p

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

Στο φως άγνωστος νεολιθικός οικισμός στον Αλμυρό

Χρονολογείται στο 5.800-5.400 π.Χ.



Πολύ σημαντικά ευρήματα της προϊστορικής περιόδου συνθέτουν το προφίλ ενός άγνωστου στο ευρύ κοινό νεολιθικού οικισμού, ο οποίος εντοπίστηκε πολύ κοντά στον κόμβο Μικροθηβών.

Ο συγκεκριμένος οικισμός, που χρονολογείται κυρίως στην μέση νεολιθική περίοδο, 5.800-5.400 π.Χ., και είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος, βρίσκεται στην Μαγούλα Μπελίτσι, διακόσια περίπου μέτρα δυτικά από την εθνική οδό Αθηνών-Θεσσαλονίκης και τον κόμβο των Μικροθηβών και εκτιμάται ότι καταλαμβάνει έκταση 25 περίπου στρεμμάτων.

Οι υπάρχουσες ενδείξεις μαρτυρούν την ύπαρξη ανθρώπινης παρουσίας κατά την Μέση Νεολιθική Περίοδο, κατά την διάρκεια της οποίας, θα πρέπει να υπήρχε ένας πλήρως οργανωμένος νεολιθικός οικισμός, ενώ η κατοίκηση του χώρου εκτιμάται ότι συνεχίστηκε και στην Νεότερη Νεολιθική Περίοδο.

Τα πρώτα σπίτια του οικισμού κτίσθηκαν πάνω στα χαμηλότερα σημεία που ορίζουν το βόρειο άκρο της πεδιάδας του Αλμυρού, ανατολικά από το ρέμα που είναι γνωστό ως Αετόρεμα. Η τοποθεσία έδινε την δυνατότητα στους κατοίκους να έχουν πρόσβαση τόσο στο πεδινό οικοσύστημα στα νότια, όσο και στους χαμηλούς λόφους στα βόρεια, προσφέροντας εναλλακτικές πηγές για την εξασφάλιση τροφής.

Οι περιορισμένης κλίμακας αρχαιολογικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε μικρά τμήματα του συγκεκριμένου νεολιθικού οικισμού τα τελευταία χρόνια, έφεραν στο φως πολυάριθμα εντυπωσιακά ευρήματα, που σκιαγραφούν εύγλωττα τον τρόπο ζωής και τις καθημερινές συνήθειες της προϊστορικής κοινωνίας, πριν από 7.500 χρόνια.

Τα εντυπωσιακά σε αριθμό ευρήματα που ήρθαν στο φως, περιλαμβάνουν προϊστορικά εργαλεία, πήλινα αντικείμενα και ειδώλια, οστά ζώων, κοσμήματα από όστρεα (θαλασσινά όστρακα), αλλά και προϊστορικές μυλόπετρες που χρησιμοποιούνταν για το άλεσμα του σιταριού, τα οποία σκιαγραφούν τον αγροτικό και κτηνοτροφικό χαρακτήρα του συγκεκριμένου οικισμού.

Σε κάθε τετραγωνικό μέτρο που ανασκάφηκε, ήρθαν στο φως πολλά εργαλεία της προϊστορικής περιόδου, (υπολογίζονται σε 3.000 περίπου), τα οποία ήταν κατασκευασμένα από οψιανό και πυριτόλιθο. Υπολείμματα τροφής δεν βρέθηκαν, αλλά περισυλλέγησαν από τους αρχαιολόγους απανθρακωμένοι σπόροι, οι οποίοι έγιναν αντικείμενο έρευνας και διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για σπόρους σιταριού. Ο άγνωστος οικισμός ήρθε στο φως στην διάρκεια των εργασιών διαπλάτυνσης του συγκεκριμένου δρόμου, ενώ οι ανασκαφικές έρευνες πραγματοποιήθηκαν από το 1999 έως το 2001, έφεραν στο φως έναν πλούτο ευρημάτων, τα οποία δίνουν σημαντικές πληροφορίες για το μακρινό παρελθόν.

Όπως αναφέρει στο σημείο αυτό ο Κώστας Βουζαξάκης, αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, «τα σπίτια του νεολιθικού οικισμού ήταν κατασκευασμένα με ξύλο και επίχρισμα πηλού, σύμφωνα με τα δεδομένα που συναντούμε στην ενδοχώρα της Θεσσαλίας κατά την ίδια χρονική περίοδο, εν αντιθέσει προς τα σπίτια του Διμηνιού και του Σέσκλου, τα οποία είχαν πέτρινα θεμέλια».

Αρχικά κατασκεύαζαν τον ξύλινο σκελετό του σπιτιού μπήγοντας πασσάλους στο έδαφος και πλέκοντας ανάμεσά τους, κλαδιά ή καλάμια. Στην συνέχεια, επένδυαν με πηλό εσωτερικά και εξωτερικά το ξύλινο πλαίσιο και πιθανόν με τον ίδιο τρόπο να κατασκευάζονταν και η στέγη.

Παρότι δεν υπάρχει ολοκληρωμένη κάτοψη σπιτιών, παρά μόνο αποσπασματικά ευρήματα, εντούτοις, οι ερευνητές αποκόμισαν πολύτιμα στοιχεία για τον τρόπο δόμησης των προϊστορικών σπιτιών που βρέθηκαν στην συγκεκριμένη προϊστορική θέση.

Σύμφωνα μάλιστα με νεότερα δεδομένα αλλά και με βάση τις ήδη γνωστές πληροφορίες και από άλλους παρόμοιους οικισμούς, «μπορούμε να φανταστούμε τα σπίτια του οικισμού συγκεντρωμένα πάνω στο χαμηλό γήλοφο, ενώ γύρω από αυτόν μέσα σε ένα σχεδόν δασωμένο περιβάλλον θα πρέπει να υπήρχαν διάσπαρτες μικρές εκχερσωμένες εκτάσεις για καλλιέργεια, αλλά και βοσκότοποι» υπογραμμίζει ο κ. Βουζαξάκης.

Αγρότες και κτηνοτρόφοι

Ο αγροτοκτηνοτροφικός χαρακτήρας των ομάδων που κατοίκησαν στον οικισμό, πιστοποιείται, εξάλλου, από μια πληθώρα ευρημάτων. Συγκεκριμένα ο μεγάλος αριθμός εργαλείων από πυριτόλιθο και οψιανό που βρέθηκαν, καθώς και οι μυλόπετρες που ήρθαν στο φως μετά από χιλιάδες χρόνια, αποτελούν τεκμήρια ενασχόλησης με γεωργικές εργασίες. «Παράλληλα με τα δεδομένα από τη παλαιοβοτανική μελέτη, όταν ολοκληρωθεί και η μελέτη των εργαλείων και της κεραμικής, ελπίζουμε ότι θα υπάρχουν πιο συγκεκριμένα στοιχεία σχετικά με τις καθημερινές εργασίες σε κάθε περίοδο κατοίκησης του οικισμού, αλλά πιθανόν και τον τρόπο καλλιέργειας και επεξεργασίας των φυτών» υπογραμμίζει ο αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας.

Πολλά στοιχεία δίνουν παράλληλα τα οστά αιγοπροβάτων, βοοειδών και χοίρων, καθώς και τα πήλινα πηνία και ειδικά επεξεργασμένα όστρακα (πήλινα εργαλεία) τα οποία χρησιμοποιούνταν ως σφονδύλια, και αποτελούν τεκμήρια υφαντικών εργασιών.

Τα προϊστορικά ευρήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα και με τις διατροφικές συνήθειες της συγκεκριμένης περιόδου, που περιελάμβαναν κατά βάση το κρέας και τα δημητριακά. Στην διάρκεια των ανασκαφών δεν εντοπίστηκαν οστά ψαριών αλλά, αντίθετα, θαλασσινά όστρεα (όστρακα) τα οποία πέρα από την θρεπτική τους αξία, χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή κοσμημάτων.

Οι ασχολίες του μακρινού παρελθόντος τεκμηριώνονται επιστημονικά μέσω των πολυάριθμων κινητών ευρημάτων που έχουν έρθει στο φως και περιλαμβάνουν, όπως προαναφέρθηκε, πολλά πήλινα αγγεία. Πρόκειται για χειροποίητα σκεύη, για την κατασκευή των οποίων δεν χρησιμοποιήθηκε κεραμικός τροχός. Υπάρχει, ωστόσο, κι ένα μικρό ποσοστό σκευών, τα οποία φέρουν διακόσμηση κυρίως με χρώματα ή εγχαράξεις. Ανάλογα μάλιστα με την περίοδο κατά την οποία κατασκευάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν, παρατηρείται μεγάλη και αξιοσημείωτη ποικιλία.
Εντύπωση προκαλούν, εξάλλου, τα δεκάδες πήλινα ειδώλια που βρέθηκαν και εικονίζουν συνήθως ανθρώπινες μορφές, καθώς και κεφαλές βοοειδών. Από τα τμήματα των ζωόμορφων ειδωλίων, ξεχωρίζει ένα, το οποίο εικονίζει το εμπρόσθιο τμήμα βοοειδούς και επιβεβαιώνει την συνύπαρξη των ζώων με τον νεολιθικό άνθρωπο.
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι τα πολυάριθμα ευρήματα που προέρχονται από την συγκεκριμένη προϊστορική θέση, αποτελούν αντικείμενο έρευνας δύο μεταπτυχιακών φοιτητών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ενός ειδικού ερευνητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ σχεδιάζονται και περαιτέρω συνεργασίες μελέτης. Όπως εκτιμάται μάλιστα, η ολοκλήρωση των ερευνών, θα προσθέσει επιπλέον σημαντικά δεδομένα στα ήδη υπάρχοντα. Ο συγκεκριμένος νεολιθικός οικισμός που συγκαταλέγεται στα πιο πρόσφατους, οι οποίοι έχουν έρθει στο φως, προσθέτει σημαντικές πληροφορίες στο πεδίο των αρχαιολογικών ερευνών που πραγματοποιούνται στην περιοχή μας επί σειρά ετών.

Πηγή: Taxydromos.gr