p

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

Συγκλονιστικό:Νεαρή από τη Λεμεσό ερωτεύτηκε κατά λάθος τον πατέρα της!!!

Ατμόσφαιρα αποπνικτική… σκοτάδι… πόνος… κατάθλιψη… ένα δωμάτιο, στο οποίο δεν μπαίνει σχεδόν κανείς… δεν θέλει να βλέπει και να ακούει κανένα… στη μάνα της έχει να μιλήσει από τότε…


Δεν κατάλαβα ακόμα πώς μπόρεσα να την πείσω να μου μιλήσει… φιγούρα τραγική… κοκαλιασμένη και αποστεωμένη… δεν ξέρω πόσο θα αντέξει ακόμα… «Κάθε μέρα παρακαλώ να πεθάνω…» είναι τα πρώτα της λόγια… « θα στα πω χωρίς ερωτήσεις… γράψε τα και μετά φύγε…».

Την ακούω σοκαρισμένος… δεν μιλάω… απλά πατάω «play» στο μαγνητοφωνάκι… και το κουβάρι της ιστορίας της Νεφέλης αρχίζει να ξετυλίγεται …

Με λένε Νεφέλη …
Γεννήθηκα πριν 22 χρόνια εδώ στη Λεμεσό … πατέρα δεν είχα γνωρίσει …έτσι νόμιζα τουλάχιστον… η μάνα μου όταν τη ρωτούσα έλεγε πως είχε ένα δυστύχημα λίγο πριν γεννηθώ… ψέματα… μια ζωή ψέματα… γιατί… είχα τόσα όνειρα… θα τελείωνα τις σπουδές μου… δικηγόρος ...θα δούλευα… θα αγόραζα το διαμέρισμα μου… θα είχα τους φίλους μου… τη ζωή μου… τώρα…; Τίποτα… Μόνο πόνος… ντροπή… οργή… Κοίτα πώς ήμουνα πριν δυο χρόνια…

Η Νεφέλη μου δείχνει φωτογραφίες… ξεφυλλίζει το άλμπουμ των «ευτυχισμένων στιγμών του πριν» όπως τις χαρακτηρίζει...Ομορφιά νεράιδας … μακριά καστανόξανθα μαλλιά… πράσινα σμαραγδένια μάτια… χείλη γεμάτα και κατακόκκινα… ανεμελιά… ζωντάνια … χαρά… Δύσκολα πλέον κανείς μπορεί να την αναγνωρίσει … Τα δάκρυα αρχίζουν να κυλούν… η καρδιά σπαράζει…οι μνήμες αρχίζουν να ξυπνούν...

Καλοκαίρι 2009

Το πανεπιστήμιο είχε κλείσει… γύρισα Κύπρο και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν οι διακοπές …από καιρό είχαμε κανονίσει με τις δύο κολλητές μου να πάμε τον Ιούλιο στη Σκιάθο… είχαμε ακούσει άλλωστε τα καλύτερα. Διασκέδαση μέχρι τελικής πτώσης, μας έλεγαν όσοι είχαν πάει… Και εμείς τότε αυτό ζητούσαμε…

16 Ιουλίου… όλα έτοιμα… η μάνα μου, μας είχε πάρει στο αεροδρόμιο… ήταν και η τελευταία φορά που μιλήσαμε… η τελευταία φορά που την άφησα να με αγκαλιάσει… να προσέχεις μου λέει… σαν κάτι να προαισθανόταν…

Φτάνουμε… και ήταν όλα τόσο τέλεια… οι διακοπές μας ξεκινούσαν με τους καλύτερους οιωνούς… θα κατέληγαν όμως στο χειρότερο μου εφιάλτη… μακάρι να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω… μακάρι να μην πήγαινα ποτέ…

Το πρώτο βράδυ αποφασίζουμε να βγούμε σ ένα μπαράκι που μας είχαν προτείνει κάποιοι φίλοι … το κέφι μας απερίγραπτο… μπαίνουμε… πίνουμε… χορεύουμε… διασκεδάζουμε…

Καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς ένας κύριος, ψηλός, γοητευτικός, μεσήλικας με κοιτάζει… μου χαμογελάει… μου στέλνει ασταμάτητα σφηνάκια… γοητεύομαι… πάντα μου άρεσαν οι μεγαλύτεροι από εμένα άντρες… ίσως έφταιγε η έλλειψη της πατρικής παρουσίας …ίσως ήταν η κακιά μοίρα… Με πλησίασε… συστηθήκαμε… με κοιτούσε στα μάτια… το ίδιο βλέμμα …το ίδιο χρώμα… τόσα κοινά… δεν ήξερα… τον θεωρούσα νεκρό …

Μοιραίος έρωτας…

Η αναπνοή μου κόβεται… αν και μπορώ να φανταστώ τη συνέχεια δεν μπορώ να το πιστέψω… πώς είναι δυνατό… και όμως ακόμα ένα σκληρό παιχνίδι της μοίρας θα λάβει χώρα εκεί … στο νησί των Σποράδων…H Νεφέλη υποκύπτει στη γοητεία του Νίκου… χωρίς να γνωρίζει βέβαια ότι πρόκειται για τον ίδιο της τον πατέρα…

«Πρώτη φορά ένιωθα τόσο ξεχωριστή … την επόμενη μέρα της γνωριμίας μας είχα αφήσει τις φίλες μου και βγήκαμε μόνοι μας για καφέ… με έκανε και χαμογελούσα συνεχώς …μου έλεγε πόσο όμορφη είμαι… πόσο μοιάζουμε εξωτερικά αλλά και σαν χαρακτήρες… και εγώ πετούσα στους εφτά ουρανούς… τον είχα ερωτευτεί… δεν ήξερα… μακάρι να μην είχα πάει ποτέ σε εκείνο το καταραμένο νησί…

Δέκα μέρες που κράτησαν οι διακοπές μας ήμουν συνέχεια μαζί του… πότε μόνοι μας, πότε με της φίλες μου… τόσο ενθουσιασμένη… χαρούμενη Κάναμε έρωτα… πώς μπόρεσα… θεέ μου! Με τον πατέρα μου… το καταλαβαίνεις; Με τον ίδιο μου τον πατέρα …νιώθω απαίσια…

Η Νεφέλη καλύπτει το πρόσωπο της… κλαίει… την κοιτάω ανήμπορος να κάνω οτιδήποτε… πώς μπορώ άλλωστε να απαλύνω τέτοιο πόνο; « Την τελευταία μέρα πριν φύγουμε από το νησί την περάσαμε μαζί… μου έλεγε πως δεν μπορούσε να με αφήσει να φύγω. Πως ήμουνα ότι καλύτερο του είχε συμβεί… πως δεν ήθελε να με χάσει… ότι θα ερχόταν στη Κύπρο να με πάρει… Γύρισα πίσω… ενθουσιασμένη… ερωτευμένη ….μιλούσαμε στο τηλέφωνο 4 με 5 ώρες τη μέρα. Ανυπομονούσα να ακούσω τη φωνή του...ώρες ατελείωτες μπροστά στον υπολογιστή …να τον κοιτάω στο Skype και να του λέω πόσο τον είχα επιθυμήσει…

Η στιγμή της αλήθειας

Σάββατο πρωί …χτυπάει το τηλέφωνο … θα έρθεις να με πάρεις από το αεροδρόμιο; Τα πόδια μου δεν με κρατάνε… τρέχω… φοράω το πιο όμορφο μου φόρεμα… φτιάχνω τα μαλλιά μου… η καλύτερη έκπληξη …

Αγκαλιαζόμαστε… είχε κλείσει δωμάτιο σε ξενοδοχείο της Λεμεσού… τον γνωρίζω σε όλους μου τους φίλους… θέλω να τον γνωρίσω όμως και στη μητέρα μου, αφού πάντα μιλούσαμε η μια στην άλλη για τα ερωτικά μας… ετοιμασίες στο σπίτι …μαγείρεμα… όλα έτοιμα…

Τον παίρνω από το ξενοδοχείο… κτυπάμε το κουδούνι … η πόρτα ανοίγει …και όλα ανατρέπονται… η μάνα μου λιποθυμά… αυτός πέφτει… σηκώνεται… τρέχει…φεύγει μακριά…Παγώνω… σοκαρίζομαι… τι έχει γίνει… ρωτάω τη μάνα μου καθώς συνέρχεται… κλαίει …αρχίζει να μου διηγείται μια ιστορία… δεν θέλω να την πιστέψω… δεν θέλω να ακούσω άλλο… ουρλιάζω… καταρρέω. Όλα γκρεμίζονται… και η ζωή μου δεν υπάρχει πια…

2 χρόνια μετά

Η Νεφέλη 2 χρόνια μετά το «κακό μαντάτο» δεν θέλει να βλέπει κανένα...μετακόμισε στο μικρό σπίτι της γιαγιάς της, που της το είχε αφήσει κληρονομιά μετά το θάνατό της… με τη μητέρα της δεν έχει μιλήσει από τότε… ούτε της ανοίγει την πόρτα… τον Νίκο δεν τον έχει ξαναδεί…«Η ζωή μου καταστράφηκε… πλέον απλά περιμένω… Αυτή είναι η ιστορία μου… φύγε τώρα… θέλω να μείνω μόνη μου…». Κλείνω το μαγνητοφωνάκι… φεύγω... πολύ σκληρό το παιχνίδι της μοίρας…



Πηγή: vivendi.com.cy