p

Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2012

Κερδίζει έδαφος στη Σουηδία η ελληνική φέτα

Οι καταναλωτές στρέφονται προς υγιεινότερες διατροφικές συνήθειες

Εντονότερη γίνεται, με την πάροδο του χρόνου, η προτίμηση των Σουηδών στην κατανάλωση φέτας, εντασσόμενη στη γενικότερη στροφή προς υγιεινότερες διατροφικές συνήθειες (μεσογειακή κουζίνα, ελαιόλαδο, κ.λπ.) και προς νέες κουζίνες και γεύσεις (π.χ. εξωτικά μη ευρωπαϊκά προϊόντα), όπως αναφέρεται σε έρευνα αγοράς για τον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων της Σουηδίας από το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας μας στη Στοκχόλμη.

Η εισαγωγή φέτας γίνεται κυρίως από τις ομογενειακές επιχειρήσεις εισαγωγής ελληνικών τροφίμων, ενώ η λιανική διακίνηση γίνεται κυρίως από τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ στη Σουηδία (ICA, COOP, LIDL κ.λπ.).

Το 2011 εξάγαμε 3 τόνους φέτας από 2,7 το 2010 και 2,6 το 2009. Στη λίστα με τους εισαγωγείς φέτας στη Σουηδία μετά την Ελλάδα ακολουθούν η Γερμανία, η Δανία, η Φινλανδία και το Bέλγιο.

Λιανική αγορά τροφίμων και ποτών

Η λιανική αγορά τροφίμων στη Σουηδία έχει ολιγοπωλιακή μορφή καθώς οι 3 μεγαλύτερες αλυσίδες super-markets ελέγχουν το 85-90% της σουηδικής αγοράς. Είναι κατά σειρά η ICA, η COOP και η Axfood.

Οι τιμές των τροφίμων είναι υψηλότερες από ότι σε άλλες χώρες της ΕΕ. Σε γενικές γραμμές παρατηρείται υψηλή συγκέντρωση της αγοράς λιανικού εμπορίου, υψηλό εργατικό κόστος, συχνοί έλεγχοι ποιότητας και υψηλός συντελεστής ΦΠΑ

Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, μεγαλύτερη αλυσίδα λιανικής πώλησης είναι η ICA με μερίδιο αγοράς 45-49%, η οποία διαθέτει περισσότερα από 1.350 καταστήματα στη Σουηδία, 2.150 καταστήματα σε όλη τη Σκανδιναβία και τις βαλτικές χώρες.

Τα καταστήματα της συγκεκριμένης αλυσίδας έχουν διαφορετικό προφίλ, ανάλογα με την τοποθεσία, τη γκάμα των προϊόντων και το μέγεθος του καταστήματος. Υπάρχουν τα καταστήματα ICA Nära, συνήθως σε γειτονιές, τα καταστήματα ICA Supermarket, μεσαίου μεγέθους σούπερ μάρκετ, ενώ τα ICA Kvantum και τα MAXI ICA είναι hypermarkets και βρίσκονται συνήθως έξω από το κέντρο των πόλεων και διαθέτουν πολύ μεγάλη γκάμα προϊόντων, ακόμα και έπιπλα και διάφορα είδη για τον κήπο.

Η δεύτερη μεγαλύτερη αλυσίδα super-markets είναι η Coop, με μερίδιο αγοράς 21-23%, ενώ στην τρίτη θέση είναι η αλυσίδα λιανικής πώλησης Axfood με μερίδιο αγοράς 18% και περισσότερα από 230 καταστήματα με τις επωνυμίες Willys, Hemköp και PrisXtra. Σημαντική παρουσία στη σουηδική αγορά έχουν επίσης η αλυσίδα Bergendahls με μερίδιο αγοράς 3-4%, τα Lidl, με περισσότερα από 80 καταστήματα στη χώρα καθώς και τα 7 Eleven και Pressbyrån που τα συναντά κανείς σε κάθε συνοικία.

Υπάρχουν επίσης αρκετές άλλες μικρότερες αλυσίδες καταστημάτων τροφίμων, τελευταία δε γνωρίζουν άνθηση τα μικρά καταστήματα στις γειτονιές με μεγάλη συγκέντρωση οικονομικών μεταναστών που αναζητούν παραδοσιακά εισαγόμενα τρόφιμα από την Αν. Μεσόγειο.

Επίσης, τα παραδοσιακά εστιατόρια έχουν προκαλέσει ζήτηση για εισαγόμενα τρόφιμα και μαζί με τα παραπάνω μικρά καταστήματα έχουν δημιουργήσει ένα διαφορετικό δίαυλο διανομής εισαγόμενων τροφίμων. Σε αυτόν τον τομέα, ο εισαγωγέας συγκεντρώνει πολλές μικρές παραγγελίες, κάνει τις παραγγελίες όταν φτάσουν την ποσότητα ενός εμπορευματοκιβωτίου και είτε τις επανασυσκευάζει ο ίδιος και τις διανέμει απευθείας είτε συνεργάζεται με άλλον χονδρέμπορο.

Οι πιο πολλές ελληνικές επιχειρήσεις στη Σουηδία δρουν με αυτόν τον τρόπο, τουλάχιστον αρχικά, συνδυάζοντας και εισαγόμενα οινοπνευματώδη στην τροφοδοσία εστιατορίων.

Ελάχιστες όμως έχουν πρόσβαση στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ και περιορίζονται διαθέτοντας σε αυτές μικρές συσκευασίες ελαιολάδου, φέτας, γιαουρτιού, χυμών, ελιών και τουρσιών, πολλές φορές σε άμεσο ανταγωνισμό ομοειδών προϊόντων υπό την ετικέτα της ίδιας της αλυσίδας (π.χ. ICA Kalamata Olives, ICA Extra Virgin Olive Oil κ.λπ.).