Η κύηση και η λοχεία αποτελούν για τη γυναίκα περιόδους με
σημαντικότατες βιολογικές και ψυχικές ιδιαιτερότητες. Οι έντονες
ορμονικές μεταβολές, αλλά και οι αλλαγές στο σώμα, στις οικογενειακές
ισορροπίες και στη σχέση με τον σύντροφό της μπορούν δυνητικά να
πυροδοτήσουν ψυχικές διαταραχές, τις οποίες η έγκυος ή η λεχωίδα
δυσκολεύεται πολλές φορές να διαχειριστεί και να αντιμετωπίσει.
Οι γονιδιακές προδιαθέσεις, η ύπαρξη ή μη υποστηρικτικού περιβάλλοντος
και η προσωπικότητα της ίδιας της γυναίκας επηρεάζουν την εμφάνιση και
την κλινική έκφραση των διαταραχών.
Η επιλόχειος κατάθλιψη βιώνεται από το 15% ή περισσότερο των γυναικών
κατά τη διάρκεια των 12 μηνών μετά τον τοκετό. Κατά τη διάρκεια αυτής
της περιόδου, μόνο το 50% των γυναικών με σημαντικά καταθλιπτικά
συμπτώματα αναγνωρίζεται. Η επιλόχειος κατάθλιψη συμβαίνει ανάμεσα σε
γυναίκες όλων των ηλικιών, όλων των φυλών και των κοινωνικοικονομικών
επιπέδων.
Η μη θεραπευόμενη και ανεπίλυτη επιλόχειος κατάθλιψη επηρεάζει δυσμενώς
τη γυναίκα, το παιδί της και τη σχέση της με τα πρόσωπα του
οικογενειακού της περιβάλλοντος. Επίσης συμβαίνουν αλλαγές στη σχέση
ανάμεσα στο ζευγάρι και εντός της οικογένειας και συχνά αποτελεί αιτία
για επιπρόσθετο οικονομικό στρες, ακόμα και σε νοικοκυριά με σχετικά
υψηλό εισόδημα.
Οι O’ Hara kai Swain απέδειξαν τη σημασία της διάκρισης ανάμεσα στην
κατάθλιψη και την ανησυχία της μεταγεννητικής περιόδου. Η ανησυχία είναι
πιθανόν προάγγελος της κατάθλιψης, ως αποτέλεσμα της αλλαγής στη
φυσιολογία του οργανισμού ή λόγω αποτυχίας της διαχείρισης του στρες.
Στην πλειονότητά τους τα συμπτώματα είναι ίδια με αυτά του μείζονος
καταθλιπτικού επεισοδίου (αϋπνία, ανορεξία, καταθλιπτική διάθεση και
ιδεασμός, άγχος, απώλεια της libido και εύκολη κόπωση). Στο μεγαλύτερο
ποσοστό των γυναικών, τα συμπτώματα είναι υποτροπή ενός παλαιότερου
καταθλιπτικού επεισοδίου. Στο διαγνωστικό και στατιστικό εγχειρίδιο
ταξινόμησης των ψυχικών διαταραχών της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής
Εταιρείας (DSM - IV) η έναρξη της κατάθλιψης της λοχείας ορίζεται μέσα
στις πρώτες τέσσερις εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Οι κύριοι προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση επιλόχειας
κατάθλιψης είναι το οικογενειακό και ατομικό ψυχιατρικό ιστορικό, οι
κοινωνικοοικονομικές δυσχέρειες, τα ψυχοπιεστικά γεγονότα ζωής (χηρεία,
διαζύγιο, απώλεια εργασίας κ.λπ.) καθώς και χαρακτηριστικά
προσωπικότητας (νευρωσική δομή προσωπικότητας).
Η μη θεραπευόμενη επιλόχειος κατάθλιψη σχετίζεται επίσης σημαντικά με
αυξημένα ποσοστά κατάθλιψης στον σύζυγο. Ο πατέρας ενδέχεται να
επιφορτιστεί με πολλαπλούς ρόλους, αμέτρητες υποχρεώσεις, να
αντιμετωπίσει την έλλειψη ύπνου και την αναγκαιότητα για πρόσθετη
συναισθηματική στήριξη προς τη σύζυγο.Είναι λοιπόν πιθανόν να
εξουθενωθεί συναισθηματικά.
Τα κύρια συμπτώματα που πρέπει να κινητοποιήσουν τη λεχωίδα για
διαγνωστικό έλεγχο είναι οι διαταραχές ύπνου, οι διαταραχές όρεξης, η
ανηδονία, η κόπωση, η πλημμελής μητρική φροντίδα, η ευερεθιστότητα, το
καταθλιπτικό συναίσθημα, η απόσυρση, οι διαταραχές μνήμης, η σύγχυση και
η ανησυχία.
Οι κύριες θεραπευτικές παρεμβάσεις συνίστανται στην ψυχοκοινωνική
υποστήριξη για τη φροντίδα του παιδιού από πλευράς του συστήματος των
υπηρεσιών υγείας, η ψυχοθεραπεία ατομική (γνωστική-συμπεριφορική,
διαπροσωπική) ή ζεύγους και η χρήση αντικαταθλιπτικών. Ο συνδυασμός
θεραπειών φαίνεται να έχει τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα