Η θέρμανση του σπιτιού έχει γίνει για πολλά νοικοκυριά εφιάλτης. Υπάρχει τρόπος να απαλλαγούμε από τα συμβατικά καύσιμα- κοινώς το πετρέλαιο; Ναι, με οικονομία, με μεγάλη απόδοση και φυσικά με σεβασμό στο περιβάλλον...
Σας προτείνουμε εναλλακτικούς τρόπους θέρμανσης με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα τους.
Καθαρή ενέργεια και θέρμανση από τα «σκουπίδια» των βιομηχανιών ξύλου και των υπολειμμάτων αγροτικών καλλιεργειών και υλοτομίας;
Κι αυτό, την ώρα που η τιμή του λίτρου πετρελαίου θέρμανσης φτάνει το ένα ευρώ; Μη βιαστείτε να πείτε ότι αυτά γίνονται μόνο στη Δανία του... Βορρά (όπου το 43% της θέρμανσης καλύπτεται με βιομάζα), γιατί το υπουργείο Περιβάλλοντος ανακοίνωσε ότι προτίθεται να άρει την απαγόρευση χρήσης βιομάζας για θέρμανση σε Αττική και Θεσσαλονίκη, μια διάταξη που ισχύει από το 1993. Τότε είχε παρθεί με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και τον περιορισμό του νέφους. Η εξέλιξη των συστημάτων καύσης βιομάζας είχε καταστήσει την απαγόρευση εδώ και πολλά χρόνια αναχρονιστική, αλλά πέρασε πολύς καιρός (και κάηκαν χιλιάδες τόνοι εισηγμένου πετρελαίου) για να τεθεί επί τάπητος η κατάργησή της.
Σύντομα, αναμένεται το ΥΠΕΚΑ να καταλήξει στη συγκεκριμένη ρύθμιση. Πρόκειται για πολύ σημαντική πρωτοβουλία, καθώς η βιομάζα αποτελεί εθνικό προϊόν. Υπολογίζεται ότι με τις σημερινές συνθήκες οι ποσότητες βιομάζας που μπορούν να αξιοποιηθούν, καλύπτουν ενεργειακά τα 2/3 των εισαγωγών της Ελλάδας σε πετρέλαιο.
Η χρήση βιομάζας μπορεί να έχει πολύπλευρες θετικές επιπτώσεις:
Στον προϋπολογισμό της κάθε οικογένειας, καθώς μειώνει το κόστος θέρμανσης (σε σχέση με το πετρέλαιο στο μισό και περισσότερο).
Στην ελληνική οικονομία συνολικά, καθώς μειώνει τις εισαγωγές και δημιουργεί νέα παραγωγή και νέες θέσεις εργασίας.
Στο περιβάλλον, καθώς αξιοποιεί απόβλητα και μειώνει αέρια του θερμοκηπίου και καυσαέρια.
Τα pellets, δηλαδή τα συσσωματώματα ή σύμπηκτα ξύλου, είναι ένα τυποποιημένο κυλινδρικό καύσιμο (μήκους 30 και διαμέτρου 5-8 χιλιοστών), που παρασκευάζεται με τη συμπίεση πριονιδιών και τεμαχιδίων από καθαρά συνήθως υπολείμματα ξύλου. Τα υπολείμματα αυτά μπορεί να προέρχονται από βιομηχανίες επεξεργασίας ξύλου ή να έχουν συλλεχθεί από απομεινάρια καλλιεργειών, υποπροϊόντα υλοτομίας στα δάση κ.λπ. Η σωστή επεξεργασία τους γίνεται αποκλειστικά με υψηλή πίεση και ατμό, χωρίς χρήση κόλλας ή χημικών προσθέτων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν βλαβερές εκπομπές κατά την καύση τους. Η υγρασία τους δεν ξεπερνά το 8%, ενώ και η πυκνότητά τους είναι μεγάλη, με αποτέλεσμα υψηλή θερμογόνα δύναμη. Γι' αυτό τα πέλετς καίγονται... υπέροχα.
Ο επίσημος υπολογισμός είναι ότι δύο κιλά πέλετς ισοδυναμούν σε θερμογόνα δύναμη με ένα λίτρο πετρελαίου, ενώ χρήστες αναφέρουν ότι απαιτείται μικρότερη ποσότητα. Σήμερα τα συσσωματώματα πωλούνται από 200 - 270 ευρώ ο τόνος (με πιο συνήθη τιμή τα 250 ευρώ). Αυτό σημαίνει ότι τη θέρμανση που θα εξασφαλίσει μια οικοδομή με έναν τόνο πετρέλαιο, κόστους 950 - 1.000 ευρώ με τις νέες τιμές, μπορεί να την αποκτήσει με μόλις 500 ευρώ, με πέλετς! Μιλάμε για μισή τιμή! Η πρόκληση είναι όντως μεγάλη.
Μεγάλη εξοικονόμηση ενέργειας και κόστους μπορεί να έχουν οι φούρνοι και οι πιτσαρίες, καθώς και κάθε άλλη εργασία που απαιτεί υψηλή θερμότητα. Στις οικίες, η θέρμανση από πέλετς μπορεί να γίνει βασικά με δύο τρόπους. Είτε μέσω της κεντρικής θέρμανσης, είτε μέσω σόμπας ή ενεργειακού τζακιού. Στην περίπτωση της κεντρικής θέρμανσης θα χρειασθεί μάλλον καινούργιος καυστήρας και λέβητας, κατάλληλοι για την καύση βιομάζας, καθώς και ένας αποθηκευτικός χώρος για τα πέλετς. Το σύστημα καυστήρας - λέβητας τιμολογούνται από 3.000 - 7.500 ευρώ, ανάλογα με την ποιότητα. Υπάρχουν πάντως και καυστήρες πετρελαίου, οι οποίοι μπορούν να μετατραπούν σε βιομάζα με μικρότερο κόστος. Από κει και πέρα, το καλοριφέρ της οικίας λειτουργεί κανονικά. Επιπλέον, σήμερα διατίθενται στην αγορά πολύ σύγχρονες και αποδοτικές σόμπες (ακόμα και με θερμοστάτη), οι οποίες μπορούν να ζεστάνουν ένα χώρο 60 τ.μ. περίπου. Το κόστος τους κυμαίνεται από 2.000 - 4.000 ευρώ. Τα συσσωματώματα - σύμπηκτα ξυλείας ή πέλετς είναι επεξεργασμένη βιομάζα, δηλαδή καθαρά ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, καθώς αναπαράγεται φυσικά, είτε σαν αποτέλεσμα των γεωργικών καλλιεργειών, είτε της δασικής ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, αποτελεί μορφή αξιοποίησης των αποβλήτων της βιομηχανίας ξύλου και των γεωργικών - δασικών εκμεταλλεύσεων.
Η ωφέλεια για το περιβάλλον από τη θερμική αξιοποίηση της ξύλινης βιομάζας είναι πολύπλευρη. Κατ' αρχήν, απαλλασσόμαστε από τους όγκους των απορριμμάτων αυτών, που είτε καταλήγουν σε ΧΥΤΑ ή σε χωματερές, είτε καίγονται στα χωράφια εκπέμποντας διοξείδιο του άνθρακα και άμεσα βλαβερά καυσαέρια, είτε μένουν στα δάση, αποτελώντας επικίνδυνη καύσιμη ύλη για πυρκαγιές. Η παραγωγή βιομάζας σε καμία περίπτωση δεν απαιτεί την κοπή δέντρων, καθώς οι ποσότητες που δημιουργούνται φυσιολογικά είναι πολύ μεγάλες.
Δεύτερο, η καύση βιομάζας θεωρείται ουδέτερη ως προς τη δημιουργία CO2, συμβάλλοντας στην επίτευξη των στόχων περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ειδικά στον κτιριακό τομέα, που οφείλεται για το 40% των εκπομπών της Ελλάδας. Κι αυτό γιατί όταν δημιουργείται η ξυλεία (μετέπειτα βιομάζα) απορροφά το CO2, που στη συνέχεια απελευθερώνεται με την καύση. Δημιουργείται δηλαδή ένας κλειστός κύκλος. Τα σύγχρονα συστήματα καύσης βιομάζας έχουν πολύ μικρές εκπομπές ρύπων. Τα πέλετς έχουν σχεδόν μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του θείου και άλλων βλαβερών ρύπων, που εκλύουν τα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο και φυσικό αέριο).
Τα παραδοσιακά τζάκια που συνήθως υπάρχουν στα σπίτια μας, είναι πραγματικά μοναδικά στη διαμόρφωση ενός κλίματος θαλπωρής και συντροφιάς, αλλά συμβάλλουν ελάχιστα στη θέρμανση της οικίας μας, καθώς έχουν πολύ μικρή πραγματική θερμαντική δύναμη. Στα τζάκια ανοικτού τύπου, αυτά που ο χώρος της εστίας είναι ανοικτός, αξιοποιείται μόνο το 10-15% της θερμογόνας δύναμης του ξύλου, ενώ η καμινάδα απάγει τον ζεστό αέρα, κατεβάζοντας κρύο. Το παραδοσιακό τζάκι ζεσταίνει τον χώρο γύρω του, αλλά το υπόλοιπο σπίτι μένει κρύο. Ταυτόχρονα, η καύση στο τζάκι απελευθερώνει και μεγάλες σχετικά ποσότητες καυσαερίων. Η αγορά καλών ξύλων, χωρίς μεγάλη υγρασία και χημικές προσμείξεις, μπορεί να ανεβάσει την απόδοση και να μειώσει την εκπομπή ρύπων. Υπάρχει επίσης και η «οικολογική ξυλεία» ή μπριγκέτες, από συμπιεσμένα κομματάκια καθαρής ξυλείας, με καλύτερες αποδόσεις.
Επιλογή για αξιοποίηση του τζακιού στη θέρμανση του σπιτιού είναι το λεγόμενο ενεργειακό τζάκι. Τα ενεργειακά τζάκια είναι κλειστού τύπου εστίες από πυρότουβλα ή μαντέμι, που κλείνουν μπροστά με πυρίμαχο τζάμι και είναι ιδιαίτερα οικονομικά ως προς τη λειτουργία τους. Απαιτούν περίπου 6 κιλά ξύλων ανά ώρα, όταν τα παραδοσιακά χρειάζονται 20 κιλά. Μπορούν να κάψουν επίσης μπριγκέτες και πέλετς. Επίσης, εκπέμπουν περίπου 6 γραμμάρια αερίων με άνθρακα ανά ώρα, έναντι 47 των συμβατικών τζακιών.
Τα ενεργειακά τζάκια έχουν βέβαια το μειονέκτημα, ότι δεν υπάρχει άμεση επαφή με τη φωτιά. Το κόστος κατασκευής τους υπολογίζεται 2.000 - 3.000 ευρώ, ενώ μπορούν και τα παραδοσιακά να μετατραπούν. Μια άλλη επιλογή, ακριβή όμως, είναι τα οικολογικά τζάκια, τα οποία διαθέτουν επιπλέον και σύστημα επανάκαυσης καπναερίων πριν από την έξοδό τους από την καπνοδόχο. Το κλειστό ενεργειακό τζάκι (όπως και το οικολογικό) μπορεί να λειτουργεί ως αερόθερμο, εκπέμποντας ζεστό αέρα στον χώρο που βρίσκεται (θερμαίνοντάς τον εξ ολοκλήρου). Μπορεί ακόμα να συνδεθεί με αεραγωγούς που μεταφέρνουν τη θερμότητα και σε άλλα δωμάτια του σπιτιού.
Η στροφή στη βιομάζα μπορεί να έχει πολύ θετικές οικονομικές επιπτώσεις, όχι μόνο σε επίπεδο χρήστη, αλλά και συνολικά για την ελληνική οικονομία, ειδικά σε μια περίοδο βαθιάς ύφεσης. Κατ' αρχήν, η πρώτη ύλη για τη βιομάζα δεν είναι εισαγόμενη, παράγεται στην Ελλάδα, στους ελληνικούς αγρούς, στα δάση της χώρας και στις βιομηχανίες ξύλου, και σήμερα όχι μόνο πάει -σε μεγάλο βαθμό- χαμένη, αλλά επιβαρύνει με την ανάγκη διαχείρισής της. Ελληνική παραγωγή συσσωματωμάτων ξύλου (πέλετς) υπάρχει ήδη, με εφτά εργοστάσια, και παραγωγή η οποία εξαγόταν στην Ιταλία και σε άλλες χώρες.
Σας προτείνουμε εναλλακτικούς τρόπους θέρμανσης με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα τους.
Καθαρή ενέργεια και θέρμανση από τα «σκουπίδια» των βιομηχανιών ξύλου και των υπολειμμάτων αγροτικών καλλιεργειών και υλοτομίας;
Κι αυτό, την ώρα που η τιμή του λίτρου πετρελαίου θέρμανσης φτάνει το ένα ευρώ; Μη βιαστείτε να πείτε ότι αυτά γίνονται μόνο στη Δανία του... Βορρά (όπου το 43% της θέρμανσης καλύπτεται με βιομάζα), γιατί το υπουργείο Περιβάλλοντος ανακοίνωσε ότι προτίθεται να άρει την απαγόρευση χρήσης βιομάζας για θέρμανση σε Αττική και Θεσσαλονίκη, μια διάταξη που ισχύει από το 1993. Τότε είχε παρθεί με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και τον περιορισμό του νέφους. Η εξέλιξη των συστημάτων καύσης βιομάζας είχε καταστήσει την απαγόρευση εδώ και πολλά χρόνια αναχρονιστική, αλλά πέρασε πολύς καιρός (και κάηκαν χιλιάδες τόνοι εισηγμένου πετρελαίου) για να τεθεί επί τάπητος η κατάργησή της.
Σύντομα, αναμένεται το ΥΠΕΚΑ να καταλήξει στη συγκεκριμένη ρύθμιση. Πρόκειται για πολύ σημαντική πρωτοβουλία, καθώς η βιομάζα αποτελεί εθνικό προϊόν. Υπολογίζεται ότι με τις σημερινές συνθήκες οι ποσότητες βιομάζας που μπορούν να αξιοποιηθούν, καλύπτουν ενεργειακά τα 2/3 των εισαγωγών της Ελλάδας σε πετρέλαιο.
Η χρήση βιομάζας μπορεί να έχει πολύπλευρες θετικές επιπτώσεις:
Στον προϋπολογισμό της κάθε οικογένειας, καθώς μειώνει το κόστος θέρμανσης (σε σχέση με το πετρέλαιο στο μισό και περισσότερο).
Στην ελληνική οικονομία συνολικά, καθώς μειώνει τις εισαγωγές και δημιουργεί νέα παραγωγή και νέες θέσεις εργασίας.
Στο περιβάλλον, καθώς αξιοποιεί απόβλητα και μειώνει αέρια του θερμοκηπίου και καυσαέρια.
Τα pellets, δηλαδή τα συσσωματώματα ή σύμπηκτα ξύλου, είναι ένα τυποποιημένο κυλινδρικό καύσιμο (μήκους 30 και διαμέτρου 5-8 χιλιοστών), που παρασκευάζεται με τη συμπίεση πριονιδιών και τεμαχιδίων από καθαρά συνήθως υπολείμματα ξύλου. Τα υπολείμματα αυτά μπορεί να προέρχονται από βιομηχανίες επεξεργασίας ξύλου ή να έχουν συλλεχθεί από απομεινάρια καλλιεργειών, υποπροϊόντα υλοτομίας στα δάση κ.λπ. Η σωστή επεξεργασία τους γίνεται αποκλειστικά με υψηλή πίεση και ατμό, χωρίς χρήση κόλλας ή χημικών προσθέτων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν βλαβερές εκπομπές κατά την καύση τους. Η υγρασία τους δεν ξεπερνά το 8%, ενώ και η πυκνότητά τους είναι μεγάλη, με αποτέλεσμα υψηλή θερμογόνα δύναμη. Γι' αυτό τα πέλετς καίγονται... υπέροχα.
Ο επίσημος υπολογισμός είναι ότι δύο κιλά πέλετς ισοδυναμούν σε θερμογόνα δύναμη με ένα λίτρο πετρελαίου, ενώ χρήστες αναφέρουν ότι απαιτείται μικρότερη ποσότητα. Σήμερα τα συσσωματώματα πωλούνται από 200 - 270 ευρώ ο τόνος (με πιο συνήθη τιμή τα 250 ευρώ). Αυτό σημαίνει ότι τη θέρμανση που θα εξασφαλίσει μια οικοδομή με έναν τόνο πετρέλαιο, κόστους 950 - 1.000 ευρώ με τις νέες τιμές, μπορεί να την αποκτήσει με μόλις 500 ευρώ, με πέλετς! Μιλάμε για μισή τιμή! Η πρόκληση είναι όντως μεγάλη.
Μεγάλη εξοικονόμηση ενέργειας και κόστους μπορεί να έχουν οι φούρνοι και οι πιτσαρίες, καθώς και κάθε άλλη εργασία που απαιτεί υψηλή θερμότητα. Στις οικίες, η θέρμανση από πέλετς μπορεί να γίνει βασικά με δύο τρόπους. Είτε μέσω της κεντρικής θέρμανσης, είτε μέσω σόμπας ή ενεργειακού τζακιού. Στην περίπτωση της κεντρικής θέρμανσης θα χρειασθεί μάλλον καινούργιος καυστήρας και λέβητας, κατάλληλοι για την καύση βιομάζας, καθώς και ένας αποθηκευτικός χώρος για τα πέλετς. Το σύστημα καυστήρας - λέβητας τιμολογούνται από 3.000 - 7.500 ευρώ, ανάλογα με την ποιότητα. Υπάρχουν πάντως και καυστήρες πετρελαίου, οι οποίοι μπορούν να μετατραπούν σε βιομάζα με μικρότερο κόστος. Από κει και πέρα, το καλοριφέρ της οικίας λειτουργεί κανονικά. Επιπλέον, σήμερα διατίθενται στην αγορά πολύ σύγχρονες και αποδοτικές σόμπες (ακόμα και με θερμοστάτη), οι οποίες μπορούν να ζεστάνουν ένα χώρο 60 τ.μ. περίπου. Το κόστος τους κυμαίνεται από 2.000 - 4.000 ευρώ. Τα συσσωματώματα - σύμπηκτα ξυλείας ή πέλετς είναι επεξεργασμένη βιομάζα, δηλαδή καθαρά ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, καθώς αναπαράγεται φυσικά, είτε σαν αποτέλεσμα των γεωργικών καλλιεργειών, είτε της δασικής ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, αποτελεί μορφή αξιοποίησης των αποβλήτων της βιομηχανίας ξύλου και των γεωργικών - δασικών εκμεταλλεύσεων.
Η ωφέλεια για το περιβάλλον από τη θερμική αξιοποίηση της ξύλινης βιομάζας είναι πολύπλευρη. Κατ' αρχήν, απαλλασσόμαστε από τους όγκους των απορριμμάτων αυτών, που είτε καταλήγουν σε ΧΥΤΑ ή σε χωματερές, είτε καίγονται στα χωράφια εκπέμποντας διοξείδιο του άνθρακα και άμεσα βλαβερά καυσαέρια, είτε μένουν στα δάση, αποτελώντας επικίνδυνη καύσιμη ύλη για πυρκαγιές. Η παραγωγή βιομάζας σε καμία περίπτωση δεν απαιτεί την κοπή δέντρων, καθώς οι ποσότητες που δημιουργούνται φυσιολογικά είναι πολύ μεγάλες.
Δεύτερο, η καύση βιομάζας θεωρείται ουδέτερη ως προς τη δημιουργία CO2, συμβάλλοντας στην επίτευξη των στόχων περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ειδικά στον κτιριακό τομέα, που οφείλεται για το 40% των εκπομπών της Ελλάδας. Κι αυτό γιατί όταν δημιουργείται η ξυλεία (μετέπειτα βιομάζα) απορροφά το CO2, που στη συνέχεια απελευθερώνεται με την καύση. Δημιουργείται δηλαδή ένας κλειστός κύκλος. Τα σύγχρονα συστήματα καύσης βιομάζας έχουν πολύ μικρές εκπομπές ρύπων. Τα πέλετς έχουν σχεδόν μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του θείου και άλλων βλαβερών ρύπων, που εκλύουν τα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο και φυσικό αέριο).
Τα παραδοσιακά τζάκια που συνήθως υπάρχουν στα σπίτια μας, είναι πραγματικά μοναδικά στη διαμόρφωση ενός κλίματος θαλπωρής και συντροφιάς, αλλά συμβάλλουν ελάχιστα στη θέρμανση της οικίας μας, καθώς έχουν πολύ μικρή πραγματική θερμαντική δύναμη. Στα τζάκια ανοικτού τύπου, αυτά που ο χώρος της εστίας είναι ανοικτός, αξιοποιείται μόνο το 10-15% της θερμογόνας δύναμης του ξύλου, ενώ η καμινάδα απάγει τον ζεστό αέρα, κατεβάζοντας κρύο. Το παραδοσιακό τζάκι ζεσταίνει τον χώρο γύρω του, αλλά το υπόλοιπο σπίτι μένει κρύο. Ταυτόχρονα, η καύση στο τζάκι απελευθερώνει και μεγάλες σχετικά ποσότητες καυσαερίων. Η αγορά καλών ξύλων, χωρίς μεγάλη υγρασία και χημικές προσμείξεις, μπορεί να ανεβάσει την απόδοση και να μειώσει την εκπομπή ρύπων. Υπάρχει επίσης και η «οικολογική ξυλεία» ή μπριγκέτες, από συμπιεσμένα κομματάκια καθαρής ξυλείας, με καλύτερες αποδόσεις.
Επιλογή για αξιοποίηση του τζακιού στη θέρμανση του σπιτιού είναι το λεγόμενο ενεργειακό τζάκι. Τα ενεργειακά τζάκια είναι κλειστού τύπου εστίες από πυρότουβλα ή μαντέμι, που κλείνουν μπροστά με πυρίμαχο τζάμι και είναι ιδιαίτερα οικονομικά ως προς τη λειτουργία τους. Απαιτούν περίπου 6 κιλά ξύλων ανά ώρα, όταν τα παραδοσιακά χρειάζονται 20 κιλά. Μπορούν να κάψουν επίσης μπριγκέτες και πέλετς. Επίσης, εκπέμπουν περίπου 6 γραμμάρια αερίων με άνθρακα ανά ώρα, έναντι 47 των συμβατικών τζακιών.
Τα ενεργειακά τζάκια έχουν βέβαια το μειονέκτημα, ότι δεν υπάρχει άμεση επαφή με τη φωτιά. Το κόστος κατασκευής τους υπολογίζεται 2.000 - 3.000 ευρώ, ενώ μπορούν και τα παραδοσιακά να μετατραπούν. Μια άλλη επιλογή, ακριβή όμως, είναι τα οικολογικά τζάκια, τα οποία διαθέτουν επιπλέον και σύστημα επανάκαυσης καπναερίων πριν από την έξοδό τους από την καπνοδόχο. Το κλειστό ενεργειακό τζάκι (όπως και το οικολογικό) μπορεί να λειτουργεί ως αερόθερμο, εκπέμποντας ζεστό αέρα στον χώρο που βρίσκεται (θερμαίνοντάς τον εξ ολοκλήρου). Μπορεί ακόμα να συνδεθεί με αεραγωγούς που μεταφέρνουν τη θερμότητα και σε άλλα δωμάτια του σπιτιού.
Η στροφή στη βιομάζα μπορεί να έχει πολύ θετικές οικονομικές επιπτώσεις, όχι μόνο σε επίπεδο χρήστη, αλλά και συνολικά για την ελληνική οικονομία, ειδικά σε μια περίοδο βαθιάς ύφεσης. Κατ' αρχήν, η πρώτη ύλη για τη βιομάζα δεν είναι εισαγόμενη, παράγεται στην Ελλάδα, στους ελληνικούς αγρούς, στα δάση της χώρας και στις βιομηχανίες ξύλου, και σήμερα όχι μόνο πάει -σε μεγάλο βαθμό- χαμένη, αλλά επιβαρύνει με την ανάγκη διαχείρισής της. Ελληνική παραγωγή συσσωματωμάτων ξύλου (πέλετς) υπάρχει ήδη, με εφτά εργοστάσια, και παραγωγή η οποία εξαγόταν στην Ιταλία και σε άλλες χώρες.