, θα πρέπει να υπάρχουν (όλες μαζί) οι εξής προϋποθέσεις:
1)Να διεξάγεται στην Ελλάδα έρευνα κατά του δικαιούχου του ελβετικού λογαριασμού για φοροδιαφυγή.
2) Να γνωστοποιηθούν στις ελβετικές αρχές τα πλήρη στοιχεία του ελεγχόμενου δικαιούχου του λογαριασμού καθώς και η συγκεκριμένη ελβετική τράπεζα στην οποία τηρείται ο υπό έρευνα λογαριασμός.
3) Να αναφέρεται συγκεκριμένη χρονική περίοδος για την οποία ζητούνται οι πληροφορίες.
Επίσης, η Ελβετία δεσμεύτηκε σε αυτή τη διμερή συμφωνία ότι δεν θα ικανοποιεί αόριστα αιτήματα που αποσκοπούν στη λεγόμενη «αλίευση τραπεζικών πληροφοριών» του θιγόμενου αλλά και αιτήματα τα οποία βασίζονται σε παράνομη κτήση πληροφοριών από κρατικές αρχές. Δηλαδή η Ελβετία δεν θα ικανοποιεί αιτήματα που στηρίζονται σε αποδεικτικά μέσα που αποκτήθηκαν παράνομα και ιδιαίτερα ύστερα από κλοπή προσωπικών δεδομένων από ελβετικές τράπεζες. Αυτό δηλαδή «γλιτώνει» όσους βρίσκονται στα CD της υπόθεσης Φαλσιανί (δηλαδή των Ελλήνων καταθετών στην HSBC Γενεύης) αλλά και στη λίστα του Έλμερ. Επίσης η συμφωνία του Νοεμβρίου του 2010 που τίθεται σύντομα σε ισχύ δεν θα έχει αναδρομική ισχύ. Άρα μάλλον άνθρακες ο θησαυρός, όπως γράφαμε και στο «Π» τον περασμένο Φεβρουάριο.
Αυτό βέβαια δεν απαγορεύει στο ελληνικό Δημόσιο να κάνει τη δουλειά του και να βρίσκει όποιους καταθέτες εξωτερικού δεν πληρώνουν τους φόρους των τόκων. Χάρη στην πολύ απλή αυτή μέθοδο, οι καταθέτες, ενώ θα μπορούσαν να πληρώνουν στις εφορίες της περιοχής τους το 10% των τόκων που εισπράττουν στο εξωτερικό (όπως αυτόματα γίνεται με τις καταθέσεις στην Ελλάδα), μπαίνουν στον κίνδυνο να χαρακτηριστούν φοροφυγάδες. Και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι περιπτώσεις που έχουν εντοπιστεί και ερευνώνται οφείλονται σε τέτοια περιστατικά και όχι σε μεγαλοκαταθέτες, που παραμένουν στο απυρόβλητο.
Πόσες είναι οι καταθέσεις των Ελλήνων στην Ελβετία; Το «Spiegel», που ξέρει τα πάντα για την Ελλάδα, έγραψε πρόσφατα ότι ανέρχονται σε περίπου 600 δισ. ευρώ. Σύντομα, όμως, η ίδια η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να μαζέψει τον μύθο, δηλώνοντας μέσω του Δημήτρη Κουσελά πως «οι καταθέσεις δεν είναι της τάξης των 600 δισ. ευρώ, όπως είχε φημολογηθεί, αφού στην πραγματικότητα δεν ξεπερνούν τα 280 δισ. ευρώ».
Επίσης σχετικά με τα ονόματα των Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία που είχε διαρρεύσει ότι έχει στα χέρια της η κυβέρνηση (προφανώς από την υπόθεση Φαλσιανί), ο υφυπουργός Οικονομικών ενημέρωσε τη Βουλή απλά πως βρίσκονται σε καλό δρόμο οι διμερείς διαπραγματεύσεις για να υπογραφεί η συμφωνία με την οποία οι ελβετικές τράπεζες θα αρχίσουν να παρέχουν νόμιμα πληροφορίες για λογαριασμούς Ελλήνων μεγαλοκαταθετών. Το πρόβλημα, όμως, ίσως να μην είναι μόνο η Ελβετία. Ο Κουσελάς έδειξε ήδη τη Σιγκαπούρη (εκτός από τη Γερμανία, τη Βρετανία και την Κύπρο) ως χώρα προορισμού των ελληνικών κεφαλαίων.
Συμπέρασμα: οι τράπεζες θα προστατεύσουν το χρήμα τους και οι αρχές πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους για να το εντοπίσουν αν είναι μαύρο και όχι απλώς για να διαφημίσουν ένα κυνήγι μαγισσών, όπως εδώ και χρόνια κάνουν απειλώντας με αποκαλύψεις και ονόματα που ποτέ δεν έρχονται στη δημοσιότητα.
Θυμάστε τις υποθέσεις αδήλωτων καταθέσεων του εξωτερικού που είχαν αποκαλυφθεί στο Λιχτενστάιν, την Ανδόρα και το Μονακό την περίοδο 2006-2008; Και τότε στα αρχεία που είχαν σταλεί από τις οικονομικές υπηρεσίες της Γερμανίας και της Γαλλίας περιλαμβάνονταν λογαριασμοί ελληνικού ενδιαφέροντος. Όμως, τίποτα δεν έγινε.
Σήμερα, ο εργατικός Διομήδης Σπινέλλης στη γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων εστιάζει στις μεγάλες καταθέσεις. Σύντομα θα κοιτάξει και σε μικρότερα ποσά, εφόσον προκύπτουν σημαντικές αποκλίσεις από τα περιουσιακά στοιχεία που εμφάνιζαν στις φορολογικές τους δηλώσεις οι κάτοχοι. Και μετά, εάν και εφόσον...
topontiki