Πυρετός στην καρδιά του καλοκαιριού, επικρατεί στα επιτελεία των τραπεζών που επεξεργάζονται τους τρόπους εφαρμογής της συμμετοχής τους στην αναδιάταξη του χρέους.
Παρά τις παραινέσεις του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου και τις ασφυκτικές πιέσεις να ολοκληρωθεί η διαδικασία το ταχύτερο δυνατόν, οι τραπεζίτες υποστηρίζουν ότι πρόκειται για εξαιρετικά σύνθετη διαδικασία, πολύπλοκη, με πολλές τεχνικές λεπτομέρειες που καθιστά το όλο εγχείρημα πολύ πιο δύσκολο. Επιπλέον καμία τράπεζα είτε στην Ελλάδα είτε στην Ευρώπη δεν διαθέτει ανάλογη εμπειρία.
Παράλληλα, οι μέθοδοι που θα συμφωνηθούν για το rollover του ελληνικού χρέους θα πρέπει να μπορούν να εφαρμοσθούν από όλες τις τράπεζες ανεξάρτητα από τη σύνθεση των χαρτοφυλακίων τους, την λογιστική καταγραφή τους μέχρι σήμερα –αν αποτιμώνται δηλαδή mark to market ή αν πρόκειται για τοποθετήσεις στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια- ενώ η λύση θα πρέπει επίσης να είναι εφαρμόσιμη από όλους είτε διαθέτουν ομόλογα που λήγουν στην αρχή της περιόδου είτε στο τέλος.
«Ουσιαστικά πρέπει να δούμε ένα – ένα όλα τα ομόλογα που έχουμε και να συμφωνήσουμε όλοι για την λογιστική καταγραφή τους». Μέχρι τώρα, μικρή πρόοδος έχει σημειωθεί στις διαπραγματεύσεις με τους συμβούλους και τους εκπροσώπους του IIF και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών είναι πρακτικά αδύνατον να έχουν καταλήξει σε συμφωνία ως την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου που είναι η καταληκτική ημερομηνία για την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του α’ εξαμήνου.
Οι εξελίξεις στην Ευρωζώνη και η μετάδοση της κρίσης χρέους στην καρδιά της Ευρώπης, θα οδηγήσει πιθανότατα τις τράπεζες στην καταγραφή των ζημιών από τα ομόλογα στα αποτελέσματα του εξαμήνου, με την υπόθεση πως θα υποστούν τη μέγιστη απομείωση της αξίας των ομολόγων που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα κατά ποσοστό 21%, με τις συνολικές ζημιές που θα καταγραφούν να ξεπερνούν τα 5 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, οι τραπεζίτες υποστηρίζουν πως οι ζημίες θα είναι πολύ μικρότερες του 21% και δεν κυμαίνονται μεταξύ 6% και 9%, περιορίζοντας τις απομειώσεις στο μισό ή και λιγότερο, γεγονός που τους κάνει να εκτιμούν πως το rollover είναι τελικά διαχειρίσιμο και τα μεγέθη της ζημιάς αντιμετωπίσιμα για την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Ακόμη κι αν στο α’ εξάμηνο καταγράψουν τη μέγιστη ζημία, στα αποτελέσματα έτους η εικόνα θα αποκατασταθεί.
Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις κεφαλαιακές ανάγκες που αναμένεται να προκαλέσει ο έλεγχος των επισφαλειών από την εταιρεία BlackRock η οποία έχει προσληφθεί για το σκοπό αυτό από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι η αμερικανική πολυεθνική θα αντιμετωπίσει τις ελληνικές τράπεζες όπως ακριβώς αντιμετώπισε και τις ιρλανδικές στον αντίστοιχο έλεγχο, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η κρατικοποίηση του ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος.
Με όποιες παραδοχές κι αν θεωρηθεί ότι θα λάβει υπόψη της η BlackRock θεωρείται βέβαιον ότι θα απαιτήσει υπέρογκες προβλέψεις και ανάγκη νέων κεφαλαίων που σημαίνει ότι το τραπεζικό σύστημα μπορεί να χρειαστεί -επιπλέον των κεφαλαίων που πρέπει να επιστρέψει στο Δημόσιο για τις προνομιούχες μετοχές που κατέχει- συνολικά νέα κεφάλαια άνω των 10 – 12 δισ. ευρώ για να αποφύγει την προσφυγή του στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δηλαδή την κρατικοποίησή του.
Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω θα επιταχύνει τις εξελίξεις, καθώς οι τραπεζίτες αναζητούν όλους τους πιθανούς συνδυασμούς, από τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου -που όμως στις παρούσες συνθήκες είναι αμφίβολο εάν επαρκούν - έως τις συγχωνεύσεις με στόχο πλέον τη συρρίκνωση των μεγεθών, τον δραστικό περιορισμό του κόστους και την εξοικονόμηση κεφαλαίων που θα δώσει τον απαιτούμενο χρόνο έως την ομαλοποίηση των συνθηκών.
Παρά τις παραινέσεις του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου και τις ασφυκτικές πιέσεις να ολοκληρωθεί η διαδικασία το ταχύτερο δυνατόν, οι τραπεζίτες υποστηρίζουν ότι πρόκειται για εξαιρετικά σύνθετη διαδικασία, πολύπλοκη, με πολλές τεχνικές λεπτομέρειες που καθιστά το όλο εγχείρημα πολύ πιο δύσκολο. Επιπλέον καμία τράπεζα είτε στην Ελλάδα είτε στην Ευρώπη δεν διαθέτει ανάλογη εμπειρία.
Παράλληλα, οι μέθοδοι που θα συμφωνηθούν για το rollover του ελληνικού χρέους θα πρέπει να μπορούν να εφαρμοσθούν από όλες τις τράπεζες ανεξάρτητα από τη σύνθεση των χαρτοφυλακίων τους, την λογιστική καταγραφή τους μέχρι σήμερα –αν αποτιμώνται δηλαδή mark to market ή αν πρόκειται για τοποθετήσεις στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια- ενώ η λύση θα πρέπει επίσης να είναι εφαρμόσιμη από όλους είτε διαθέτουν ομόλογα που λήγουν στην αρχή της περιόδου είτε στο τέλος.
«Ουσιαστικά πρέπει να δούμε ένα – ένα όλα τα ομόλογα που έχουμε και να συμφωνήσουμε όλοι για την λογιστική καταγραφή τους». Μέχρι τώρα, μικρή πρόοδος έχει σημειωθεί στις διαπραγματεύσεις με τους συμβούλους και τους εκπροσώπους του IIF και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών είναι πρακτικά αδύνατον να έχουν καταλήξει σε συμφωνία ως την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου που είναι η καταληκτική ημερομηνία για την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του α’ εξαμήνου.
Οι εξελίξεις στην Ευρωζώνη και η μετάδοση της κρίσης χρέους στην καρδιά της Ευρώπης, θα οδηγήσει πιθανότατα τις τράπεζες στην καταγραφή των ζημιών από τα ομόλογα στα αποτελέσματα του εξαμήνου, με την υπόθεση πως θα υποστούν τη μέγιστη απομείωση της αξίας των ομολόγων που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα κατά ποσοστό 21%, με τις συνολικές ζημιές που θα καταγραφούν να ξεπερνούν τα 5 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, οι τραπεζίτες υποστηρίζουν πως οι ζημίες θα είναι πολύ μικρότερες του 21% και δεν κυμαίνονται μεταξύ 6% και 9%, περιορίζοντας τις απομειώσεις στο μισό ή και λιγότερο, γεγονός που τους κάνει να εκτιμούν πως το rollover είναι τελικά διαχειρίσιμο και τα μεγέθη της ζημιάς αντιμετωπίσιμα για την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Ακόμη κι αν στο α’ εξάμηνο καταγράψουν τη μέγιστη ζημία, στα αποτελέσματα έτους η εικόνα θα αποκατασταθεί.
Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις κεφαλαιακές ανάγκες που αναμένεται να προκαλέσει ο έλεγχος των επισφαλειών από την εταιρεία BlackRock η οποία έχει προσληφθεί για το σκοπό αυτό από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι η αμερικανική πολυεθνική θα αντιμετωπίσει τις ελληνικές τράπεζες όπως ακριβώς αντιμετώπισε και τις ιρλανδικές στον αντίστοιχο έλεγχο, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η κρατικοποίηση του ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος.
Με όποιες παραδοχές κι αν θεωρηθεί ότι θα λάβει υπόψη της η BlackRock θεωρείται βέβαιον ότι θα απαιτήσει υπέρογκες προβλέψεις και ανάγκη νέων κεφαλαίων που σημαίνει ότι το τραπεζικό σύστημα μπορεί να χρειαστεί -επιπλέον των κεφαλαίων που πρέπει να επιστρέψει στο Δημόσιο για τις προνομιούχες μετοχές που κατέχει- συνολικά νέα κεφάλαια άνω των 10 – 12 δισ. ευρώ για να αποφύγει την προσφυγή του στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δηλαδή την κρατικοποίησή του.
Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω θα επιταχύνει τις εξελίξεις, καθώς οι τραπεζίτες αναζητούν όλους τους πιθανούς συνδυασμούς, από τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου -που όμως στις παρούσες συνθήκες είναι αμφίβολο εάν επαρκούν - έως τις συγχωνεύσεις με στόχο πλέον τη συρρίκνωση των μεγεθών, τον δραστικό περιορισμό του κόστους και την εξοικονόμηση κεφαλαίων που θα δώσει τον απαιτούμενο χρόνο έως την ομαλοποίηση των συνθηκών.