Με το… καλό επιχειρεί να προσεγγίσει τους φορολογούμενους με ληξιπρόθεσμα χρέη, σε πρώτη ανάγνωση, το υπουργείο Οικονομικών, βάζοντας σε δεύτερο πλάνο τις κατασχέσεις.
Ο λόγος δεν είναι άλλος από το πολιτικό κόστος αφενός, αλλά και την άμεση ανάγκη να μπει ρευστό στο ταμείο αφετέρου. Το δεύτερο κρίνεται ότι θα επιτευχθεί πιο εύκολα αν κάνεις διευκολύνσεις στους φορολογούμενους παρά αν αρχίσεις να κυνηγάς με κατασχέσεις ανθρώπους που πραγματικά δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο γενικός γραμματέας δημοσίων εσόδων Χάρης Θεοχάρης έδωσε, σύμφωνα με πληροφορίες, εντολές στους επικεφαλής των μεγαλυτέρων εφοριών της Αττικής να είναι ελαστικότεροι όταν αντιμετωπίζουν αίτημα τμηματικής διευκόλυνσης από φορολογούμενους με ληξιπρόθεσμα χρέη.
Με απλά λόγια οι προτροπές δεν σημαίνουν τίποτα παραπάνω από το: μην είστε "δυσκοίλιοι" με την ερμηνεία του νόμου, κάντε καμιά δόση παραπάνω στον κόσμο για να μαζέψουμε κανένα φράγκο…
Διατάξεις νόμου που έχουν τεθεί σε ισχύ από το 1998, προβλέπουν ότι όσοι έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές μπορούν να απευθυνθούν στην εφορία τους και να αιτηθούν ρύθμιση της οφειλής τους ακόμα και σε 48 δόσεις (νόμος 2648/1998).
Το πρόβλημα για την μειωμένη απήχηση της συγκεκριμένης ρύθμισης είναι ότι οι έφοροι, ερμηνεύοντας όλες τις παραμέτρους του νόμου, δύσκολα έκαναν περισσότερες από 10-15 δόσεις.
Η διαδικασία
Για να υπαχθούν στη ρύθμιση, οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να υποβάλλουν αίτημα διευκόλυνσης στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ ή του Τελωνείου όπου είναι βεβαιωμένη η οφειλή. Το αίτημα αυτό αξιολογείται στη βάση έξι κριτηρίων τα οποία συνοδεύονται από συγκεκριμένους συντελεστές βαρύτητας.
Τα κριτήρια αφορούν την οικονομική αδυναμία του οφειλέτη (με συντελεστές βαρύτητας από 1 έως 5), τη διασφάλιση της οφειλής (συντελεστές από 0 έως 4), την προέλευση της οφειλής (από 0 έως 5), τη συμπεριφορά του οφειλέτη ( από 0 έως 4), την αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση (0 έως 4) και τέλος την κρίση του προϊσταμένου ( από 1 έως 4).
Το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας διαμορφώνει τον αριθμό των μηνιαίων δόσεων της διευκόλυνσης, οι οποίες υπό προϋποθέσεις μπορούν να φτάσουν το μέγιστο στις 48. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση καταβάλλεται παράβολο υπέρ του Δημοσίου ίσο με 5 τοις χιλίοις της βασικής οφειλής το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, ενώ στο ποσό που απομένει μετά από κάθε δόση συνεχίζουν να επιβάλλονται προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Ο φορολογούμενος όμως, με την υπαγωγή στη ρύθμιση «μπλοκάρει» μέτρα αναγκαστικής είσπραξης και ανοίγει το δρόμο για να λάβει φορολογική ενημερότητα. Αν δεν πληρωθούν τρεις συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις, τα ευεργετήματα της ρύθμισης χάνονται.
ΠΗΓΗ: Euro2day.gr
Ο λόγος δεν είναι άλλος από το πολιτικό κόστος αφενός, αλλά και την άμεση ανάγκη να μπει ρευστό στο ταμείο αφετέρου. Το δεύτερο κρίνεται ότι θα επιτευχθεί πιο εύκολα αν κάνεις διευκολύνσεις στους φορολογούμενους παρά αν αρχίσεις να κυνηγάς με κατασχέσεις ανθρώπους που πραγματικά δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο γενικός γραμματέας δημοσίων εσόδων Χάρης Θεοχάρης έδωσε, σύμφωνα με πληροφορίες, εντολές στους επικεφαλής των μεγαλυτέρων εφοριών της Αττικής να είναι ελαστικότεροι όταν αντιμετωπίζουν αίτημα τμηματικής διευκόλυνσης από φορολογούμενους με ληξιπρόθεσμα χρέη.
Με απλά λόγια οι προτροπές δεν σημαίνουν τίποτα παραπάνω από το: μην είστε "δυσκοίλιοι" με την ερμηνεία του νόμου, κάντε καμιά δόση παραπάνω στον κόσμο για να μαζέψουμε κανένα φράγκο…
Διατάξεις νόμου που έχουν τεθεί σε ισχύ από το 1998, προβλέπουν ότι όσοι έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές μπορούν να απευθυνθούν στην εφορία τους και να αιτηθούν ρύθμιση της οφειλής τους ακόμα και σε 48 δόσεις (νόμος 2648/1998).
Το πρόβλημα για την μειωμένη απήχηση της συγκεκριμένης ρύθμισης είναι ότι οι έφοροι, ερμηνεύοντας όλες τις παραμέτρους του νόμου, δύσκολα έκαναν περισσότερες από 10-15 δόσεις.
Η διαδικασία
Για να υπαχθούν στη ρύθμιση, οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να υποβάλλουν αίτημα διευκόλυνσης στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ ή του Τελωνείου όπου είναι βεβαιωμένη η οφειλή. Το αίτημα αυτό αξιολογείται στη βάση έξι κριτηρίων τα οποία συνοδεύονται από συγκεκριμένους συντελεστές βαρύτητας.
Τα κριτήρια αφορούν την οικονομική αδυναμία του οφειλέτη (με συντελεστές βαρύτητας από 1 έως 5), τη διασφάλιση της οφειλής (συντελεστές από 0 έως 4), την προέλευση της οφειλής (από 0 έως 5), τη συμπεριφορά του οφειλέτη ( από 0 έως 4), την αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση (0 έως 4) και τέλος την κρίση του προϊσταμένου ( από 1 έως 4).
Το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας διαμορφώνει τον αριθμό των μηνιαίων δόσεων της διευκόλυνσης, οι οποίες υπό προϋποθέσεις μπορούν να φτάσουν το μέγιστο στις 48. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση καταβάλλεται παράβολο υπέρ του Δημοσίου ίσο με 5 τοις χιλίοις της βασικής οφειλής το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, ενώ στο ποσό που απομένει μετά από κάθε δόση συνεχίζουν να επιβάλλονται προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Ο φορολογούμενος όμως, με την υπαγωγή στη ρύθμιση «μπλοκάρει» μέτρα αναγκαστικής είσπραξης και ανοίγει το δρόμο για να λάβει φορολογική ενημερότητα. Αν δεν πληρωθούν τρεις συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις, τα ευεργετήματα της ρύθμισης χάνονται.
ΠΗΓΗ: Euro2day.gr