Σε μείζον πρόβλημα για την Ελλάδα και το οποίο φαίνεται να έχει άμεση συνάρτηση με την οικονομική κρίση, αναδεικνύεται το δημογραφικό.
Οι εκτιμήσεις των ειδικών γιατρών κάνουν λόγο για 10.000 έως 15.000 λιγότερες γεννήσεις εντός του 2012, σε σχέση με το 2011, φαινόμενο που φαίνεται να συνδέεται και με τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες, ενώ συνεχίζεται και η άκρως ανησυχητική διαπίστωση, ότι οι θάνατοι στη χώρα είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις.
Είναι ενδεικτικό ότι – σύμφωνα με την τελευταία απογραφή- το 2011 γεννήθηκαν στην Ελλάδα 106.777 παιδιά, όταν ο αριθμός των θανάτων ήταν 110.729. Είναι χαρακτηριστικό ότι τη δεκαετία 2001-2010 ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε κατά 190.000 άτομα, ωστόσο εκτιμάται ότι ο αριθμός αυτός είναι πενταπλάσιος σε ότι αφορά τους Έλληνες, με δεδομένο ότι ο πληθυσμός των αλλοδαπών την ίδια περίοδο αυξήθηκε κατακόρυφα.
Τα συγκεκριμένα στοιχεία παρέθεσαν ο διευθυντής της Β’ Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Αρεταίειο Νοσοκομείο καθηγητής Γ. Κρεατσάς, ο καθηγητής Οικονομικών της Υγείας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γ. Υφαντόπουλος και ο καθηγητής Δ. Μπότσης με αφορμή τον ετήσιο εορτασμό της ημέρας της γυναίκας την Παρασκευή 8 Μαρτίου. Στην Ελλάδα ο δείκτης γονιμότητας (αριθμός παιδιών που γεννά μία γυναίκα κατά τη διάρκεια της ζωής της) κυμαίνεται περίπου στο 1,39 για τον γενικό γυναικείο πληθυσμό και πιθανότατα και κάτω από το 1 στις αμιγώς Ελληνίδες, γεγονός που κατατάσσει την Ελλάδα στην 199η θέση μεταξύ 220 χωρών στη σχετική λίστα.
Και αυτό όταν για την ομαλή αναπαραγωγή του είδους ο δείκτης γονιμότητας θα πρέπει να είναι άνω του 2,1! Οπως ανέφερε ο κ. Κρεατσάς τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κοινωνία κάνουν τα ζευγάρια ιδιαίτερα επιφυλακτικά στη δημιουργία ή τη διεύρυνση της οικογένειας. Δεν υπάρχει ενδιαφέρον για την απόκτηση δεύτερου, πολλές φορές και πρώτου –πόσω μάλλον τρίτου- παιδιού, οι γυναίκες αποφασίζουν να κάνουν παιδιά σε μεγάλη ηλικία με ό,τι προβλήματα συνεπάγεται αυτό για την εγκυμοσύνη, ενώ καταγράφονται απώλειες εμβρύων το πρώτο τρίμηνο της κύησης, αφού πολλές έγκυες δεν κάνουν τις απαραίτητες εξετάσεις –είτε από αμέλεια, είτε από οικονομική δυσχέρεια- με αποτέλεσμα να έχουν αυξηθεί, σχεδόν διπλασιαστεί, οι αποβολές.
ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή
Οι εκτιμήσεις των ειδικών γιατρών κάνουν λόγο για 10.000 έως 15.000 λιγότερες γεννήσεις εντός του 2012, σε σχέση με το 2011, φαινόμενο που φαίνεται να συνδέεται και με τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες, ενώ συνεχίζεται και η άκρως ανησυχητική διαπίστωση, ότι οι θάνατοι στη χώρα είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις.
Είναι ενδεικτικό ότι – σύμφωνα με την τελευταία απογραφή- το 2011 γεννήθηκαν στην Ελλάδα 106.777 παιδιά, όταν ο αριθμός των θανάτων ήταν 110.729. Είναι χαρακτηριστικό ότι τη δεκαετία 2001-2010 ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε κατά 190.000 άτομα, ωστόσο εκτιμάται ότι ο αριθμός αυτός είναι πενταπλάσιος σε ότι αφορά τους Έλληνες, με δεδομένο ότι ο πληθυσμός των αλλοδαπών την ίδια περίοδο αυξήθηκε κατακόρυφα.
Τα συγκεκριμένα στοιχεία παρέθεσαν ο διευθυντής της Β’ Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Αρεταίειο Νοσοκομείο καθηγητής Γ. Κρεατσάς, ο καθηγητής Οικονομικών της Υγείας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γ. Υφαντόπουλος και ο καθηγητής Δ. Μπότσης με αφορμή τον ετήσιο εορτασμό της ημέρας της γυναίκας την Παρασκευή 8 Μαρτίου. Στην Ελλάδα ο δείκτης γονιμότητας (αριθμός παιδιών που γεννά μία γυναίκα κατά τη διάρκεια της ζωής της) κυμαίνεται περίπου στο 1,39 για τον γενικό γυναικείο πληθυσμό και πιθανότατα και κάτω από το 1 στις αμιγώς Ελληνίδες, γεγονός που κατατάσσει την Ελλάδα στην 199η θέση μεταξύ 220 χωρών στη σχετική λίστα.
Και αυτό όταν για την ομαλή αναπαραγωγή του είδους ο δείκτης γονιμότητας θα πρέπει να είναι άνω του 2,1! Οπως ανέφερε ο κ. Κρεατσάς τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κοινωνία κάνουν τα ζευγάρια ιδιαίτερα επιφυλακτικά στη δημιουργία ή τη διεύρυνση της οικογένειας. Δεν υπάρχει ενδιαφέρον για την απόκτηση δεύτερου, πολλές φορές και πρώτου –πόσω μάλλον τρίτου- παιδιού, οι γυναίκες αποφασίζουν να κάνουν παιδιά σε μεγάλη ηλικία με ό,τι προβλήματα συνεπάγεται αυτό για την εγκυμοσύνη, ενώ καταγράφονται απώλειες εμβρύων το πρώτο τρίμηνο της κύησης, αφού πολλές έγκυες δεν κάνουν τις απαραίτητες εξετάσεις –είτε από αμέλεια, είτε από οικονομική δυσχέρεια- με αποτέλεσμα να έχουν αυξηθεί, σχεδόν διπλασιαστεί, οι αποβολές.
ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή