p

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

Που βρίσκεται το Άγιο Δισκοπότηρο;

Αν η κινηματογραφική επιτυχία του J. Boorman έκανε γνωστή στο ευρύ κοινό το μυστικιστικό και Τεκτονικό χαρακτήρα της έννοιας του Γκράαλ, ήταν ‘Η τελευταία σταυροφορία‘ του S. Spielberg η οποία δεν ανανέωσε απλά το ενδιαφέρον του κόσμου για το Δισκοπότηρο παρά τόνισε και την υλική του μορφή μεταπλάθοντας το έτσι ως κάτι που μπορεί να προσεγγίσει ο κάθε εξερευνητής.


Εύλογα λοιπόν, ο Indiana Jones συμπεραίνει πως από την οικονομική δυνατότητα του Ιησού μα και από την ίδια την διδασκαλία Του, το κύπελλο το οποίο πρέπει να είχε χρησιμοποιήσει στον Μυστικό Δείπνο δεν θα μπορούσε να ήταν φτιαγμένο από πολύτιμες πέτρες και χρυσό παρά από ξύλο, μικρό και ταπεινό όπως άρμοζε στην περίπτωση. ’λλωστε – όπως είδαμε και σε προηγούμενα κεφάλαια – η σημασία του Δισκοπότηρου δεν έγκειται στο περίβλημα παρά στο ίδιο το περιεχόμενο του. Κατά αντιστοιχία, στην ταινία δεν ήταν το κύπελλο που πρόσφερε θεραπεία παρά το υγρό που περιείχε.


Η ιστορία των Spielberg και Lucas όμως δεν είναι παρά φανταστική όπως και ο πρωταγωνιστής της ταινίας ο οποίος παρόλα αυτά σκιαγραφήθηκε με βάση την αληθινή ζωή και την προσπάθεια δεκάδων ανθρώπων του παρελθόντος οι οποίοι πίστευαν συχνά με πάθος πως το Ιερό Δισκοπότηρο αποτελούσε ένα υλικό αντικείμενο, απόλυτα δυνατόν για την εύρεση του από την αρχαιολογική σκαπάνη.

Αυτό άλλωστε ενίσχυε και το γεγονός του ότι αν και οι διηγήσεις του 12ου και 13ου αιώνα αποτελούσαν λογοτεχνία φαντασίας, το υλικό στο οποίο είχαν στηριχτεί – όπως αναφέρουν και οι ίδιοι οι συγγραφείς – ήταν αρκετά παλαιότερο, προκαλώντας έτσι την εντύπωση πως το Γκράαλ θα μπορούσε να ήταν ένα υπαρκτό αντικείμενο, περιουσία μιας κάποιας παλαιότερης ομάδας, κύρια αποστολή της οποίας ήταν η προστασία του.

Εκτός λοιπόν από το άγνωστο βιβλίο του Chretien de Troyes ήταν και ο Wolfram von Eschenbach ο οποίος στο δικό του έπος αναφέρει ότι το έργο του Γάλλου διηγηματογράφου ήταν πλούσιο σε λάθη και φτωχό σε πληροφορίες τις οποίες ο ίδιος πρόσφερε μετά από την μελέτη ενός μυστηριώδες κειμένου γραμμένο από κάποιον Kyot de Provence, φιγούρα η οποία αναγνωρίζεται στο πρόσωπο του Guiot de Provins, ενός μοναχού και τροβαδούρου που βρισκόταν όπως πιστεύεται στην υπηρεσία των Ιπποτών του Ναού και ο οποίος με την σειρά του συνάντησε την ιστορία σε αρχαίο κείμενο του Flegatanis ο οποίος διάβασε το όνομα του Γκράαλ στα άστρα! Αν λοιπόν τα αρχαιότερα αυτά βιβλία περιέγραφαν όχι κάποιο μύθο παρά την ίδια την ιστορία ενός υπαρκτού αντικειμένου, τότε είναι πολύ πιθανόν το αντικείμενο αυτό να μπορεί να βρεθεί ακόμη και σήμερα.

Ποιο είναι όμως αυτό το χαμένο μυστικό κειμήλιο και σε πιο σημείο του κόσμου μπορεί να βρεθεί; Οι απαντήσεις μοιάζουν αναρίθμητες όσες σχεδόν ήταν και οι διαφορετικές διηγήσεις για το Δισκοπότηρο.

Για τον G. Hancock – όπως παρουσιάζει στο βιβλίο του ‘The Sign and the Seal: A Quest for the Lost Ark of Covenant‘ – η απάντηση στο μυστήριο του χαμένου Γκράαλ μπορεί να συσχετισθεί με αυτή την ίδια την Κιβωτό της Διαθήκης του Μωϋσή[1]. Η ταύτιση όμως των δυο αυτών ιερών αντικειμένων μάλλον ξεφεύγει αρκετά, αρκεί να λάβουμε υπόψη πως θα ήταν μάλλον δύσκολο για τον Χριστό να κοινωνήσει τους μαθητές του με μια ολόκληρη κιβωτό! Για τον G. Phillips πάλι, το Δισκοπότηρο θα μπορούσε να ήταν το δοχείο με το οποίο η Μαρία η Μαγδαληνή αρωμάτισε τα πόδια του Ιησού (Κατά Ιωάννη, 12:3), κύπελλο το οποίο φαίνεται να έχει διασωθεί σε περιοχή της Αγγλίας.

Ενώ τέλος, για τους D.C. Scavone και B. Bollone, το Γκράαλ δεν μπορεί παρά να συνδέεται με την Σινδόνη του Τουρίνου. Σύμφωνα μάλιστα με τον τελευταίο, φαίνεται πως υπάρχουν “σχέσεις μεταξύ του Γκράαλ, του θρύλου του και την Σινδόνη. Το Γκράαλ δεν θα μπορούσε να είναι ένα κύπελλο, παρά ένα δοχείο του Ιερού Σαβάνου. Όπως και να έχει πάντως, γνωρίζουμε ότι μετά το 1307, η Σινδόνη είχε φυλαχτεί από τους Ναίτες στην Αγγλία, κοντά στο Γκλαστόνμπερι, το παλαιότερο αβαείο που συνδέεται με τους θρύλους του Γκράαλ.

Με τον θρύλο του Δισκοπότηρου όμως, οι ερευνητές Johannes και Peter Fiebag συνδέουν και το μυστηριώδες υλικό με το οποίο τρέφονταν οι Εβραίοι κατά την πορεία τους προς την γη της επαγγελίας μετά την φυγή από την Αίγυπτο. Έτσι, στο βιβλίο τους ‘The eternal device‘, το Γκράαλ δέχεται πλέον την ερμηνεία μιας εξωγήινης μηχανής που παράγει τροφή (μάννα) και η οποία αποτέλεσε τον πολύτιμο θησαυρό των Ναϊτών ιπποτών οι οποίοι και φυγάδευσαν τον παράξενο αυτό μηχανισμό το 1398 με μυστική αποστολή του sir Henry Sinclair στο νησί Oak της Νέας Σκοτίας του Καναδά όπου και κρύψανε σε υπόγεια άγνωστα μέχρι προσφάτως τούνελ!

Αν και η παραπάνω θεωρεία έχει προκαλέσει θετικά σχόλια από συγγραφείς σαν τον Εrich von Daniken, οι μελετητές στηρίχτηκαν κυρίως στο βιβλίο ‘The manna machine‘ των G. Sassoon και R. Dale οι οποίοι προχώρησαν στην συγγραφή του εν λόγου βιβλίου μετά την επιτυχία που είχαν από σχετικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στις 1η Απριλίου 1976. Για το αν λοιπόν η θεωρεία που προκύπτει από την μελέτη αυτή είναι ή όχι αποτέλεσμα ενός εποχιακού αστείου, ελπίσουμε πως ο αναγνώστης είναι ικανός να σχηματίσει μόνος του μια ορθή γνώμη.

Αυτό όμως που παρατηρείται σχεδόν σε κάθε προσπάθεια ερμηνείας και αναζήτησης σχετικά με το Γκράαλ είναι η άμεση ή έμμεση αναφορά σένα ιπποτικό Τάγμα για το οποίο πολλά έχουν ειπωθεί καθώς πολλά περισσότερα έχουν υποτεθεί.

Ι) Ο χαμένος θησαυρός των Ιπποτών του Ναού και η αίρεση των Καθαρών.

Αγαπημένος σύντροφος κάθε μελετητή που ασχολείται με την αρχαιολογική συνωμοσιολογία είναι αναμφισβήτητα οι Ναίτες ιππότες και η Χριστιανική αίρεση των Καθαρών οι οποίοι κέρδισαν αυτό τον ρόλο εξαιτίας της παράξενης ιστορίας τους αλλά και ακόμη περισσότερο χάρις στους θρύλους με τους οποίους έχουν μπολιαστεί από αναρίθμητες κατευθύνσεις.

Ήταν το 1118 όπου στο απελευθερωμένο βασίλειο της Ιερουσαλήμ εννέα Γάλλοι ιππότες ιδρύουν και εγκαθιστούν στα ερείπια του Ναού του Σολομώντα ένα ιπποτικό Τάγμα με μοναστική και στρατιωτική ιδιότητα. Αν και αρχικά οι Ναίτες ακολουθούσαν πιστά τον όρκο της πενίας, σύντομα το Τάγμα χάρις στις δωρεές των προσκυνητών απέκτησε τεράστια περιουσία σε σημείο να κατέχει γη, λιμάνια, στόλους και στρατό τριών τουλάχιστον χιλιάδων ανδρών.

Η οικονομική αυτή ευημερία όμως, έδωσε στους ιππότες του Ναού την δυνατότητα να δανείζουν χρήματα σε ευγενείς και βασιλείς όπως ήταν ο Φίλιππος IV βασιλιάς της Γαλλίας ο οποίος – και με την συνεργασία του Πάπα Κλημέντιου V – έχοντας τεράστιες ανάγκες χρημάτων, κατηγόρησε τους ιππότες για αίρεση ξεκινώντας έτσι το 1312 έναν αγώνα για την σύλληψη τους. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, όλα σχεδόν τα μέλη του Τάγματος θα συναντήσουν φρικτά βασανιστήρια και φυλάκιση[2] ενώ μερικοί θα μπορέσουν να επιβιώσουν έχοντας ενταχθεί σε αντίστοιχα ιπποτικά Τάγματα ή έχοντας απλώς διαφύγει με τρόπους και σε τόπους άγνωστους από την ιστορία. Κλασσικό παράδειγμα αυτής της φυγής αποτελεί η εξαφάνιση του μεγαλύτερου μέρους του στόλου ο οποίος μετέφερε ανθρώπους και υλικό στις ακτές τις Σκοτίας για να συμμετέχει στον απελευθερωτικό αγώνα που διεξαγόταν τα χρόνια εκείνα απέναντι στον Αγγλικό ζυγό.

Το μυστήριο των Ναϊτών όμως έγκειται στο γεγονός της διπλής τους ιεραρχικής διάταξης η οποία περιελάμβανε μια εσωτερική ομάδα που θρύλοι και το κατηγορητήριο της Ιεράς Εξέτασης θέλουν να σχετίζεται με έξω-Εκκλησιαστικές διδασκαλίες και λατρείες ενός παράξενου ειδωλίου που καλούνταν Μπαφομέτ[3]. Σύμφωνα λοιπόν με το έγγραφο Rubant (1308), ο εσωτερικός κύκλος των μυημένων του Τάγματος ήταν κάτοχος μιας ιδιαίτερης γνώσης γεγονός που κάνει τον συντάκτη του εγγράφου να αναφέρει ότι “οι Ναίτες ήταν αναμφισβήτητα πιο εξελιγμένοι από εμάς εξαιτίας της Μυστικής Γνώσης που είχαν ανακαλύψει μέσα σε βιβλία. Είχαν ανακαλύψει μια απόλυτη καθολική γνώση.” Είναι δυνατόν να υποθέσουμε πως η γνώση αυτή προσωποποιούνταν στην μορφή του Μπαφομέτ; Και αν ναι, θα μπορούσε αυτή η συμβολική αναπαράσταση να αποτελεί το πολύτιμο Γκράαλ;

Σύμφωνα με τον F. Wheeler, είναι άστοχο να πραγματοποιείται η οποιαδήποτε συσχέτιση μεταξύ των Ιπποτών του Ναού και αυτών της Αναζήτησης αφού ο μελετητής δεν μπορεί παρά να οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Παρόλα αυτά όμως, τουλάχιστον τρία σημεία των παραδοσιακών κειμένων φαίνεται να ενισχύουν ένα πιθανό δεσμό μεταξύ των Ναϊτών και του Ιερού Δισκοπότηρου. Το βασικότερο στοιχείο βρίσκεται όπως ίσως θα περίμενε κανείς στο έργο του Wolfram von Eschenbach όπου ο τίτλος που φέρουν οι ιππότες-φύλακες του Γκράαλ είναι Templeisen δηλαδή Ναΐτες, τονίζοντας έτσι μια ξεκάθαρη σχέση μεταξύ των δυο ομάδων.

Η ονομασία αυτή θα δικαιολογούνταν μονάχα αν στο Κάστρο του Γκράαλ υπήρχε κάποιος Ναός ο οποίος θα είχε και τους αντίστοιχους προστάτες του, όμως πουθενά στο κείμενο δεν γίνεται γνωστή η ύπαρξη ενός τέτοιου ιερού. Παρόμοια, στο ‘Perlesvax’ μαθαίνουμε πως οι φύλακες του Δισκοπότηρου – οι οποίοι διακρίνονταν σε ασκητές και στρατιωτικούς – είχαν ενδύματα από λευκό ύφασμα που το στόλιζε ένας κόκκινος σταυρός, ρούχα ακριβώς όμοια με αυτά των Ναϊτών.

Πέρα όμως από την ενδυμασία και το όνομα, το Γκράαλ σε κείμενα όπως το ‘Grand-Saint-Graal’ και το ‘Perslevaus’, παρουσιάζεται όχι σαν δισκοπότηρο μα ως βιβλίο, ένα κείμενο γραμμένο από τον ίδιο τον Ιησού γεμάτο με ιερές γνώσης που εύκολα μπορούν να προκαλέσουν την δημιουργική φαντασία ενός μελετητή για την πιθανή συσχέτιση της μυστηριώδης σοφίας που είχαν ανακαλύψει στην Ιερουσαλήμ οι Ναΐτες. Παραδόξως όμως – ή αν προτιμάτε, παρόμοια – με την αντίληψη του Γκράαλ ως βιβλίου, φαίνεται να συμφωνεί και ο θρύλος του χαμένου άγνωστου θησαυρού των Καθαρών.

Ο χαρακτηρισμός του Καθαρού αν και δεν ήταν αποκλειστικός τίτλος μιας και μονάχα αίρεσης – τον όρο τον συναντάμε από τον 3ο αιώνα όπου σχισματικοί όπως οι Δονατιστές, Μελιτιανοί κ.α. χαρακτήριζαν τους εαυτούς τους καθαρούς από τις διαστρεβλωμένες αξιώσεις της επίσημης Εκκλησίας – επικρατεί συνήθως ως βασικός τίτλος συγκεκριμένων θρησκευτικών ομάδων (όπως οι Βογομίλοι, Αλβίγιοι κ.α.) που εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν με γοργό και μυστικό τρόπο στην νοτιοδυτική Ευρώπη του 11ου αιώνα. Οι Καθαροί, επηρεασμένοι από τις ανατολικές διδασκαλίες των Γνωστικών και Μανιχαίων, μετέδωσαν την πίστη σε μια κοσμική διπολική κατάσταση ύπαρξης που συνοδεύονταν με αυστηρή ασκητική ζωή για την υπέρβαση της ύλης η οποία θεωρούνταν ως κάτι κακό.

Στην ιεραρχία τους διακρίνονταν στους ‘Πιστούς’ και στους ‘Τέλειους’ και ήταν αυτοί οι δεύτεροι οι οποίοι προσωποποιούσαν απόλυτα τις αρχές της διδασκαλίας των Καθαρών. Η διαρκής κριτική όμως ενάντια της Εκκλησίας σχετικά με την διαφθορά και την ηθική χαλαρότητα της ζωής των μελών της, προκάλεσε την οργή του Πάπα Ιννοκέντιο ΙΙΙ ο οποίος οργάνωσε με την συμπαράσταση των βαρόνων της νότιας Γαλλίας σταυροφορία εναντίον τους.

Το αποτέλεσμα της αιματοχυσίας που ακολούθησε ήταν η σφαγή ακόμα και Ρωμαιοκαθολικών, ενώ αρκετοί από τους Καθαρούς μπόρεσαν να διασκορπιστούν σε Ιταλία και Ισπανία. Με μια δεύτερη σταυροφορία όμως, κατά την οποία οι μέθοδοι της Ιεράς Εξέτασης εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά, κάθε αιρετική εστία καταπνίγηκε με κορυφαία μάχη την πολιορκία στο κάστρο Μονσεγκύρ το 1244. Σύμφωνα όμως με αναφορές της Ιεράς Εξέτασης, το τελευταίο βράδυ πριν την πτώση του κάστρου, τέσσερις Τέλειοι διέφυγαν από μια δύσβατη πλευρά του βουνού πάνω στο οποίο ήταν χτισμένο το προπύργιο, μεταφέροντας μαζί τους ένα Ιερό Θησαυρό. Το περιεχόμενο του πολύτιμου αυτού φορτίου δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει γνωστό, όμως η παράδοση θέλει να περιλαμβάνει το ίδιο το Ιερό Δισκοπότηρο.

Κυρίως υπεύθυνος για την σύνδεση των Καθαρών με τους μύθους του Γκράαλ ήταν στην σύγχρονη εποχή ένας παθιασμένος Γερμανός ιστορικός, συγγραφέας των βιβλίων ‘Σταυροφορία ενάντια στο Γκράαλ’ και ‘Εωσφορική αυλή’, κείμενα τα οποία έχουν παραμένει ακόμη και σήμερα αμετάφραστα στον Αγγλόφωνο κόσμο.

Η ζωή και το έργο όμως του Otto Rahn (1904-1939) ενέπνευσαν γνωστούς Γκρααλικούς ερευνητές σαν τον T. Ravenscroft και Jean M. Angebert, όπως επίσης και τον Η. Himmler προκαλώντας έτσι την προσοχή των SS οι οποίοι και τον στρατολόγησαν το 1936. Αν και οι μελέτες όπως και οι εξερευνήσεις του Rahn προς αναζήτηση του Δισκοπότηρου είχαν κερδίσει μεγάλη αίγλη στους Ναζιστικούς κύκλους (φήμες μάλιστα θέλουν να είχε ιδρύσει στα SS ένα εσωτερικό κύκλο Νέο-Καθαρών), πολύ σύντομα κατηγορήθηκε για ανυπακοή ενώ λίγους μήνες μετά την αίτηση του για παραίτηση, βρήκε τον θάνατο πιθανόν από ατύχημα στα βουνά Tyrolean στις 13 Μαρτίου 1939, δυο μέρες πριν από την επέτειο της πτώσης του Μονσεγκύρ.

Με τον θάνατο του Rahn όμως σφραγίστηκε το μυστικό για την πιθανή ανακάλυψη του. Ίσως πραγματικά λοιπόν να είχε βρει το πολύτιμο κειμήλιο στις σπηλιές του Σαμπαρτέθ, στην άλλη πλευρά των Πυρηναίων όπου εικάζετε πως κατέφυγαν οι εναπομείναντες Τέλειοι για να κρύψουν το υψηλό μυστικό τους. Ίσως πάλι το Δισκοπότηρο να είχε μεταφερθεί στο κάστρο Wewelsburg των SS, όπου πραγματικά βρέθηκε κάποιο σκεύος με το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως και να έχει όμως, η πραγματικότητα σχετικά με τις αποστολές του Rahn θα συνεχίσει να παραμένει αίνιγμα αφήνοντας έτσι τους απανταχού ερευνητές να αναγνωρίζουν στην λέξη Μονσεγκύρ το όνομα του κάστρου του Γκράαλ έτσι όπως το αναφέρει ο Wolfram von Eschenbach ως Munsalvaesche ή Montsalvat όπως αποκαλείται από τον R. Wanger[4].

Πέρα όμως από τα ονόματα και τους παραλληλισμούς[5], ο μύθος του χαμένου θησαυρού ήταν αυτός που πραγματικά προκαλούσε από πάντα το ενδιαφέρον όσο και την φαντασία του κοινού. Ο θησαυρός αυτός που η άγνοια μας για την ποιότητα του μας βοηθά να τον ντύσουμε με τα πιο πλούσια και ιερά ενδύματα, δεν σταματά κανέναν από το να τον θεωρεί όχι σαν ένδειξη μα σαν απόδειξη για την ύπαρξη και την μεταφορά του ιερού σκεύους. Ο θησαυρός αυτός όμως, θα παρέμενε χαμένος αν στα τέλη του 19ου αιώνα, κάποιος φτωχός κληρικός δεν έκανε μια παράξενη ανακάλυψη στην μέχρι τότε άγνωστη εκκλησία του Ρεν λε Σατώ (Rennes le Chateau).

ΙΙ) Η απάτη για το Βασιλικό αίμα στο Ρεν λε Σατώ.

Το μικρό αυτό Γαλλικό χωριό αποτελεί σήμερα κέντρο παγκόσμιου ενδιαφέροντος προκαλώντας την επίσκεψη από κάθε φύσης ερευνητή, ξεκινώντας από τον χώρο του εσωτερισμού και της συνωμοσιολογίας, μέχρι και τους νέο-παγανιστές και λάτρεις των Α.Τ.Ι.Α. Το ενδιαφέρον αυτό του κοινού οφείλεται στο μυστήριο που περιβάλει την τοποθεσία ενώ επικεντρώνεται στην ανακάλυψη που έκανε το 1885 ο κληρικός του χωριού Μ. Σονιέρ όταν ξεκίνησε να αναστυλώσει την μικρή εκκλησία της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής. Αν και είναι άγνωστη η ακριβής φύση του ή των ευρημάτων του Σονιέρ στην παλιά εκκλησία (χτισμένη τον 10ο αιώνα), οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν πως η ανακάλυψη πρέπει να αφορούσε κάποιο θησαυρό που πιθανόν να προήλθε από τους κυνηγημένους Καθαρούς.

Θησαυροί φυσικά έχουν ανακαλυφτεί αναρίθμητες φορές στην ιστορία της παρά-αρχαιολογίας όμως στην περίπτωση του Σονιέρ το μυστήριο περιπλέκεται αφού ο κληρικός αναζητώντας απαντήσεις για το εύρημα του, έφτασε μέχρι το Παρίσι όπου και διέμεινε για κάποιο διάστημα δημιουργώντας δεσμό με την αοιδό Έμμα Καλβ – ιέρεια εσωτερικών κύκλων – ενώ ο ίδιος έγινε αργότερα μέλος της Ερμητικής Αδελφότητας του Φωτός (προσέξτε την σχετική αναφορά του Crowley στο Μ.Μ.Μ.). Το αποτέλεσμα αυτού του ασυνήθιστου ταξιδιού πάντως, ήταν για τον νεαρό κληρικό να επιστρέψει στο χωριό με την συντροφιά τεραστίων χρηματικών ποσόν τα οποία και επένδυσε σε συλλογές, επενδύσεις και αναστηλώσεις κτιρίων στο χωριό. Όλα αυτά φυσικά είναι περίεργα για ένα κληρικό με μηνιαίο εισόδημα 75 φράγκα, όταν τα έξοδα του ανά μήνα έφταναν ορισμένες φορές και τα 160 χιλιάδες!

Ασυνήθιστη όμως είναι και ίδια η εκκλησία του Σονιέρ στην οποία έχοντας πλέον την οικονομική άνεση, πραγματοποίησε μια σειρά από προσθήκες με διάκοσμους που προκαλούν την περιέργεια όπως ίσως και τον φόβο. Κλασσικό παράδειγμα αυτής της παράδοξης συμβολικής προσθήκης συναντούμε στην είσοδο του ναού όπου στέκεται το άγαλμα ενός μαύρου δαίμονα να στηρίζει στην πλάτη του μια κρήνη με αγιασμό καθώς από πάνω στέκουν τέσσερις μορφές αγγέλων[6]. Παρόμοια, και πιο βαθιά στον χώρο, μπορούμε να αντικρίσουμε πάνω στον Τράπεζα της εκκλησίας την αναπαράσταση της Μαγδαληνής η οποία με θλιμμένο όσο και λατρευτικό ύφος ατενίζει μέσα σε μια σπηλιά την μορφή ενός ξύλινου σταυρού που στηρίζεται δίπλα σε ένα ανθρώπινο κρανίο[7].


Ποιο όμως ήταν το εύρημα εκείνο που πρόσφερε στον ιερέα τον ξαφνικό αυτό πλούτο; Ένας θησαυρός που σχετίζεται με τα μυστικά των Καθαρών ή μήπως η απόκρυφη σοφία των Ναϊτών; Η απάντηση που δόθηκε στα παραπάνω ερωτήματα από μελέτες σαν το ‘Holy blood, holy Grail’ ήταν μάλλον ριζοσπαστική και σαφώς κέντρισε το ενδιαφέρον όλου του Αγγλόφωνου κόσμου. Σύμφωνα λοιπόν με την κυριαρχούσα θεωρεία την οποίο πλέον σήμερα πολλοί ερευνητές υπερασπίζονται, το μυστικό εύρημα του Σονιέρ δεν ήταν άλλο παρά περγαμηνές που κατέγραφαν την γενεαλογία του Χριστού από την στιγμή που μαζί με την Μαρία την Μαγδαληνή βρήκαν καταφύγιο στην Ευρώπη για να φέρουν στον κόσμο τα παιδιά τους, απόγονος των οποίων θα αποτελέσει η βασιλική Μεροβιγγιανή δυναστεία οι οποίοι όπως και οι ίδιοι ισχυρίζονταν, κυβερνούσαν την Γαλλία με το δικαίωμα του βασιλικού τους αίματος[8].

Ο θησαυρός λοιπόν του Σονιέρ ήταν το περίφημο Γκράαλ το οποίο αναγνωριζόταν στο πρόσωπο της Μαγδαληνής η οποία κυοφορούσε και ως έτσι μετέφερε στην κυριολεξία το αίμα του Χριστού. Φύλακες της ιερής αυτής γενεαλογίας παρουσιάστηκαν να είναι μια μυστηριώδης οργάνωση με τον τίτλο Ναός της Σιών (Priory of Sion), μια υπόγεια κινούμενη ομάδα με τεράστια δύναμη και γνώση η οποία όμως αν και παρουσιάστηκε ευρέως το 1981 με την έκδοση του βιβλίου ‘Holy blood, holy Grail’, εμφανίστηκε για πρώτη φορά πολλά χρόνια νωρίτερα σαν το δημιούργημα μιας μικρής Γαλλικής σέκτας.

Από το 1877 μέχρι και το τέλος τουλάχιστον του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η Γαλλική κυβέρνηση φαίνεται πως βρισκόταν κάτω από την επίδραση Τεκτονικών στοών, γεγονός που προκάλεσε την έχθρα ορισμένων. Έτσι, όταν την δεκαετία του 1930 στην Ευρώπη άνθιζε επικίνδυνα το αντί-σημιτικό συναίσθημα, διάφορες ομάδες όπως η Alpha Galates συνδύασαν μια αντί-Μασονική και αντί-σημιτική στάση μιλώντας συχνά στα κείμενα τους για μια εθνική Γαλλική ανανέωση.

Αρχηγός της ομάδας από τα τέλη του 30 έγινε ο νεαρός Pierre Plantard ο οποίος στα μέσα της δεκαετίας του 50 αυτοαποκαλούνταν ως απόγονος των Μεροβίγγιων για να σχηματίσει τελικά το 1956 μια δική του ομάδα με τίτλο Priory of Sion [9]. Την ίδια ακριβώς χρονιά ήταν που οι παράξενες ιστορίες σχετικά με την εκκλησία στο Ρεν λε Σατώ έκαναν την εμφάνιση τους στο περιοδικό ‘La depeche de Midi’, ενώ η επιτυχία του βιβλίου ‘Treasures of the world’ του R. Charroux το 1962, έδωσε την έμπνευση στον Plantard να παρουσιάσει σε άρθρα περιοδικών μια ιστορία με κρυμμένα αρχεία του Ναού του τα οποία σχετίζονταν με την Βασιλική γενεαλογία αλλά και με τους Ναίτες ιππότες.

Παράλληλα, και για να μπορέσουν να στηρίξει με ιστορικά στοιχεία τα λεγόμενα τους, η ομάδα του Plantard τοποθέτησε ψεύτικα κείμενα σε βιβλία από τις βιβλιοθήκες της Γαλλίας, γραπτά που να επιβεβαιώνουν την άμεση συνέχεια της οργάνωσης με προηγούμενες εσωτερικές ομάδες. Όσον αφορά την συνέχεια της Μεροβίγγιας γενεαλογίας, σύμφωνα πάντα με τα ντοκουμέντα που παρουσίασε ο Ναός της Σιών , βασίζεται στον γάμο της Giselle de Razes με τον Μεροβίγγιο βασιλιά Dagobert ΙΙ τον 17ο αιώνα. Στην πραγματικότητα όμως η Giselle δεν υπήρξε ποτέ αφού αποτέλεσε μια ακόμη από τις φανταστικές φιγούρες που η ομάδα του Plantard μπόλιασε στα αρχεία των βιβλιοθηκών.

Σήμερα ο Ναός της Σιών μοιάζει να μην έχει χάσει την ζωντανή του λειτουργία όμως κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος πια για το αν τα αυτό-συστηνόμενα μέλη είναι πραγματικά συνεχιστές της παράδοσης του Plantard και όχι υποκριτές ενός ρόλου που διαφημίστηκε τόσο πολύ μέσα από το αμαγαλματικό ένδυμα χαμένων θησαυρών, απόκρυφων μυστικών και παραδόσεων που ξεπερνούν τα όρια της γνωστής ιστορίας. Φυσικά το αίνιγμα της εκκλησίας του Σονιέρ δεν χάνεται λόγο της απάτης ορισμένων ευφάνταστων εσωτερικών κοινωνικό-πολιτικών ομάδων, αλλά σίγουρα λιγοστεύει το μυστήριο που κάποιοι θέλησαν να συνδέσουν τον ξαφνικό πλούτο του κληρικού και τον θρύλο της θεοτόκου Μαγδαληνής με το Ιερό Δισκοπότηρο.

Δεν είναι όμως μόνο η εκκλησία του Γαλλικού αυτού χωριού υποψήφια για την ιδιοκτησία του Γκράαλ αφού μια σειρά από οικογένειες και μοναστήρια διεκδικούν την προστασία αυτού του αρχαίου κειμηλίου. Ανάμεσα στις πιο σημαντικές υποψηφιότητες αποτελεί και το μικρό παρεκκλήσι του Ροσλιν (Rosslyn) που στέκει κοντά στο Εδιμβούργο της Σκοτίας. Χτισμένο από τον Γουίλιαμ Σαιντ Κλαίρ τον 15ο αιώνα, αποτελεί ένα αληθινό στολίδι γοτθικής αρχιτεκτονικής αφού τα περίτεχνα διακοσμητικά του μαρτυρούν όχι μόνο μια υψηλή τεχνική όσο και μια βαθιά γνώση του εσωτερισμού.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που ο θεμελιωτής του ναού δέχτηκε από τον βασιλιά Τσέιμς ΙΙ το 1441 και για εφόρου ζωής (όπως και κληρονομικό δικαίωμα που ακολουθεί όλη την γενιά των Σαιντ Κλαιρ μέχρι και σήμερα) τον τίτλο του Παντοτινού Ηγεμόνα και Προστάτη των Τεκτόνων[10]. Η μαρτυρία της πέτρας τούτης λοιπόν είναι που επιβεβαιώνει και την πιθανή σχέση ανάμεσα στον Τεκτονισμό και τους Ιππότες του Ναού αφού ήταν η οικογένεια των Σαιντ Κλαιρ που έδωσε καταφύγιο στους διωκόμενους ιππότες αποκτώντας έτσι και τον τίτλο του Ναϊτη Ιππότη μα και σημαντικό μέρος του θησαυρού που λέγεται πως έφεραν μαζί τους.

Σύμφωνα λοιπόν πάντα με τον θρύλο, στις υπόγειες στοές του ναού, ανάμεσα στα υπόλοιπα κρυμμένα αντικείμενα των Ναϊτών, βρίσκεται και το Ιερό Δισκοπότηρο. Κρυμμένο στον ίδιο ναό μα σε διαφορετικό σημείο του, θέλει να βρίσκεται το ιερό κειμήλιο και ο T. Ravenscroft όταν το 1962 δημοσίευσε το αποτέλεσμα της μελέτης του ορίζοντας την κρύπτη του Γκράαλ ως μια από τις περίτεχνες κολόνες του ναού (Η Στήλη του Μαθητή Τέκτονα). Αν και μεταλλικοί ανιχνευτές έχουν επιβεβαιώσει την παρουσία ενός μικρού μεταλλικού αντικειμένου μέσα στην στήλη, η άρνηση των ιδιοκτητών για περαιτέρω μελέτη έχουν μάλλον παγώσει τις έρευνες.



Η Στήλη του Μαθητή Τέκτονα στο � αρεκκλήσι του Rosslyn. Μέσα σ' αυτή την κολόνα πιστεύεται πως μπορεί να κρύβεται το αυθεντικό Ιερό Δισκοπότηρο!
Η Στήλη του Μαθητή Τέκτονα στο Παρεκκλήσι του Rosslyn. Μέσα σ' αυτή την κολόνα πιστεύεται πως μπορεί να κρύβεται το αυθεντικό Ιερό Δισκοπότηρο!

Σε νοτιότερο σημείο όμως του Βρετανικού νησιού, ένας διαφορετικός ιερός χώρος επικαλείται τα αρχαία κείμενα για να υπερασπίσει τον δικό του ρόλο ως φύλακα του Γκράαλ. Το Γκλαστόνμπερι (Glaston-Bury που σημαίνει Γυάλινη Πόλη), αποτελεί περιοχή της νοτιοδυτικής Αγγλίας όπου σε κείμενα σαν το ‘Η ζωή του Μέρλιν’ του Τζ. Μονμάουθ, ταυτίζεται με το Avalon, τον τόπο στον οποίο ταξίδεψε το νεκρό σώμα του βασιλιά Αρθούρου. Σύμφωνα με τον θρύλο ήταν στο σημείο εκείνο όπου ο Ιωσήφ έχτισε τον πρώτο Χριστιανικό ναό της Αγγλίας από καλάμια και λάσπη σε ένα μικρό νησάκι ανάμεσα στα έλη. Σύμφωνα πάλι με την παράδοση, ο ναός καταστράφηκε από φωτιά το 1184 για να ανακατασκευαστεί από τον Βασιλιά Henry VIII το 1539. Σήμερα όμως δεν σώζονται παρά ερείπια από το άλλοτε μεγαλειώδες αβαείο όπως και οι θρύλοι που θέλουν τον ιερό κάλυκα να κρύβεται μέσα σε μια υπόγεια σπηλιά από την οποία πηγάζει νερό που μέχρι και σήμερα έχει κοκκινωπό χρώμα σαν αίμα.

Στην περιοχή της Ουαλίας αυτή την φορά, μια ομάδα από μελετητές της Καββάλα και των Tarot το 1880, ξεκίνησαν για την αναζήτηση του Δισκοπότηρου όχι για κάποιο άλλο λόγο παρά για την εύρεση και την καταστροφή του! Λέγεται μάλιστα πως η προσπάθεια τους στέφθηκε με επιτυχία όταν οι κρυφοί φύλακες του Γκράαλ προδόθηκαν από έναν από τα μέλη τους, με αποτέλεσμα το πολύτιμο σκεύος να θρυμματιστεί κατά την διάρκεια μια μαύρης τελετής.

Η τύχη ενός άλλου υποψήφιου δισκοπότηρου θα μπορούσε να ήταν παρόμοια όταν ο ερευνητής G. Phillips ανακάλυψε στο πατάρι της V. Palmer στο Rugby του Warwickshire το 1995, πεταμένο ανάμεσα σε κούτες ένα μικρό κύπελλο που σύμφωνα με τις μελέτες του αποτελούσε το αυθεντικό σκεύος που χρησιμοποίησε ο Ιησούς στον Μυστικό Δείπνο. Σύμφωνα πάντα με τον ίδιο ερευνητή, ο κάλυκας αυτός αφαιρέθηκε από τον τάφο του Χριστού το 327 για να μεταφερθεί στην Ρώμη και από εκεί στην Αγγλία το 410 για να αλλάξει χέρια ιδιοκτησίας πολλές φορές και μετά από πολλές περιπέτειες να καταλήξει τελικά στα χέρια της οικογένειας της Palmer η οποία προφανώς δεν γνώριζε την αρχαιολογική αξία της κληρονομιάς της!

Ένα άλλο σκεύος είναι το κύπελλο του Νάντεος το οποίο λέγεται ότι φυλαγόταν από τους μοναχούς στο Γκλαστόνμπερι οι οποίοι και το έδωσαν τον 16ο αιώνα για προστασία στο αβαείο της Strata Florida στην Ουαλία. Από εκεί μεταφέρθηκε στο μέγαρο του Νάντεος, αρχοντικό της οικογένειας Πάουελς, οι οποίοι και αποτέλεσαν τους επόμενους φύλακες του δισκοπότηρου. Όταν το 1952 πεθαίνει και ο τελευταίος της οικογένειας, η αρχαία κληρονομιά περνά αυτή την φορά στην οικογένεια Μάιρουλες όπου μπορεί να βρεθεί στην ιδιοκτησία της μέχρι και σήμερα.


Η κατοχή όμως του ιερού κάλυκα δεν αποτελεί αποκλειστικότητα των Βρετανικών νήσων. Στα βουνά του Καυκάσου στην Ρωσία, μια μικρή ομάδα ανθρώπων λατρεύει το Amonga, έναν κάλυκα που παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με το δισκοπότηρο του Αρθούρου αφού υποτίθεται ότι προσφέρει στους πιστούς του τροφή όπως και σοφία. Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού αυτή την φορά, μπορούμε να συναντήσουμε στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, στο μουσείο Μεσαιωνικής τέχνης του πάρκου Φορτ Τράιον, τον κάλυκα της Αντιόχειας ο οποίος βρέθηκε στην ομώνυμη πόλη το 1910 και ενώ χρονολογείται ανάμεσα στον 4ο και 5ο αιώνα, η αισθητική του έχει προκαλέσει τον θαυμασμό και την έμπνευση σχετικά με την πιθανή όψη του Ιερού Δισκοπότηρου.
Ίσως όμως η πιο σημαντική από όλες τις υποψηφιότητες να βρίσκεται στην καθεδρική της Valencia της Ισπανίας υπό την προστασία του τοπικού ιπποτικού Τάγματος της Βασιλικής Αδελφότητας του Santo Caliz της Valencia.

Η ιστορία αυτού του δισκοπότηρου ξεκινά από τον άγιο Λαυρέντιο ο οποίος ως επίσκοπος της Ρώμης τον 3ο αιώνα, δέχτηκε πιθανόν από κάποιον Βρετανό ευγενή προσκυνητή το ιερό κύπελλο το οποίο αμέσως έστειλε στην πατρίδα του την Ισπανία για φύλαξη. Όταν το 258 το δισκοπότηρο βρίσκεται στην άκρη της Ευρωπαϊκής ηπείρου, η εκκλησία του San Pedro el Viejo στο Huesca αποτέλεσε τον πρώτο και πολύχρονο σταθμό φύλαξης του. Από το σημείο εκείνο, και μετά από αναρίθμητες μετακινήσεις καταλήγει στην Valencia το 1424 από όπου και βρίσκει μόνιμη στέγη μέχρι και τους σύγχρονους καιρούς προκαλώντας την παγκόσμια προσοχή μέχρι και αυτού του ίδιου του Πάπα Ιωάννη Παύλο ΙΙ ο οποίος τέλεσε κάποτε το μυστήριο της Ευχαριστίας με τον κύπελλο αυτό.


Το ιερό κύπελο που φυλάσσεται σε καθεδρική της Ισπανικής Valencia. Σύμφωνα με την παράδοση, η προέλευση του μπορεί να σχετίζεται με τον Μυστικό Δείπνο των Ευαγγελίων.
Το ιερό κύπελο που φυλάσσεται σε καθεδρική της Ισπανικής Valencia. Σύμφωνα με την παράδοση, η προέλευση του μπορεί να σχετίζεται με τον Μυστικό Δείπνο των Ευαγγελίων.

Και οι υποψηφιότητες μάλλον δεν τελειώνουν εδώ παρά συνεχίζουν να κάνουν κατά καιρούς την εμφάνιση τους περισσότερα κύπελλα που όλα διεκδικούν με την σειρά τους κάθε φορά τον ίδιο πάντα τίτλο και την ίδια αξία. Και ίσως όλα αυτά τα σκεύη να είναι αυθεντικά, άλλωστε ήταν δώδεκα οι μαθητές του Χριστού που συμμετείχαν στο δείπνο που μυστικά πραγματοποίησαν εκείνο το μοιραίο βράδυ! Όπως και να έχει πάντως, υπαρκτό, ή όχι, σύμβολο ή ύλη, το Δισκοπότηρο προκαλεί τόσο την φαντασία όσο και τον ενθουσιασμό για την αναζήτηση μια θεϊκότερης ύπαρξης μέσα σε ένα κόσμο που συχνά λησμονεί τις έννοιες του αγνού και του ιερού. Απέναντι σε αυτή την σκοτεινή άβυσσο όπως συχνά μετατρέπεται η καθημερινότητα μας, η αναζήτηση του Γκράαλ μεταμορφώνεται σε έναν αγώνα αυτογνωσίας όταν το ίδιο μοιάζει σαν εκείνο τον στέρεο λίθο πάνω στον οποίο ο κάθε άνθρωπος μπορεί να γευτεί λίγο από την θεϊκή του φύση οικοδομώντας έτσι μια νέα, ισχυρή και πλήρης προσωπικότητα. Αυτό άλλωστε είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Γκράαλ που καθοδηγεί το πάθος της αναζήτησης του σε όλες τις γενιές που πέρασαν μα και που θα ακολουθήσουν.

[Σημείωση:] Ο Γιώργος Ιωαννίδης είναι αρχισυντάκτης στο περιοδικό mystery. Διαβάστε περισσότερα για το ‘Aγιο Δισκοπότηρο στο βιβλίο του: Το Ιερό Δισκοπότηρο και το Μυστήριο της Αιώνιας Ζωής, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρχέτυπο.

[Παραπομπές:]

[1] Η Κιβωτός της Διαθήκης που σύμφωνα με το βιβλίο της Εξόδου κατασκευάστηκε (πιθανότατα το 1250 πΧ.) με βάση οδηγίες που έδωσε ο Θεός στους Εβραίους, μετέφερε τις δέκα Εντολές, το ραβδί του Ααρών και μια στάμνα με μάννα. Για τον λαό της Εξόδου, η Κιβωτός αποτελεί ένα ιερό αντικείμενο αφού μαρτυρά την συνεχή παρουσία του Θεού ανάμεσα στον εκλεκτό λαό του, για αυτό και η παράδοση θέλει να έχει διασωθεί από την καταστροφή του Ναού του Σολομώντα το 587 πΧ. από τον προφήτη Ιερεμία ο οποίος την έκρυψε σε μια από τις σπηλιές κοντά στην πόλη της Ιερουσαλήμ. Εναλλακτικές θεωρίες για την τύχη της Κιβωτού έχουν αναπτυχθεί από ερευνητές σαν τον V. Jones και G. Hancock κυρίως μετά την ανακάλυψη του Χάλκινου Κυλίνδρου το 1952 όπου αναγράφεται πως στον δεύτερο Ναό, αυτόν του Ηρώδη, ανάμεσα στα υπόλοιπα ιερά αντικείμενα υπήρχε παραδόξως και η Κιβωτός της Διαθήκης.

[2] Για τον άδικο διωγμό των Ναϊτών, ο Δάντης στο έπος του θα γράψει: “Ω, δίψα για το χρήμα, τι άλλο πια θα κάνεις… Ένα καινούργιο βλέπω εγώ Πιλάτο, τόσο σκληρό, που τα έργα ετούτα δεν τόνε χορταίνουν και χέρι απλώνει αχόρταγα απάνω στο Ναό. Ω Κύριε μου, πότε θα νιώσω τη χαρά να δω τη δίκαιη τιμωρία που μας γλυκαίνει, και μες στις μυστικές βουλές σου είναι κρυμμένη;” (Καθαρτήριο, άσμα ΧΧ: 82-96) Στο απόσπασμα αυτό, ο Ιταλός ποιητής όχι μόνο ταυτίζει τους Ναΐτες με τον Ιησού αλλά αποζητά και μια εκδίκηση ‘Νέκαμ Αδονάϊ’, χαρακτηριστικό που υπάρχει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο στον 9ο μυητικό βαθμό του Τεκτονικού σώματος, δίχως όμως αυτό να σημαίνει απαραίτητα και μια – από την πλευρά του Δάντη – γνώση των τυπικών και των πεποιθήσεων μιας ορισμένης μυστικής εταιρείας!

[3] Πολλά πραγματικά έχουν ειπωθεί για την μυστική λατρεία των Ναϊτών, υποθέσεις που αγγίζουν τις περισσότερες φορές την σφαίρα της ιστορικά αστήριχτης φαντασίας. Θα πρέπει πάντως κάπου εδώ να σημειώσουμε πως η γνωστή μορφή του ερμαφρόδιτου ανθρώπου με κεφάλι τράγου, δεν αποτελεί το αρχαίο Ναϊτικό ειδώλιο παρά την συμβολική αναπαράσταση την οποία εισήγαγε ο Εliphas Levi περιγράφοντας έτσι με έναν άρτιο συμβολικό τρόπο την έννοια του coniunctio oppositorum. Όσον αφορά τώρα το Ναϊτικό ειδώλιο αυτό κάθε αυτό, σχεδόν όλες οι αρχαίες ομολογίες περιγράφουν ένα ασώματο κεφάλι με μακριά γένια και βλέμμα αυστηρό σχεδόν δαιμονικό.

Το γεγονός αυτό έκανε πολλούς να υποθέσουν ότι οι ιππότες του Ναού λατρεύανε τον Asmodeus ή κάποιον άλλο ακόλουθο των δαιμονικών ορδών. Στην πραγματικότητα όμως θα πρέπει μάλλον να αναζητήσουμε την εξήγηση του ειδωλίου αυτού στο Βιβλικό γεγονός της αποκεφάλισης του Ιωάννη του Βαπτιστή ή ακόμη και στην λατρεία του ίδιου του προσώπου του Χριστού έτσι όπως αυτό γινόταν ορατό στο Πέπλο της Βερόνικας ή στο διπλωμένο Σινδόνη (Μανδήλιον) του Τουρίνο που μέχρι τουλάχιστον το 1204 φυλασσόταν στην Κωνσταντινούπολη. Η συμβολική αξία όμως ενός αποκεφαλισμένου κεφαλιού – σε μια πιο σύγχρονη εσωτερική σχολή βέβαια αν και όχι τελείως άσχετη με τις αρχαίες παραδόσεις – υπάρχει επίσης και στον Τεκτονικό βαθμό μύησης ‘Ο εκλεκτός των Εννέα’ όπου το σύμβολο του βαθμού, το οποίο είναι ένα κομμένο κεφάλι, αναπαριστά τον ένα από τους τρεις δολοφόνους του διδάσκαλου Χιράμ Αμπίφ, η τιμωρία του οποίου συμβολίζει την νίκη επί της φιλοδοξίας.

[4] Αξίζει ίσως στο σημείο αυτό να προσέξουμε την κριτική του F. Wheeler σχετικά με την σχέση των Καθαρών με το Γκράαλ: “Είναι πραγματικός πειρασμός να συνδέσουμε αυτή την παράδοση με το ιερό βουνό των Καθαρών Μονσεγκύρ. Μια τέτοια συσχέτιση ίσως βοηθήσει να ερμηνεύσουμε τις αντιφατικές αναφορές για την λατρεία του Δισκοπότηρου στην περιοχή των Πυρηναίων, τόσο μακριά από την ‘Ξανθή Βρετάνη’. Δεν επιτρέπεται όμως, να ονομάζουμε το Μονσεγκύρ ‘Το Κάστρο του Δισκοπότηρου’, γιατί η Κιβωτός με το Δισκοπότηρο είχε ήδη αναχωρήσει κάτω από την εποπτεία του Ιωσήφ Β’.

Επιπλέον, φεουδαρχικά παρατηρητήρια (όπως το Μονσεγκύρ) δεν κατασκευάστηκαν παρά μόνο πολύ αργότερα. Εκτός τούτου, με κανένα τρόπο δεν επιτρέπεται να θεωρούμε το Μονσεγκύρ ως Πνευματικό Κάστρο του Δισκοπότηρου, διότι μια Θεία Παρουσία δεν περιορίζεται ούτε από τόπο ούτε από χρόνο και η ουσία της μπορεί να εμψυχώνει πολλές ιερές τοποθεσίες.” Όσον αφορά τώρα την σχέση των Ναϊτών με τους Ιππότες- Φύλακες του Γκράαλ, ο ίδιος μελετητής αναφέρει ότι “δεν υπάρχει ούτε ταύτιση, ούτε διαδοχή ανάμεσα στην Αναζήτηση του ’γιου Δισκοπότηρου και στους Ιππότες του Ναού, αλλά το πνευματικό περιεχόμενο είναι το ίδιο. Το πνεύμα της Αναζήτησης βρίσκεται στα έργα των Ναϊτών. Η πίστη και ο ζήλος των Ναϊτών βρίσκεται στην Αναζήτηση του ’γιου Δισκοπότηρου.”

[5] Βασισμένοι στο γεγονός της ισότητας που επικρατούσε μεταξύ των Καθαρών, δεν είναι λίγες οι θεωρίες που βλέπουν μια ομοιότητα με την πομπή του Γκράαλ η οποία πάντοτε γινόταν από γυναίκες. Στην πραγματικότητα όμως, η παρουσία των γυναικών ως μεταφορείς του Γκράαλ δεν έχει να κάνει με καμία μορφή ισότητας εφόσον η ύπαρξη τους είναι συμβολική, εκφράζοντας δηλαδή μια συνοδεία ομορφιάς, αγνότητας και γενεσιουργικής ικανότητας σε αντίθεση ακριβώς με μια αντρική στρατιωτική συνοδεία που θα σήμαινε τον γενικότερο καταστροφολογικό χαρακτήρα του Δισκοπότηρου.

Το Γκράαλ όμως, αποτελώντας την ενσάρκωση του θεϊκού κάλους (έτσι εξηγούνται και οι πολύτιμοι λίθοι που τον διακοσμούν), προσφέρει ζωή ενώ έχει κάθε ισχύ από την προστασία των αγγέλων οι οποίοι φυσικά κατέχουν ανώτερη δύναμη από οποιονδήποτε ανθρώπινο στρατό. Αλλά και αν ακόμη η παραπάνω ερμηνεία δεν πείθει, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στο σπάνιο βιβλίο ‘Ιστορία των Στρατιωτικών Ταγμάτων ή των Ιπποτών’ γίνεται ξεκάθαρη μνεία αναφορικά με γυναίκες που συμμετείχαν ως Ιππότες σε τάγματα όπως για παράδειγμα τις Δέσποινες Ιππότισσες του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ και της Μάλτας (1104), ή τις Δέσποινες Ιππότισσες του Πελέκεως. Παρόμοια λοιπόν με την Ελισάβετ της Αγγλίας η οποία είχε ορισθεί ως Ιππότισσα, μπορούμε να διακρίνουμε στα μέλη ορισμένων Ταγμάτων την παρουσία από Δέσποινες Ιπποκόμους (equitissa) αλλά και Ιππότισσες (militissa).

[6] Ανεξάρτητα από τις θεωρίες περί απόκρυφων συμβόλων που κρύβουν τραγικά μυστικά, με μεγάλη ευκολία θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε στο εν λόγο γλυπτό την τριπλή μεταθανάτια κατάσταση για την οποία η Καθολική Εκκλησία κάνει λόγο. Στο πρόσωπο του δαίμονα σαφώς αναγνωρίζουμε το επίπεδο της κολάσεως, πάνω από το οποίο βρίσκεται το Καθαρτήριο (δια του συμβόλου του νερού το οποίο φέρνει την υλικά-πνευματική κάθαρση), ενώ στην κορυφή οι άγγελοι αναπαριστούν την θεϊκή τετραδική πληρότητα του Παραδείσου. Ο μελετητής δεν έχει παρά να διαβάσει την Θεία Κωμωδία του Δάντη για να μπορέσει να αναγνωρίσει πολύ εύκολα τις παραπάνω αντιστοιχίες!

[7] Δεν θα ήταν παράλογο να υποθέσουμε ότι η σπηλιά συμβολίζει την απομονωμένη λατρεία της Μαρίας από τους διωγμούς και την ματαιοδοξία του ανθρώπινου κόσμου. Όσον αφορά τώρα το κρανίο, οι επισκέπτες κάθε εκκλησίας θα έχουν συναντήσει σίγουρα αναρίθμητες αναπαραστάσεις του εσταυρωμένου Ιησού όπου το όργανο της μαρτυρίας του βρίσκεται πάνω από σκελετούς και κρανία συμβολίζοντας έτσι την νίκη επί του θανάτου.

[8] Με βάση την θεωρεία αυτή, γίνεται συχνά η λανθασμένη παραλλαγή του χαρακτηρισμού του Δισκοπότηρου από ‘san greal’ όπως αναφέρεται σε ορισμένα παραδοσιακά κείμενα, σε ‘sang real’ εννοώντας το αληθινό, βασιλικό αίμα του Χριστού.

[9] Το Priori of Sion αποτελούσε ένα πραγματικό Ρωμαιοκαθολικό μοναστικό τάγμα που είχε την έδρα του σε μοναστήρι στα Ιεροσόλυμα (η λέξη Σιών αποτελεί μια από τις συνώνυμες ονομασίες της πόλης ενώ αναπαριστά συμβολικά και τον τόπο του Θεού), για να μεταφερθεί αργότερα στην Σικελία και να ενταχθεί πλήρως ‘ χάνοντας έτσι και την ύπαρξη του ‘ το 1617 στους Ιησουίτες.

[10] Ας σημειωθεί πως η Τεκτονική δράση είχε σχηματιστεί στην Αγγλία πολύ νωρίτερα από την επίσημη ημερομηνία ιδρύσεως της Μεγάλης Στοάς του Λονδίνου (24-06-1717), αφού την παλαιότερη καταγραφή ύπαρξης θεωρητικού Τεκτονικού σώματος την συναντούμε στο Εδιμβούργο από τον Ρόμπερτ Μόραιη το 1641 καθώς επίσης και στην περιοχή της Υόρκης το 1322. Όπως πάντως πολύ εύστοχα παρατηρεί και ο Κ. Μάκιντος, “η ιστορία του Ευρωπαϊκού Τεκτονισμού παρουσιάζει αποθαρρυντική πολυπλοκότητα” δυσκολεύοντας έτσι και το έργο του επίδοξου ερευνητή για την ορθή και σε βάθος ανάλυση των στοιχείων.

πηγη: www.topeiraxtiri.gr