Αμερικανοί και Βρετανοί βιολόγοι, οι οποίοι συνήθως αποκωδικοποιούν την αρχαία γενετική ιστορία των ανθρώπων, αναλύοντας τον τρόπο που τα γονίδια μεταλλάσσονται με το πέρασμα του χρόνου, εφάρμοσαν μία παρεμφερή τεχνική σε κάτι τελείως διαφορετικό από την ειδικότητά τους: στην χρονολόγηση της συγγραφής ενός από τα αρχαιότερα και διασημότερα κείμενα του Δυτικού πολιτισμού: την «Ιλιάδα» του Ομήρου.
Το βασικό συμπέρασμά τους είναι, ότι γράφτηκε τον 8ο αιώνα π.Χ. Δίνουν μάλιστα ως πιθανότερη κάποια ημερομηνία μεταξύ του 710 και του 760 π.Χ. Αυτή η χρονολόγηση σε γενικές γραμμές συμφωνεί με τις εκτιμήσεις των κλασσικών μελετητών, που προέρχονται από ιστορικές και αρχαιολογικές πηγές.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό βιολογίας «Bioessays», έγινε από τους Mark Pagel, Andreea Calude και Andrew Meade της Σχολής Βιολογικών Επιστημών του βρετανικού πανεπιστημίου του Ρέντινγκ και τον γενετιστή Eric Altschuler του Ιατρικού Πανεπιστημίου του Νιου Τζέρσι. Ο Pagel, που ήταν επικεφαλής, ειδικεύεται σε στατιστικά μοντέλα που εξετάζουν τις εξελικτικές διαδικασίες στην ανθρώπινη συμπεριφορά σε κάθε πολύπλοκο σύστημα, ακόμα και στο πεδίο της κουλτούρας (εξ ου και το ενδιαφέρον για την «Ιλιάδα»).
Ασχολείται ιδιαίτερα με την παράλληλη πορεία της βιολογικής και της γλωσσολογικής εξέλιξης, θεωρώντας ότι η γλώσσα ως πολιτισμικό φαινόμενο εξελίσσεται όπως περίπου και τα γονίδια.
«Οι γλώσσες συμπεριφέρονται τόσο εκπληκτικά όσο και τα γονίδια.Υπάρχει μια άμεση αναλογία», δήλωσε ο Pagel. «Προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τα πρότυπα στη γλωσσολογική εξέλιξη και να μελετήσουμε το λεξιλόγιο του Ομήρου ως μέσο για να διαπιστώσουμε κατά πόσο η γλώσσα εξελίσσεται με τον τρόπο που νομίζουμε.
Αν αυτό όντως συμβαίνει, τότε πράγματι μπορούμε να βρούμε μια συγκεκριμένη ημερομηνία για τον Όμηρο (ως συγγραφέα)».Οι ερευνητές αποδέχονται την ορθόδοξη άποψη, ότι ο Τρωικός πόλεμος όντως έλαβε χώρα και ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, ο Όμηρος, έγραψε ένα σχετικό έπος.
Πάντως είναι μάλλον απίθανο, ότι υπήρξε μόνο ένας συγγραφέας που έγραψε την Ιλιάδα. Αρκετοί ερευνητές θεωρούν ότι πρόκειται για μια συνθετική συλλογή της προϋπάρχουσας προφορικής παράδοσης, που ανάγεται ίσως έως τον 13ο αιώνα π.Χ. Αυτό το αμάλγαμα ιστοριών κάποια στιγμή υπέστη επεξεργασία και εστιάστηκε στον πόλεμο της Τροίας, που πιθανώς συνέβη κατά τον 12ο αιώνα π.Χ., ενώ το ίδιο το έπος συνετέθη πολύ αργότερα, σύμφωνα με τον καθηγητή κλασσικών σπουδών του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, Μπράιαν Ρόουζ.Ο Pagel και οι συνεργάτες του αντιμετώπισαν τις λέξεις της «Ιλιάδας» ως γονίδια σε ένα γονιδίωμα. Χρησιμοποίησαν μια συγκεκριμένη τεχνική γλωσσικής ανάλυσης που εστιάζει σε περίπου 200 έννοιες κοινές σε κάθε γλώσσα (τις λέξεις για τον πατέρα, τη μητέρα, τα όργανα του σώματος, τα χρώματα κ.α.).
Οι ερευνητές εντόπισαν 173 τέτοιες λέξεις (λέγονται «Swadesh» από το όνομα του αμερικανού γλωσσολόγου Morris Swadesh που συνέταξε τον σχετικό κατάλογο στις δεκαετίες του ΄40 και του ΄50) και, στη συνέχεια, μελέτησαν τον τρόπο που αυτές οι 173 λέξεις-κλειδιά μεταβλήθηκαν («μεταλλάχτηκαν») διαχρονικά.Για αυτό το σκοπό, εντόπισαν αρχικά τις εν λόγω λέξεις στη γλώσσα των Χετταίων (ενός πολιτισμού που υπήρχε στη διάρκεια του Τρωικού πολέμου) και στη συνέχεια, ανέλυσαν τις κατοπινές διαφορές που υπέστησαν οι ίδιες λέξεις στην Ομηρική γλώσσα, καθώς και στη σύγχρονη ελληνική.
Δηλαδή εφάρμοσαν στη γλωσσολογία, μια μέθοδο που μοιάζει με την γενετική ανάλυση των γονιδίων με το πέρασμα του χρόνου. Η μέθοδός τους αυτή αποκαλείται εξελικτική-γλωσσολογική φυλογενετική στατιστική ανάλυση.
Το βασικό συμπέρασμά τους είναι, ότι γράφτηκε τον 8ο αιώνα π.Χ. Δίνουν μάλιστα ως πιθανότερη κάποια ημερομηνία μεταξύ του 710 και του 760 π.Χ. Αυτή η χρονολόγηση σε γενικές γραμμές συμφωνεί με τις εκτιμήσεις των κλασσικών μελετητών, που προέρχονται από ιστορικές και αρχαιολογικές πηγές.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό βιολογίας «Bioessays», έγινε από τους Mark Pagel, Andreea Calude και Andrew Meade της Σχολής Βιολογικών Επιστημών του βρετανικού πανεπιστημίου του Ρέντινγκ και τον γενετιστή Eric Altschuler του Ιατρικού Πανεπιστημίου του Νιου Τζέρσι. Ο Pagel, που ήταν επικεφαλής, ειδικεύεται σε στατιστικά μοντέλα που εξετάζουν τις εξελικτικές διαδικασίες στην ανθρώπινη συμπεριφορά σε κάθε πολύπλοκο σύστημα, ακόμα και στο πεδίο της κουλτούρας (εξ ου και το ενδιαφέρον για την «Ιλιάδα»).
Ασχολείται ιδιαίτερα με την παράλληλη πορεία της βιολογικής και της γλωσσολογικής εξέλιξης, θεωρώντας ότι η γλώσσα ως πολιτισμικό φαινόμενο εξελίσσεται όπως περίπου και τα γονίδια.
«Οι γλώσσες συμπεριφέρονται τόσο εκπληκτικά όσο και τα γονίδια.Υπάρχει μια άμεση αναλογία», δήλωσε ο Pagel. «Προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τα πρότυπα στη γλωσσολογική εξέλιξη και να μελετήσουμε το λεξιλόγιο του Ομήρου ως μέσο για να διαπιστώσουμε κατά πόσο η γλώσσα εξελίσσεται με τον τρόπο που νομίζουμε.
Αν αυτό όντως συμβαίνει, τότε πράγματι μπορούμε να βρούμε μια συγκεκριμένη ημερομηνία για τον Όμηρο (ως συγγραφέα)».Οι ερευνητές αποδέχονται την ορθόδοξη άποψη, ότι ο Τρωικός πόλεμος όντως έλαβε χώρα και ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, ο Όμηρος, έγραψε ένα σχετικό έπος.
Πάντως είναι μάλλον απίθανο, ότι υπήρξε μόνο ένας συγγραφέας που έγραψε την Ιλιάδα. Αρκετοί ερευνητές θεωρούν ότι πρόκειται για μια συνθετική συλλογή της προϋπάρχουσας προφορικής παράδοσης, που ανάγεται ίσως έως τον 13ο αιώνα π.Χ. Αυτό το αμάλγαμα ιστοριών κάποια στιγμή υπέστη επεξεργασία και εστιάστηκε στον πόλεμο της Τροίας, που πιθανώς συνέβη κατά τον 12ο αιώνα π.Χ., ενώ το ίδιο το έπος συνετέθη πολύ αργότερα, σύμφωνα με τον καθηγητή κλασσικών σπουδών του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, Μπράιαν Ρόουζ.Ο Pagel και οι συνεργάτες του αντιμετώπισαν τις λέξεις της «Ιλιάδας» ως γονίδια σε ένα γονιδίωμα. Χρησιμοποίησαν μια συγκεκριμένη τεχνική γλωσσικής ανάλυσης που εστιάζει σε περίπου 200 έννοιες κοινές σε κάθε γλώσσα (τις λέξεις για τον πατέρα, τη μητέρα, τα όργανα του σώματος, τα χρώματα κ.α.).
Οι ερευνητές εντόπισαν 173 τέτοιες λέξεις (λέγονται «Swadesh» από το όνομα του αμερικανού γλωσσολόγου Morris Swadesh που συνέταξε τον σχετικό κατάλογο στις δεκαετίες του ΄40 και του ΄50) και, στη συνέχεια, μελέτησαν τον τρόπο που αυτές οι 173 λέξεις-κλειδιά μεταβλήθηκαν («μεταλλάχτηκαν») διαχρονικά.Για αυτό το σκοπό, εντόπισαν αρχικά τις εν λόγω λέξεις στη γλώσσα των Χετταίων (ενός πολιτισμού που υπήρχε στη διάρκεια του Τρωικού πολέμου) και στη συνέχεια, ανέλυσαν τις κατοπινές διαφορές που υπέστησαν οι ίδιες λέξεις στην Ομηρική γλώσσα, καθώς και στη σύγχρονη ελληνική.
Δηλαδή εφάρμοσαν στη γλωσσολογία, μια μέθοδο που μοιάζει με την γενετική ανάλυση των γονιδίων με το πέρασμα του χρόνου. Η μέθοδός τους αυτή αποκαλείται εξελικτική-γλωσσολογική φυλογενετική στατιστική ανάλυση.