p

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Οι ελβετικές λίστες της μεγάλης ντροπής

Τα πρώτα ονόματα «υπόπτων» από τον έλεγχο εκατοντάδων λογαριασμών Ελλήνων καταθε­τών στην Ελβετία έχει στα χέρια του ο μηχανισμός δίωξης οικονομικού εγκλήματος, καθώς η συνεργασία του Δημοσίου με τον «παράδεισο του χρή­ματος» αποδίδει τους πρώτους καρ­πούς.
Σύμφωνα δε, με πληροφορίες του «Π», σε αυτές τις «ελβετικές λί­στες της ντροπής» περιλαμβάνονται μεγάλοι (αλλά και μικρότεροι) βιομή­χανοι, επιχειρηματίες του κλάδου του τουρισμού, τραγουδιστές και ........


καλλι­τέχνες, γιατροί και φαρμακοβιομήχανοι, πολιτικοί, αλλά και άνθρωποι που «μπαίνουν στα σπίτια μας» από τη μι­κρή οθόνη.

Οι λογαριασμοί και οι κάτοχοί τους ελέγχονται ήδη με τη μόνη μέθοδο που είναι προς το παρόν διαθέσιμη: τη διασταύρωση των δεδομένων των λογαριασμών με το πόθεν έσχες. Εάν δηλαδή οι καταθέσεις δεν δικαιολογούνται από τα εισοδήματα που δη­λώθηκαν στις εφορίες τα προηγούμε­να χρόνια, αλλά και δεν έχουν δηλω­θεί εισοδήματα από τόκους, τότε οι κάτοχοί τους θα κληθούν να πληρώ­σουν αναδρομικά τους φόρους που αναλογούν και μάλιστα με τα τσου­χτερότερα πρόστιμα που προβλέπει ο νέος νόμος.

Τα αποτελέσματα, που ήρθαν ύστε­ρα από πολλές παλινωδίες και καθυστερήσεις, οφείλονται στην πίεση που δέχεται η κυβέρνηση από την τρόικα να δείξει κάποια επιτυχία στη μάχη κατά της φοροδιαφυ­γής. Οφείλονται όμως και στην αγωνία της να σταματήσει το ξε­ρίζωμα των καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες, καθώς τους τελευταίους τέσσερις μήνες άλλα 15 δισ. πέρασαν από τα ταμεία των ανα­λήψεων είτε για το εξωτερικό είτε για τις τσέπες αυτών που δεν έχουν πια να πληρώσουν και σηκώνουν τα έτοιμα. Οι τραπεζίτες υπολογίζουν ότι από το 2010 περίπου 20-25 δισ. ελληνικών καταθέσεων μετανάστευσαν σε ξένες τράπεζες αναζητώντας ασφάλεια από την κρίση και μια πιθανή χρεοκοπία. Αυτό όμως είναι ένα μικρό ποσό συ­γκρινόμενο με τις κατα­θέσεις των Ελλήνων που βρίσκονται από ετών στο εξωτερικό και για τις οποίες ο μύθος «ποικίλλει» από 200 μέχρι και 600 δισ.



Έλεγχος και... τιμωρία

Η πρώτη συγκεντρωτική έρευνα του ΣΔΟΕ και της γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, που διασταύρω­σε 200 «πονηρούς» λογαριασμούς με τις φορολογικές δηλώσεις των κατόχων τους, βρήκε ότι τα πο­σά που έχουν εξαχθεί στις περισσότερες περιπτώ­σεις δεν δικαιολογούνται. Και επειδή εδώ το κριτήριο είναι ασαφές, οι περισσότερες «καθαρές» παραβάσεις εντοπίστηκαν στη μη δήλωση των τόκων στα εισοδήματα. Συνολικά ο έλεγχος εντόπισε κάπου 400 εκατ. ευρώ σε «αδήλωτες» καταθέσεις, κάτι που σημαίνει ότι τα διαφυγόντα έσο­δα του Δημοσίου είναι μερικά (μόνο) εκατομμύρια. Ο έλεγχος λοιπόν δεν βγάζει κάποιο τεράστιο ποσό προς επιστροφή, αλλά η τιμωρία των παρα­βατών θα λειτουργήσει παραδειγμα­τικά για όσους θέλουν να συνεχίσουν την ίδια πρακτική.

Το πιο ενδιαφέρον, όμως, αφορά το πώς και αν έπεσε το «κάστρο της Ελβετίας» σε ό,τι αφορά το απόρρητο των καταθέσεων.

Η διαδικασία ελέγχου ξεκίνησε πέ­ρυσι το φθινόπωρο, μετά την παροχή των πρώτων στοιχείων που ήρθαν από τη Γαλλία. Ήταν η περιβόητη «υπόθε­ση Φαλσιανί», ενός υπαλλήλου ασφά­λειας δικτύων της τράπεζας HSBC, που σήκωσε το αρχείο δεκάδων χιλι­άδων λογαριασμών από τη Γενεύη και το 2008 έδωσε τη λίστα στη Δίωξη Οι­κονομικού Εγκλήματος της Γαλλίας. Τα στοιχεία έφτασαν και στην Ελλάδα, με έναν αριθμό 2.000 λογαριασμών να αντιστοιχεί σε Έλληνες πολίτες. Θε­ωρείται, ωστόσο, ότι στοιχεία μπορεί να έχουν διαρρεύσει και από τα δύο 0ϋ που έδωσε στο Wikileaks το πρώ­ην υψηλόβαθμο στέλεχος της τράπε­ζας Julius Baer Ρούντολφ Eλμερ. Στα CD περιλαμβάνονται δεδομένα για άλ­λους 2.000 μεγαλοκαταθέτες, πολυε­θνικές και επιχειρήσεις από διάφορες χώρες, περιλαμβανομένων των ΗΠΑ, Γερμανίας, Μεγάλης Βρετανίας και Ελ­λάδας. Τον περασμένο Ιανουάριο που έσκασε η υπόθεση Έλμερ, ο συνήγο­ρός του δήλωσε ότι «ο Ρούντολφ θα ήθελε να βοηθήσει τις ελληνικές Αρ­χές, αν του ζητηθεί. Όμως θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος από την ελβετι­κή αστυνομία που τον συνέλαβε»...

Εκτός από τις διασταυρώσεις και τα καρφώματα, η μόνη άλλη επιλογή που έχει η κυβέρνηση είναι να περι­μένει επίσημες πληροφορίες από τις χώρες που είναι κατατεθειμένα ελλη­νικά κεφάλαια. Το ζήτημα τέθηκε από τον πρωθυπουργό στην πρόεδρο της Ελβετίας Μισελίν Καλμί-Ρέι τον περασμένο Ιανουάριο, στο περιθώριο της συνόδου του Νταβός, και ξανασυζη­τήθηκε από τους υπουργούς Οικονο­μικών των δύο χωρών, που συμφώ­νησαν να προωθήσουν τις «διαπραγ­ματεύσεις, με σκοπό την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών». Και από τον περασμένο Νοέμβριο υπάρχει συμφωνία για το θέμα.



Ελβετικό απόρρητο

Μπορεί όμως να πέσει το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο, και υπό ποιες προϋποθέσεις;

Το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο, δηλαδή η υποχρέωση εχεμύθειας από τις ελβετικές τράπεζες απέναντι σε κάποιον τρίτο, ως προς την ταυτό­τητα των πελατών τους και το περιεχό­μενο των λογαριασμών που τηρούνται σε αυτές, αποτελούσε μέχρι πρόσφα­τα ένα παραδοσιακό «κεκτημένο» του ελβετικού κράτους. Το 1935 θεσπί­στηκε για πρώτη φορά στο άρθρο 47 του Νόμου περί Τραπεζών της Ελβε­τίας ρύθμιση για την προστασία του τραπεζικού απορρήτου, που ισχύει μέχρι και σήμερα. Βέβαια μεταξύ αυ­τών που επέλεξαν την Ελβετία για τις τραπεζικές υπηρεσίες της δεν έλει­ψαν και περιπτώσεις εγκληματικού ή μαύρου χρήματος που εισέρρευσε στη χώρα αυτή. Η ελβετική νομοθε­σία όμως αντιμετώπισε τις «μαύρες» αυτές περιπτώσεις υπογράφοντας τις ευρωπαϊκές και διεθνείς συνθήκες για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα αλλά και τη δικαστική συνδρομή. Έτσι και στην Ελβετία, εδώ και περίπου 20 χρόνια, το τραπεζικό απόρρητο αίρεται σε περιπτώσεις για τις οποίες υπάρχουν βάσιμες και επαρκώς αιτιολογημένες υπόνοιες για την τέλεση εγκληματι­κών πράξεων που σχετίζονται με περι­ουσιακά στοιχεία ευρισκόμενα σε ελ­βετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς.

Μέχρι το 2009 από τις περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος εξαιρέθη­κε η φοροδιαφυγή, η οποία για την Ελβετία δεν θεωρούνταν σημαντικό έγκλημα. Τελικά, με την πίεση των ΗΠΑ, μετά την υπόθεση της τράπεζας UBS, η ελβετική κυβέρνηση υπο­χρεώθηκε στις 13 Μαρτίου του 2009 να αποδεχτεί για πρώτη φορά στην ιστορία της την άρση του τραπεζικού απορρήτου σε υποθέσεις διεθνούς φοροδιαφυγής. Και στο πλαίσιο υλο­ποίησης της εναρμόνισης του ελβετι­κού τραπεζικού απορρήτου με τα δι­εθνή δεδομένα υπογράφτηκαν στις αρχές του 2010 διμερείς συμφωνίες με πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

Η υπογραφή της συμφωνίας Ελλά­δας - Ελβετίας έγινε τον Νοέμβριο του 2010. Στο εξής, για την ικανοποίηση ενός αιτήματος διοικητικής συνδρο­μής, δηλαδή παροχής πληροφοριών για τραπεζικό λογαριασμό που θα υποβάλλεται από τις ελληνικές φο­ρολογικές αρχές στην Ελβετία και θα αφορούν πολίτη ελεγχόμενο στην Ελ­λάδα για φοροδιαφυγή, ο οποίος διατηρεί τραπεζικό λογαριασμό στην Ελ­βετία, θα πρέπει να υπάρχουν (όλες μαζί) οι εξής προϋποθέσεις:

1)Να διεξάγεται στην Ελλάδα έρευ­να κατά του δικαιούχου του ελβε­τικού λογαριασμού για φοροδιαφυγή.

2) Να γνωστοποιηθούν στις ελβετι­κές αρχές τα πλήρη στοιχεία του ελεγχόμενου δικαιούχου του λογα­ριασμού καθώς και η συγκεκρι­μένη ελβετική τράπεζα στην οποία τηρείται ο υπό έρευνα λογαριασμός.

3) Να αναφέρεται συγκεκριμένη χρονική περίοδος για την οποία ζητούνται οι πληροφορίες.

Επίσης, η Ελβετία δεσμεύτηκε σε αυτή τη διμερή συμφωνία ότι δεν θα ικανοποιεί αόριστα αιτήματα που απο­σκοπούν στη λεγόμενη «αλίευση τραπεζικών πληροφοριών» του θιγόμε­νου αλλά και αιτήματα τα οποία βασίζονται σε παράνομη κτήση πληρο­φοριών από κρατικές αρχές. Δηλαδή η Ελβετία δεν θα ικανοποιεί αιτήματα που στηρίζονται σε αποδεικτικά μέσα που αποκτήθηκαν παράνομα και ιδιαί­τερα ύστερα από κλοπή προσωπικών δεδομένων από ελβετικές τράπεζες. Αυτό δηλαδή «γλιτώνει» όσους βρίσκονται στα CD της υπόθεσης Φαλσιανί (δηλαδή των Ελλήνων καταθετών στην HSBC Γενεύης) αλλά και στη λί­στα του Έλμερ. Επίσης η συμφωνία του Νοεμβρίου του 2010 που τίθεται σύντομα σε ισχύ δεν θα έχει αναδρο­μική ισχύ. Άρα μάλλον άνθρακες ο θη­σαυρός, όπως γράφαμε και στο «Π» τον περασμένο Φεβρουάριο.

Αυτό βέβαια δεν απαγορεύει στο ελληνικό Δημόσιο να κάνει τη δουλειά του και να βρίσκει όποιους καταθέ­τες εξωτερικού δεν πληρώνουν τους φόρους των τόκων. Χάρη στην πολύ απλή αυτή μέθοδο, οι καταθέτες, ενώ θα μπορούσαν να πληρώνουν στις εφορίες της περιοχής τους το 10% των τόκων που εισπράττουν στο εξωτερικό (όπως αυτόματα γίνεται με τις καταθέσεις στην Ελλάδα), μπαίνουν στον κίνδυνο να χαρακτηριστούν φο­ροφυγάδες. Και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι περιπτώσεις που έχουν εντοπιστεί και ερευνώνται οφείλονται σε τέτοια περιστατικά και όχι σε μεγαλοκαταθέτες, που παραμένουν στο απυρόβλητο.

Πόσες είναι οι καταθέσεις των Ελλή­νων στην Ελβετία; Το «Spiegel», που ξέρει τα πάντα για την Ελλάδα, έγρα­ψε πρόσφατα ότι ανέρχονται σε περί­που 600 δισ. ευρώ. Σύντομα, όμως, η ίδια η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να μαζέψει τον μύθο, δηλώνοντας μέ­σω του Δημήτρη Κουσελά πως «οι καταθέσεις δεν είναι της τάξης των 600 δισ. ευρώ, όπως είχε φημολογηθεί, αφού στην πραγματικότητα δεν ξε­περνούν τα 280 δισ. ευρώ».

Επίσης σχετικά με τα ονόματα των Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία που είχε διαρρεύσει ότι έχει στα χέρια της η κυβέρνηση (προφανώς από την υπόθεση Φαλσιανί), ο υφυπουργός Οικονομικών ενημέρωσε τη Βουλή απλά πως βρίσκονται σε καλό δρόμο οι διμερείς διαπραγματεύσεις για να υπογραφεί η συμφωνία με την οποία οι ελβετικές τράπεζες θα αρχίσουν να παρέχουν νόμιμα πληροφορίες για λογαριασμούς Ελλήνων μεγαλοκαταθετών. Το πρόβλημα, όμως, ίσως να μην είναι μόνο η Ελβετία. Ο Κουσελάς έδειξε ήδη τη Σιγκαπούρη (εκτός από τη Γερμανία, τη Βρετανία και την Κύ­προ) ως χώρα προορισμού των ελληνι­κών κεφαλαίων.

Συμπέρασμα: οι τράπεζες θα προ­στατεύσουν το χρήμα τους και οι αρ­χές πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους για να το εντοπίσουν αν είναι μαύρο και όχι απλώς για να διαφημίσουν ένα κυνήγι μαγισσών, όπως εδώ και χρό­νια κάνουν απειλώντας με αποκαλύ­ψεις και ονόματα που ποτέ δεν έρχο­νται στη δημοσιότητα.

Θυμάστε τις υποθέσεις αδήλωτων καταθέσεων του εξωτερικού που εί­χαν αποκαλυφθεί στο Λιχτενστάιν, την Ανδόρα και το Μονακό την περί­οδο 2006-2008; Και τότε στα αρχεία που είχαν σταλεί από τις οικονομικές υπηρεσίες της Γερμανίας και της Γαλ­λίας περιλαμβάνονταν λογαριασμοί ελληνικού ενδιαφέροντος. Όμως, τί­ποτα δεν έγινε.

Σήμερα, ο εργατικός Διομήδης Σπινέλλης στη γραμματεία Πληροφορια­κών Συστημάτων εστιάζει στις μεγά­λες καταθέσεις. Σύντομα θα κοιτά­ξει και σε μικρότερα ποσά, εφόσον προκύπτουν σημαντικές αποκλίσεις από τα περιουσιακά στοιχεία που εμ­φάνιζαν στις φορολογικές τους δη­λώσεις οι κάτοχοι. Και μετά, εάν και εφόσον...



topontiki