Ερευνητές εστίασαν στο ρόλο του γλουταμινικού οξέος
Τα στοιχεία είναι επίσημα: τα τελευταία 4 χρόνια οι απόπειρες αυτοκτονίας αυξήθηκαν κατά 36%. Οι λόγοι, κυρίως ψυχολογικοί και κοινωνικοοικονομικοί. Οι ερευνητές ίσως έχουν, όμως, τώρα, στα χέρια τους, την πρώτη απόδειξη ότι μία χημική ουσία του εγκεφάλου η οποία ονομάζεται γλουταμινικό οξύ συνδέεται με την αυτοκτονική συμπεριφορά. Και η απόδειξη αυτή γεννά βάσιμες ελπίδες για πρόληψη…
Όπως αναφέρεται στο περιοδικό «Neuropsychopharmacology», η ερευνήτρια Lena Brundin από το πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν καθώς και μία διεθνής ομάδα ερευνητών παρουσίασαν τα πρώτα αποδεικτικά στοιχεία ότι το γλουταμινικό οξύ είναι πιο ενεργό στους εγκεφάλους των ανθρώπων οι οποίοι επιχειρούν να αυτοκτονήσουν. Το γλουταμινικό οξύ είναι ένα αμινοξύ το οποίο στέλνει σήματα μεταξύ των νευρικών κυττάρων και θεωρείται εδώ και καιρό ως ένα από τα ύποπτα χημικά αίτια τα οποία προκαλούν κατάθλιψη.
Όπως δηλώνει η καθηγήτρια Lena Brundin «Τα ευρήματα είναι σημαντικά επειδή δείχνουν ένα μηχανισμό της νόσου στους ασθενείς. Έχει δοθεί μεγάλη έμφαση εδώ και 40 χρόνια σε έναν άλλο νευροδιαβιβαστή ο οποίος ονομάζεται σεροτονίνη. Το συμπέρασμα της έρευνάς μας είναι ότι θα πρέπει να εστιάσουμε ακόμη περισσότερο στο γλουταμινικό οξύ».
Οι ερευνητές εξέτασαν σε 100 εθελοντές από τη Σουηδία τη δραστηριότητα του γλουταμινικού οξέος, μετρώντας το κινολινικό οξύ το οποίο αναγκάζει το γλουταμινικό οξύ να στέλνει περισσότερα σήματα σε γειτονικά κύτταρα του εγκεφαλονωτιαίου υγρού (μυελός). Τα 2/3 των συμμετεχόντων είχαν εισαχθεί στο παρελθόν στο νοσοκομείο έπειτα από απόπειρα αυτοκτονίας ενώ το υπόλοιπο 1/3 ήταν υγιείς. Από τις μετρήσεις προέκυψε, λοιπόν, ότι οι ασθενείς είχαν υπερδιπλάσιο ποσοστό κινολινικού οξέος στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό σε σχέση με τους υγιείς.
Εκείνοι οι οποίοι ανέφεραν εντονότερη βούληση να αυτοκτονήσουν είχαν πιο ενεργό γλουταμινικό οξύ και υψηλότερα επίπεδα κινολινικού οξέος.
Σε αντιπαραβολή και προς επιβεβαίωση της έρευνας, μία υποομάδα ασθενών οι οποίοι ξεπέρασαν τις αυτοκτονικές τους τάσεις, έξι μήνες μετά παρουσίαζαν μειωμένα επίπεδα κινολινικού οξέος.
Γιατί, όμως, αυξάνουν τα επίπεδα του κινολινικού οξέος και η δραστικότητα του γλουταμινικού; Οι ερευνητές ικάζουν ότι αυτό μπορεί να οφείλεται σε φλεγμονή του εγκεφάλου, κάτι που είχε φανεί και από προηγούμενες μελέτες.
Η ερευνητές δήλωσαν ότι αντι-γλουταμινικά φάρμακα είναι ακόμη σε εξέλιξη, αλλά θα μπορούσαν να προσφέρουν σύντομα ένα πολλά υποσχόμενο εργαλείο για την πρόληψη των αυτοκτονιών. Στην πραγματικότητα, πρόσφατες κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η γνωστή ορμόνη κεταμίνη, η οποία αναστέλλει τη δράση του γλουταμινικού οξέος, είναι εξαιρετικά αποτελεσματική στην καταπολέμηση της κατάθλιψης. Ωστόσο, οι παρενέργειές της αποτρέπουν την ευρεία χρήση της.
Μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη φαρμακευτική φόρμουλα, η Brundin μκαι οι συνεργάτες της συνιστούν στους συναδέλφους τους να αναζητούν ενδείξεις φλεγμονής ως πιθανό παράγοντα πρόκλησης αυτοκτονικής συμπεριφοράς. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, στο κοντινό μέλλον, να αναπτυχθούν απλά αιματολογικά τεστ που θα ελέγχουν τα επίπεδα της φλεγμονής στον εγκέφαλο και, πιθανόν, θα λειτουργούν αποτρεπτικά σε μια απόπειρα αυτοκτονίας.
Πηγή: healthpress.gr
Τα στοιχεία είναι επίσημα: τα τελευταία 4 χρόνια οι απόπειρες αυτοκτονίας αυξήθηκαν κατά 36%. Οι λόγοι, κυρίως ψυχολογικοί και κοινωνικοοικονομικοί. Οι ερευνητές ίσως έχουν, όμως, τώρα, στα χέρια τους, την πρώτη απόδειξη ότι μία χημική ουσία του εγκεφάλου η οποία ονομάζεται γλουταμινικό οξύ συνδέεται με την αυτοκτονική συμπεριφορά. Και η απόδειξη αυτή γεννά βάσιμες ελπίδες για πρόληψη…
Όπως αναφέρεται στο περιοδικό «Neuropsychopharmacology», η ερευνήτρια Lena Brundin από το πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν καθώς και μία διεθνής ομάδα ερευνητών παρουσίασαν τα πρώτα αποδεικτικά στοιχεία ότι το γλουταμινικό οξύ είναι πιο ενεργό στους εγκεφάλους των ανθρώπων οι οποίοι επιχειρούν να αυτοκτονήσουν. Το γλουταμινικό οξύ είναι ένα αμινοξύ το οποίο στέλνει σήματα μεταξύ των νευρικών κυττάρων και θεωρείται εδώ και καιρό ως ένα από τα ύποπτα χημικά αίτια τα οποία προκαλούν κατάθλιψη.
Όπως δηλώνει η καθηγήτρια Lena Brundin «Τα ευρήματα είναι σημαντικά επειδή δείχνουν ένα μηχανισμό της νόσου στους ασθενείς. Έχει δοθεί μεγάλη έμφαση εδώ και 40 χρόνια σε έναν άλλο νευροδιαβιβαστή ο οποίος ονομάζεται σεροτονίνη. Το συμπέρασμα της έρευνάς μας είναι ότι θα πρέπει να εστιάσουμε ακόμη περισσότερο στο γλουταμινικό οξύ».
Οι ερευνητές εξέτασαν σε 100 εθελοντές από τη Σουηδία τη δραστηριότητα του γλουταμινικού οξέος, μετρώντας το κινολινικό οξύ το οποίο αναγκάζει το γλουταμινικό οξύ να στέλνει περισσότερα σήματα σε γειτονικά κύτταρα του εγκεφαλονωτιαίου υγρού (μυελός). Τα 2/3 των συμμετεχόντων είχαν εισαχθεί στο παρελθόν στο νοσοκομείο έπειτα από απόπειρα αυτοκτονίας ενώ το υπόλοιπο 1/3 ήταν υγιείς. Από τις μετρήσεις προέκυψε, λοιπόν, ότι οι ασθενείς είχαν υπερδιπλάσιο ποσοστό κινολινικού οξέος στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό σε σχέση με τους υγιείς.
Εκείνοι οι οποίοι ανέφεραν εντονότερη βούληση να αυτοκτονήσουν είχαν πιο ενεργό γλουταμινικό οξύ και υψηλότερα επίπεδα κινολινικού οξέος.
Σε αντιπαραβολή και προς επιβεβαίωση της έρευνας, μία υποομάδα ασθενών οι οποίοι ξεπέρασαν τις αυτοκτονικές τους τάσεις, έξι μήνες μετά παρουσίαζαν μειωμένα επίπεδα κινολινικού οξέος.
Γιατί, όμως, αυξάνουν τα επίπεδα του κινολινικού οξέος και η δραστικότητα του γλουταμινικού; Οι ερευνητές ικάζουν ότι αυτό μπορεί να οφείλεται σε φλεγμονή του εγκεφάλου, κάτι που είχε φανεί και από προηγούμενες μελέτες.
Η ερευνητές δήλωσαν ότι αντι-γλουταμινικά φάρμακα είναι ακόμη σε εξέλιξη, αλλά θα μπορούσαν να προσφέρουν σύντομα ένα πολλά υποσχόμενο εργαλείο για την πρόληψη των αυτοκτονιών. Στην πραγματικότητα, πρόσφατες κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η γνωστή ορμόνη κεταμίνη, η οποία αναστέλλει τη δράση του γλουταμινικού οξέος, είναι εξαιρετικά αποτελεσματική στην καταπολέμηση της κατάθλιψης. Ωστόσο, οι παρενέργειές της αποτρέπουν την ευρεία χρήση της.
Μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη φαρμακευτική φόρμουλα, η Brundin μκαι οι συνεργάτες της συνιστούν στους συναδέλφους τους να αναζητούν ενδείξεις φλεγμονής ως πιθανό παράγοντα πρόκλησης αυτοκτονικής συμπεριφοράς. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, στο κοντινό μέλλον, να αναπτυχθούν απλά αιματολογικά τεστ που θα ελέγχουν τα επίπεδα της φλεγμονής στον εγκέφαλο και, πιθανόν, θα λειτουργούν αποτρεπτικά σε μια απόπειρα αυτοκτονίας.
Πηγή: healthpress.gr